Μήτσος ο Απολλώνιος

12 1 1
                                    


  Ο Μήτσος ο Απολλώνιος είναι ο ιριδίζον μονόκερος της συλλογής μου. Το πλάσμα που πιστεύεις ότι δεν υπάρχει, αν δεν το χουφτώσεις με τα χέρια σου.
Γνωριστήκαμε από σπόντα. Ήμουν με το 0.facebook όπου δεν έβλεπα τίποτα από εικόνα, με ένα από τα profiles μου με άλλο όνομα (έλα, έχει μείνει κανένας να μην ξέρει πως κυκλοφορώ σαν τον πεταλούδα με πολλά ονόματα;) και ήμουνα στις ανάποδές μου.
Δεν ξέρω για εσάς αλλά εγώ όταν μπλοκάρω, τα αφήνω στην άκρη και πιάνω μία άσχετη κουλαμάρα να ασχοληθώ. Εκείνη την ώρα άρχισα να ποστάρω τρολιές για την σημειολογεία του μήλου στην μυθολογία, στην τέχνη, την θρησκεία και γενικώς πώς ο συμβολισμός διαπερνάει την συλλογιστική μας, διαποτίζοντάς την εννοιλογικά ακόμα και δεν αντιλαμβανόμαστε την αρχική προέλευση.
Σε ένα προφιλ με 5.000 άτομα, ο καθένας απαντούσε με την τρολιά του. Και από την μέση του πουθενά και του τίποτα, σκάει ο Μήτσος, τύπου "bring it bitch, challenge accepted" και αρχίζουμε την κουβέντα δημοσίως για κάθε μήλο που γνωρίζουμε. Μόνο συνταγή για μηλόπιτα δεν αναλύσαμε για προφανείς λόγους. (Εγώ δεν ξέρω να φτιάχνω μηλόπιτα. Για εκείνον επιφυλάσσομαι. )
Και κόβει ο ένας και ράβει ο άλλος. Και ράβει ο πρώτος και κόβει ο δεύτερος, όσο εγώ αναρωτιέμαι από πού ξεφύτρωσε και δεν τον έχω πάρει χαμπάρι. Κάποια στιγμή δεν άντεξα και του στέλνω μήνυμα
- Μήτσο θα με τρελάνεις; Πού στον κόρακα τα ξέρεις όλα αυτά; Τι δουλειά κάνεις;
- Μία δουλειά όπως όλοι. Τίποτα σπουδαίο.
Και συνεχίζω την κουβέντα και βλέπω πως δεν έχει αφήσει τομέα της τέχνης που να μην κάνει αναφορά, χτυπώντας πάντοτε κέντρο. (Όχι δεν είπαμε για τον Αιμίλιο το Μήλο στην Φρουτοπία αν και είμαι σίγουρη ότι έχει άποψη και για αυτό.)
Παρ' του , δωσ' του.. με το τσιγκέλι και με βραστά αυγά κάτω από την μασχάλη, να τες και οι σπουδές τέχνης στην Σορβόνη. Αν δεν ήμουν ορκισμένη κατά του γάμου, θα έτρεχα να ραφτώ για νυφικά.
- Μήτσο, θέλω να σε δω από κοντά. (Να σου χώσω κανα κατακέφαλο, να δω αν υπάρχεις ή είσαι απλά ιδέα.)
Τι να κάνει ο Μήτσος; Αν μου κατσικωθεί κάτι στο κεφάλι, θα σου γίνω τσιμπούρι μέχρι να γίνει το δικό μου. Παιδιόθεν.
Δίνουμε ραντεβού εις περατζάδα της Αττικής και ο Μήτσος είναι Θεός, ήλιος καλοκαιρινός, να τον βλέπεις και να λες "και IQ καρότου να έχει, δεν πειράζει, είχε κέφια ο Θεός όταν τον έπλασε"
Ήταν η ταχύτερη χυλόπιτα της ζωής μου, τύπου
- Γειά σου. Δεν παίζει να σου κάτσω με την καμία.
και εγώ από την άλλη
- Οκ! Έχω λυσσάξει για καφέ. Πάμε να κάτσουμε που ξεποδιαριάστηκα να 'ρθω και να πούμε και καμιά κουβέντα από κοντά σαν άνθρωποιι.
Δεν έχω ξεπεράσει χυλόπιτα πιο γρήγορα από πιπίνοθεό, τύπου... οκ θα έκλαιγα τώρα στο σκαλάκι, αλλά έχουμε 2 ώρες να κάτσουμε σαν άνθρωποι, δεν προλαβαίνω να κλάψω τώρα. ΠΑΜΕ!
Παρένθεση. Στην εδώ τραχανοπλαγιά παίρνεις τηλέφωνο και λες.
- Τι λες; Να βρεθούμε σε μία ώρα; Αν όχι, τι ώρα βολεύει να βρεθούμε ΣΗΜΕΡΑ;
Στην Αττική με τις μουρλοζωές ολονών και τις αποστάσεις είναι του στυλ
- Στις τόσο του μηνός έχω ένα κενό για 2 ώρες, πετάγεσαι τότε στο Σύνταγμα/Μοναστηράκι κτλ να βρεθούμε γιατί το επόμενο κενό μου είναι σε 3 τέρμηνα;
Εξ' ου και η μενταλιτέ, δεν προλαβαίνω να κλάψω τώρα γιατί θα βρεθούμε ξανά στην επόμενη Ολυμπιάδα.
Έκτοτε με το καλημέρα, του την έπεφτα, έτρωγα χυλόπιτα και συνεχίζαμε τις παράλογες συζητήσεις περί τέχνης, ιστορίας, φιλοσοφίας και λοιπες κουλαμάρες που αγαπώ.
Μία μέρα ανοίγω τα μηνύματά μου και ενώ κατά κανόνα εγώ τον σπαμάριζα ανελέητα κάθε που θυμόμουν, έχει στείλει αυτός. Και είναι μία πρόταση μόνο.
- Τα μαζεύεις τώρα να φύγουμε για Αμερική;
Και βρίσκομαι σαν να 'χεις χάσει καμιά βδομάδα επεισόδια στην Λάμψη, Ανοίγεις να δεις λάμψη και βλέπεις τον Γιάγκο Δράκο να τσακώνεται με την Βίρνα γιατί έπιασε γκόμενο Alien και είμαι ΤΙ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑ ΕΧΑΣΑ ΠΑΛΙ; ΠΟΥ ΒΟΣΚΑΓΑ ΠΆΛΙ Η ΜΑΛΑΚΩ;
Και λέω κάτι έχει γίνει. Να μου προτείνει ο Θεός, ο Ήλιος ο Καλοκαιρινός να κλεφτούμε μαζί στο ηλιοβασίλεμα θα του 'χει πέσει ο ουρανός κεραμίδα στο δόξα πατρί.
Στέλνω μήνυμα με μισόκλειστα τα μάτια γιατί ακόμα δεν έχω πιει τον δεύτερο καφέ να ανοίξουν και τον ρωτάω
- Τι έγινε παιδί μου;
- Θα φύγω. Και από όσους ξέρω, αν θα διάλεγα έναν να πάρω μαζί μου, να ξεκινήσω από το απόλυτο μηδέν την ζωή μου, είσαι εσύ. Με σένα στο πλευρό μου, μπορώ να ρισκάρω τα πάντα.
- Ρε παιδί, ξέρεις έναν σκασμό κόσμο. Μαζί μιλάμε. Και σ' αγαπάνε και σε εκτιμούν για το μυαλό ξουράφι που έχεις, χώρια τα ταλέντα και τα πτυχία σου. Τι να με κάνεις εμένα την μουρλή;
- Ας το παίζεις μουρλή. Τίποτε δεν χρειάζεσαι. Και με μία βαλίτσα μόνο να ρθεις μαζί μου. Θα την βρεις την άκρη. Δεν χρειάζεσαι τίποτα. Είτε θα το ανακαλύψεις, είτε θα το φτιάξεις ό,τι σου χρειάζεται. Αυτόν τον άνθρωπο θα ήθελα δίπλα μου στην Αμερική.
Τα διαβάζω και είμαι να αρχίζω να δαγκώνω το vintage γραφείο μου, που είναι μασιφ ξύλο και δεν θα μου 'μενε δόντι όρθιο και δεν βγαίνω τώρα για μασέλες και αρκετά έχω μπριζώσει και τον οδοντίατρο, άντε να του εξηγήσεις μετά πώς δεν αφήνω δόντι όρθιο. λέγονται τέτοια πράγματα;
Και από την άλλη χαίρομαι που ο Μήτσος ο Θεός δεν βλέπει την φάτσα μου, που παθαίνει πολλαπλά εγκεφαλικά, μικρή σιελόροια και συνοδό ημιπληγία καθώς μου 'χουν φύγει πληκτρολόγιο και ποντίκι ενώ η στάχτη του τσιγάρου λερώνει τα πάντα.
Και καταλαβαίνω ότι ο Μήτσος ο Θεός το εννοεί στα σοβαρά και ακολουθεί το γνωστό σε μένα μοτίβο, όπου κάθε x χρόνια, εμφανίζεται από το πουθενά ένας απίθανος τύπος και μου λέει και το εννοεί "παράτα τα όλα. τώρα. θα φύγουμε μαζί εκεί."
Και εμένα καίγεται ο κώλος μου να πάω "εκεί". Δεν υπάρχει "εκεί" που να έχω θελήσει να πάω, και να μην έχει σκάσει κάποιος απίθανος να μου πει "εδώ είμαι. πάμε. μαζί" Και πάντοτε υπάρχει κάτι, που με κρατά και είμαι να πέσω στο σκαλί και να κλαίω (με ένα σκαλί πρέπει να κυκλοφορώ στην τσάντα, πού να τρέχω να ψάχνω ξένα;)
Και τις προσκλήσεις για τα χλιδάτα σαλέ είχα, και τα πριβέ ντινε με τις προσωπικότητες που κανονικά συναντάς μόνο μπροστά από μία οθόνη και γενικά όποιον ήθελα να συναντήσω, κάπου τον πέτυχα και άνοιξε την πόρτα του και όσες πόρτες μπορούσε να ανοίξει και μου 'πε "έλα, κερνάω εγώ ζαβό, μην μασάς. εσύ απλά έλα."
Οπότε τις περισσότερες φορές που ακούω μία λυπητερή ιστορία για κάτι που δεν έζησε κάποιος και το 'χει καημό, κατεβάζω μούρη και αυτιά και μουγκανίζω.. μμμ... ναι.. μμμ... και βγάζω το σκασμό. Κάπως έτσι βρεθήκαμε σε κουβέντα με τον κολλητό και όπως ήμουν φτώμα, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και με την άνεση που σου παρέχει μία τόσο στενή σχέση, που η κούραση έχει αχρηστεύσει όλα τα αυτόματα φίλτρα, γυρίζω και του λέω πάνω στην κουβέντα
- Αυτό μου θυμίζει τότε που είχα δειπνήσει με τον καρδινάλιο της Ελλάδας. Μαλακίες είναι αυτό. Η πραγματική ιστορία είναι αυτή.
Και του 'χει πέσει το σαγόνι στο πάτωμα και μου βάζει φωνή
- ΚΑΛΑ ΜΩΡΗ ΜΕΧΡΙ ΜΕ ΚΑΡΔΙΝΑΛΙΟ ΕΧΕΙΣ ΔΕΙΠΝΗΣΕΙ ΚΑΙ ΜΕΝΑ ΔΕΝ ΜΟΥ ΤΟ 'ΧΕΙΣ ΠΕΙ;
εγώ μισοκοιμάμαι και είμαι ζεν
- Ναι μωρέ, έγινε πριν τόσα χρόνια, τότε που εξαφανιζόμουν και δεν είχες ιδέα τι κάνω.. ε με είχαν πάρει σηκωτή να πάμε να γευματίσουμε κάτι γνωστοί μου για να ξελασκάρει ο άνθρωπος γιατί του είχαν κάνει τσουρέκια οι δημοσιογράφοι για συνέντευξη και δεν ήθελε. Ήταν τότε που συνέβαινε αυτό και αυτό. Ε, δεν το θεώρησα και τίποτα σημαντικό.
Στην ουσία, το θεωρούσα παντελώς άκαιρο. Είχαμε την φοιτητική βλακεία εκείνη την εποχή. Τι να έλεγα; Ξέρεις τώρα που πίνουμε καφέ, εγώ έδωσα διαγώνισμα στο πώς χειρίζονται τα κουταλοπίρουνα, πέρασα και ταυτόχρονα συζητούσα τις δογματικές διαφορές μεταξύ καθολικής και ορθόδοξης εκκλησίας, σε συνδυασμό με το ρευστό πολιτικό σύστημα και την ανάγκη ή μη ενοποίησης των εκκλησιών στο πνεύμα της παγκοσμιοποίησης;
Μου πήρε καιρό να συνειδητοποιήσω ότι ο καρδινάλιος όντως τότε δεν είχε δώσει ούτε μία συνέντευξη, παρ' ότι ήταν ο καρδινάλιος της Ελλάδας, που είχε υποδεχτεί τον πάπα στην Ελλάδα στο πρώτο συλλείτουργο ορθοδόξων και καθολικών και τον πέτυχα ακριβώς σε εκείνη την χρονική στιγμή. Χάρη στις γνωριμίες μου προφανώς και όχι το βιογραφικό μου, είχα βρεθεί στο τραπέζι του, με πλήρη άγνοια αλλά γερά διαβασμένη στην ιστορία, να κάνουμε την ανασκόπηση από το σχίσμα μέχρι εκείνη την στιγμή της διπλωματίας και της λήψης αποφάσεων.
Πες μου να είμαι στην ώρα μου σε κάποιο ραντεβού. Δεν θα είμαι. Σ' αγαπώ. Σε εκτιμώ. Αλλά θα καθυστερήσω. Πάντα. Νόμος. Οι 5-10 άνθρωποι που με ξέρουν, έρχονται και με βουτάνε και με παίρνουν σηκωτή και μου λένε, τώρα πρέπει να είσαι εκεί. Μαζεψτα και έλα να κάνεις παιχνίδι. Δίχως εισαγωγές, προειδοποιήσεις για ανασκόπηση βιβλιογραφίας κτλ
Και κάπως έτσι έχω ζήσει την νεώτερη ιστορία από τα παρασκήνια, ανάμεσα σε δείπνα, καφέδες και ντουμάνια από καπνό. Και προφανώς έχω πάψει εδώ και χρόνια να βλέπω ειδήσεις.
Κάποια στιγμή βρίσκομαι για καφέ στα δήθεν καφέ της Αττικής και συζητώ για κάτι πολύ συγκεκριμένο. Δεν ξέρουν ακριβώς την αντίληψή μου και πάνε να με δουλέψουν και τους κόβω την συζήτηση και τους λέω.. αν αυτό ήταν σοβαρό και επαγγελματικό δεν θα τις συζητούσαμε αυτές τις πίπες τώρα. Βασίζεστε στην τζαμπατζαρία και παίρνετε το ανάλογο αποτέλεσμα αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ποιοτικό ή ότι μπορεί να σταθεί. Κανένας επαγγελματίας δεν θα το κανε.
Η συνομιλήτρια μου έχει κατεβάσει τα αυτιά. Δεν την έχω ξανασυναντήσει και έχουσα μνήμη χρυσόψαρου στα ονόματα δεν μου λέει τίποτα το όνομά της κατά τις προηγηθείσες συστάσεις.
- Έχει δίκιο, γυρίζει και λέει στον έτερο της παρέας. Λόγω έλλειψης χρημάτων το κάνουμε έτσι. Προφανώς και στην δουλειά δεν θα το επέτρεπα ποτέ ως αρχισυντάκτρια των ειδήσεων του Mega.
Και παραλίγο να μου βγει ο καφές από τα αυτιά, που έχω στο μισό μέτρο την αρχισυντάκτρια και θέλω να την πλακώσω στις ερωτήσεις γιατί με τις περικοπές, αρχίζει και βγαίνει ολοένα και πιο ξεκάθαρα η προχειρότητα αλλά είμαι να συζητήσω άσχετο θέμα, οπότε ρωτάω πλαγίως για το πώς βγαίνουν οι ειδήσεις στο "μεγαλύτερο ειδησεογραφικό κανάλι" και είναι να πιάσω το τασάκι και να το δαγκώνω μέχρι να μην μείνει δόντι όρθιο.
Και έτσι κάνοντας slalom στο εδώ L.A. (Lekanopedio Attikis) ξέρω ότι η κατάσταση είναι: φωτιά και τσουνάμι, δεν θα βγούμε από τα μνημόνια ποτές γιατί σε καφέδες, έχω συναντήσει τους πάντες και ας βγαίνω πιο σπάνια και από λυκάνθρωπο.
Μία κουτσουλιά τόπος είμαστε. Στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο εύκολο να συναντήσεις όποιον έχεις ή δεν έχεις στο μυαλό σου. Καρατσεκαρισμένο.
Και ξαναγυρίζω πίσω.. όπου είναι ο Μήτσος ο Απολλώνιος, που προσκυνώ τα πλακάκια όπου πατεί και μου λέει
- Πάμε να φύγουμε. Αμερική. Εκεί θα την βρούμε την άκρη, να ξεφύγουμε από αυτήν την λαίλαπα, πριν μας καταπιεί και πάθουμε λοβοτομή.
Και έρχομαι και σε ρωτάω Σούλα μου. Εσύ τι θα έλεγες, αν σου λεγε κάποιος που σαν τον Κωστάλα του βάζεις άριστα σε όλα, πάμε να φύγουμε; Ε; Μισό να αλλάξω βρακί μην μας βρει τίποτε στον δρόμο και έρχομαι όπως είμαι, πριν αλλάξεις γνώμη! και θα ξαμολιόσουν με το διαβατήριο στο στόμα.
Ε... εγώ δεν έφυγα.
Πάω να μουτζωθώ και επιστρέφω...
Επέστρεψα
Ο Μήτσος ο Απολλώνιος προφανώς και έφυγε. Εμ., τι; Εμένα θα περίμενε; Και κάθε που τον πιάνει η νοσταλγία και μου στέλνει γραφή στα ιντερνετς...
- Ιωάννα τι λες; Να γυρίσω;
απαντώ
- Κρατώ παντόφλα. Πρόσεχε γιατί θα σε περιμένω στο αεροδρόμιο και θα σε κοπανάω μέχρι να ξαναμπεις στο αεροπλάνο να την κάνεις πάλι για έξω. Δεν είναι τούτος ο τεκές για το μυαλό σου. Να παλουκωθείς εκεί που είσαι.
Ο Μήτσος ο Απολλώνιος λοιπόν είναι από τους ευφυέστερους ανθρώπους που έχω συναντήσει. Και με πολύμπριζο να έμοιαζε, πάλι θα του την έπεφτα και πάλι θα έτρωγα χυλόπιτα βεβαίως-βεβαίως. Και όπως όλες οι ευφυΐες εμφανίζεται και εξαφανίζεται όποτε του καπνίσει. Εκεί που έχουμε χαθεί λοιπόν, βλέπω μήνυμα στα παντελώς ξεκούδουνα.
- Το 'χεις πάρει λάθος, μου λέει.
- Ποιο από όλα; τον ρωτάω με ειλικρινή απορία.
- Δεν είσαι ο τάδε χαρακτήρας, που λύσσαξες να ποστάρεις στον τοίχο σου. Βαρέθηκα να σε βλέπω να εστιάζεις λάθος.
- Και ποιος είμαι;
- Ο τρελοκάπελας.
