|Κεφάλαιο 19|

1.2K 83 7
                                    

Δεν πρόλαβε να πει τίποτε άλλο, ούτε εγώ μπόρεσα όμως να σκεφτώ περαιτέρω. Από κει που ήμουν στην πόρτα, βρέθηκαν τα χέρια μου να αγκαλιάζουν τη μέση του τόσο σφικτά από ανακούφιση. Ήξερα ότι είχα σωθεί.

Εκείνος δεν κουνήθηκε καθόλου. Πέταξε το τσιγάρο του από το παράθυρο και ύστερα το έκλεισε για να μην κάνει κρύο. Γύρισε και με αντίκρισε. Εμφανίστηκε μια μικρή έκπληξη στο πρόσωπο του.

-Εύα; ρώτησε.

Χαμογέλασα και ένα δάκρυ κύλησε.

-Πως βρέθηκες εδώ; ρώτησε. Γιατί είσαι δω;

-Φαντάζομαι για τον ίδιο λόγο που με έφεραν εδώ, μουρμούρισα. Αλλά εγώ δεν έχω ιδέα.

Η έκφραση του σοβαρεψε.

-Σε κατηγόρησαν για αποπλάνηση μερικών στρατιωτών με αρχηγό με γυναίκα, είπε.

-Και εγώ τι σχέση έχω με αυτό; ρώτησα.

-Αυτό αναρωτιέμαι και εγώ, είπε και με διαπέρασε μια αυστηρότητα και μια ψυχρά που δεν υπήρχε προηγουμένως.

-Εγώ δεν έχω βγει από το σπίτι εδώ και μια βδομάδα, είπα και ξεκίνησα πάλι τα κλάματα. Με έχει περιορίσει ο Ιωάννης, είμαι σε απόγνωση. Τη μάνα μου βγήκα να δω κρυφά όταν με πιάσανε.

Το χέρι του πέρασε προστατευτικά γύρω από τους ώμους μου και με αγκάλιασε. Με άφησε να ξεσπάσω για άλλη μια φορά.

-Ηρέμησε Εύα, είπε. Τελείωσε, ήταν μια παρεξήγηση. Έλα, θα σε συνοδεύω μέχρι το σπίτι.

Έβαλε το παλτό του και με οδήγησε μέχρι την έξοδο της κολάσεως γυρνώντας με πάλι, όσο γινόταν, στο φυσιολογικό κόσμο.

Σε γενικές γραμμές ήταν σιωπηλός και σκεπτικός. Παρατήρησα ότι υπήρχε και απόσταση στη στάση του σώματος του από το δικό μου. Όχι, ότι απαιτούσα να με αγκαλιάσει μες τη μέση του δρόμου, αλλά υπήρχε μια κάποια οικειοτητα. Ακόμη και αυτή, χάθηκε.

Όταν φτάσαμε στο κατώφλι εκείνος στάθηκε προσοχή πίσω μου και δεν με ακολούθησε.

-Δεν θα έρθεις μέσα; ρώτησα.

-Όχι, απάντησε. Έχω κάποιες δουλειές.

-Γούολτερ σε παρακαλώ, είπα. Μόνο για λίγο.

Εκείνος ξεφυσηξε, σαν να αναγκάστηκε τελικά να μπει μέσα και προχώρησε γρήγορα και νευρικά προς το σαλόνι χωρίς να βγάλει το παλτό του.

Ο Λιποτάκτης των SS.Where stories live. Discover now