|Κεφάλαιο 44|

845 68 8
                                    

Άνοιξα τις πόρτες και μπήκα μέσα. Μια γυναίκα στέλεχος με κοίταξε από πάνω μέχρι κάτω υποτιμητικά. Ύστερα κοίταξε τον Ιωάννη που μόλις είχε μπει πίσω μου. Ο Ιωάννης αφού της εξήγησε περιληπτικά τι κάνω εδώ, εκείνη σηκώθηκε και μου έδωσε μια πετσέτα και σαπούνι, δείχνοντας μου το μπάνιο.

-Να πλυθείς καλά και γρήγορα, είπε ο Ιωάννης φεύγοντας. Καλή διαμονή σας εύχομαι, καλή μου.

Η αξιωματικός με έσπρωξε μέσα κλείνοντας την πόρτα πίσω μου. Άνοιξα το νερό και αυτό άρχισε να τρέχει κατά κρύο πάνω μου. Δεν ξέρω αν ήταν το κρύο που με ώθησε να κλάψω, όμως τα μάτια μου δεν αποφάσισαν να σταματήσουν να δακρύζουν. Βγήκα φορώντας τα ρούχα μου, αλλά εκείνη μου πέταξε τη καινούρια μου "ενδυμασία" κοιτώντας με βλοσυρά. Ήταν ένα μπεζ κομπινεζόν, αλλά μύριζε σαπούνι, ήταν καθαρό.

Η "κυρία", με τράβηξε από το χέρι και με έβαλε μέσα σε ένα δωμάτιο προσταζοντας μου να γδυθω γρήγορα, υπό το αυστηρό της βλέμμα. Ντρεπόμουν, όχι τόσο που θα με έβλεπε γυμνή, όσο όμως που αναγκαζόμουν να υποστώ όλο αυτό.

-Wo ist Ihre Nummer*?, ρώτησε καθώς πήγαινα να φορέσω το μπεζ σατέν μεσοφορι που μου έδωσε.

Την κοίταξα και έσμιξα τα φρύδια μου. Εκείνη μου τράβηξε από τα χέρια το σατέν μεσοφορι και με προεσταξε να ξαναντυθω. Φώναξε έναν νεαρό στρατιώτη, ο οποίος πρώτου με αρπάξει από το χέρι, με μελέτησε από την κορυφή έως τα άκρα.

Για άλλη μια φορά βγήκα στο τσουχτερό κρύο, διασχίζοντας αυτό το τοξικό μέρος. Συνάντησα τα βλέμματα πολλών γυναικών, φορούσαν την ίδια φορεσιά με τον αδερφό μου και είχαν ξυρισμένα τα μαλλιά τους. Τις είχαν κάνει να φαίνονται σαν νεαρά αγόρια, ταλαιπωρημενες, βρώμικες και πολύ αδύνατες. Τις λυπηθηκε η ψυχή μου, όταν άρχισα να αναρωτιέμαι αν η μοίρα μου πρόκειται να έχει την ίδια πορεία με τη δικιά τους.

Με έσπρωξε μέσα σε ένα γραφείο και διέταξε να μου χαράξουν το δέρμα, χωρίς να μου ξυρίσουν τα μαλλιά. Τι πήγαινε να πει να μου το χαραξουν; Σαν να μην έφτανε το κρύο είχα μαζευτεί σε μια γωνιά από τον τρόμο.

-Πλησίασε, είπε ο άνδρας. Μην ανησυχείς δεν θα σου κάνω κακό.

-Δεν ξέρω αν μπορώ να το πιστέψω, μουρμούρισα και έκατσα στην ξύλινη καρέκλα μπροστά του.

Κρατούσε στα χέρια του μια πένα. Θα μου έκοβε τις φλέβες με αυτήν; Ή αλλά θα μου χαραζε το δέρμα για βασανιστήριο;

Ο Λιποτάκτης των SS.Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα