|Κεφάλαιο 05|

1.3K 87 15
                                    

Θεσσαλονίκη, 9 Απριλίου 1941.
Ήταν πρωί, όταν πάνω από δύο χιλιάδες κόσμος ήρθε να πανηγυρίσει που η επιτροπή του Δημάρχου, Μητροπολίτη και του Διευθυντή της Αστυνομίας Θεσσαλονίκης παρέδιδε την πόλη μας στα χέρια αυτουνού του θεότρελου του Χίτλερ.

Που είσαι τώρα Ιωάννη Μεταξά που σε χρειαζόμαστε; Ότι και να ήσουν, ο Θεός να αναπαύσει την ψυχή σου και να μας βοηθήσει και μας.

Το προηγούμενο βράδυ ο σύζυγος μου και εγώ κοιμηθήκαμε πρώτη φορά στο ίδιο κρεβάτι. Μου έβγαλε το φόρεμα μου πρώτη φορά και ήταν ο πρώτος που με είδε με τα μεσοφόρια.

-Είσαι τόσο όμορφη Εύα, είπε και μου χάιδεψε το πρόσωπο. Πόσο χαίρομαι που γύρισα κοντά σου.

Ήταν η πρώτη φορά που με ξάπλωσε στο κρεβάτι μας, έβγαλε τα ρούχα του και ήρθε από πάνω μου. Με φιλούσε στο λαιμό, στο στήθος και στα χείλη. Χωρίς παρά πολλές περιστροφές επιχείρησε να μου κάνει έρωτα.

-Ιωάννη, ψέλλισα και κρατήθηκα από πάνω του. Λίγο πιο σιγά.

-Ναι συγνώμη αγαπητή μου, είπε και μου φίλησε το μέτωπο. Θα πάω πιο σιγά. Δεν θέλω να σε πονέσω, μια σε έχω.

Όσο περνούσαν από μπροστά μου τα γερμανικά στρατεύματα και ο άντρας μου μαζί με άλλους τόσους ανίδεους χαίρονταν, εγώ χαμήλωσα το κεφάλι και αφού βεβαιώθηκα ότι το καπέλο μου μου κάλυπτε τα μάτια δάκρυσα.

Μου έκανε έρωτα παθιασμένος, όμως εγώ πονούσα. Δεν ήθελα να γκρινιάξω. Δεν ήταν άσχημο, αλλά δεν ήξερα να ξεχωρίσω αν ο ηλεκτρισμός που με είχε προειδοποιήσει η μητέρα και η θεία Ελένη ότι θα νιώσω ήταν από τον πόνο ή από το πάθος. Άμαθη ήμουν, είχα καιρό να μάθω πράγματα δίπλα στον Ιωάννη.

Έδειχνε τόσο καλός μαζί μου, τόσο τρυφερός. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι επικροτούσε αυτό το θέαμα. Εγώ άλλοι τόσοι, Εβραίοι, πρόσφυγες είχαμε πέσει στη μυστική και προσωπική μας κατάθλιψη. Γιατί εμείς, ξέραμε τι πρόκειται να γίνει.

Δεν μετανιώνω που τον παντρεύτηκα, ήταν ο κατάλληλος για μένα. Είναι τόσο τίμιος και τόσο μορφωμένος για να πέσει στην παγίδα αυτών των αποβρασμάτων. Όχι, εμένα ο σύζυγος μου αργά ή γρήγορα θα ξυπνούσε από το λήθαργο και τότε θα μπορούσα να μοιραστώ τις απόψεις μου μαζί του. Λες και δεν του κρατάω ήδη αρκετά μυστικά.

Όταν τελείωσε το πανηγύρι αυτό, έπρεπε να πάω στο σχολείο. Κάποιοι όντως έχουν και δουλειές. Έπρεπε να επισκεφτώ και τους γονείς μου και το θείο. Από το πρωί τους σκέφτομαι και καλά κάνανε που δεν είχαν τον Ιωάννη να τους αναγκάσει να παρευρεθούν σε αυτήν την κωμωδία.

Ο Λιποτάκτης των SS.Where stories live. Discover now