Εκεί τον αγάπησα λίγο παραπάνω, αν και του πήρε κάτι παραπάνω σε χρόνο, από ό,τι σε επαγγελματία φωτογράφο όταν έβλεπε φωτογραφίες μου να βγάλει σε λίγα λεπτά το συμπέρασμα "δεν βάζεις ποτέ στο κέντρο ό,τι σε ενδιαφέρει ε; Σε όλες το βάζεις κομματάκι παρα κει, εκτός κέντρου και για άσχετη, από ένστικτο έχεις την αίσθηση της ισορροπίας στο σύνολο"
Ο κάθε Μήτσος και η κάθε Σούλα είναι σκοπίμως ο Μήτσος και η Σούλα γιατί σημασία έχει σε κάθε ιστορία, τι έχει γίνει αλλά όχι τα πρόσωπα. Κάθε Μήτσος και κάθε Σούλα όμως κουβαλάνε μία μοναδική ιστορία, πολύ μεγαλύτερη από τα καρέ που κόβω και ράβω κατά περίπτωση για το yolo. Και κανένας Μήτσος και καμία Σούλα δεν θέλουν να πω τα αληθινά τους ονόματα. Μέχρι πρότινος ποσώς με ενδιέφερε γιατί εγώ έκανα χάζι τον Μήτσο και την Σούλα και τις σφαλιάρες που παίζαμε, άσχετα τι έχουν συμβάλει ο καθένας ξεχωριστά στο να κάνουν αυτόν τον τεκέ κομματάκι καλύτερο.
Και εκεί που μέσα στην προσωπική μου βλακεία, συνέχιζα στον γνωστό μου ρυθμό, "έφτιαξα καφέ, πες μου το ιατρικό σου ιστορικό, πες μου και τι γίνεται στον κόσμο να μαθαίνω και εγώ ο σπηλιάνθρωπος", μου σκάει ένας απίστευτος τύπος από το πουθενά. (Ναι, έχω αυτό το χάρισμα, δώρο-ευχή κάποιου που έπιασε γιατί ήταν ο ουρανός ανοιχτός κατά πώς λέμε στην δώθε Τραχανοπλαγιά)
Και με το που ψυλλιάζομαι ότι έχει ζήσει αυτά που εγώ διαβάζω στον γούγλη και έχω από πρώτο χέρι τι πραγματικά έγινε και πώς και του έχω κατσικωθεί στον ζβέρκο σαν την βδέλλα με χαρά τρελή γιατί ο άνθρωπος είναι παντελώς άσχετος από Ελλάδα, οπότε φεύγουν από το τραπέζι με την μία όλα όσα αφορούν την τωρινή Ελλάδα με πιάνει εξαπίνης.
- Εσύ θα μου πεις, όχι εγώ.
Και ενώ όλα μου τα κόμπλεξ κατωτερότητας προελαύνουν με σημαίες και ταμπούρλα, συνειδητοποιώ ότι ο άνθρωπος μιλάει σοβαρά και περιμένει να ακούσει τι έχω να πω.
Δώσε θάρρος στο χωριάτη. Αυτό.
Και αρχίζω τις γνωστές μου συζητήσεις περί τέχνης κτλ και με ρωτάει κάποια στιγμή.. πού τα ξέρεις αυτά; και θέλω να του πω.. από εδώ ο Μήτσος, από εκεί η Σούλα, παίζουμε σφαλιάρες αλλά ζω τον απόλυτο σουρεαλισμό, του να μην έχω πάει εγώ Αμερική αλλά να ξενυχτά μαζί μου η Αμερική για να ακούσει την σημειολογική ανάλυση του μύθου του Κρόνου και τις φιλοσοφικές προεκτάσεις του προεκτάσεις ενώ παράλληλα τον περνάω ταχύρυθμο από τον Ερωτόκριτο μέχρι το hardcore scifi.
Και πες ο ένας, πες ο άλλος... βλέπω τον Μήτσο και την Σούλα που παίζουμε σφαλιάρες μέσα από τα μάτια ενός παντελώς άσχετου, που θέλει να μάθει και άλλα και εγώ με τον γνωστό μου ζαμανφουτισμό τα 'χω σκορπίζει σε κούτες στην αποθήκη, από εδώ και από εκεί, να σκονίζονται, αφημένα στην υγρασία γιατί μονίμως κάτι κοιτάω μπροστά και δεν έχω κάτσει ποτέ να κοιτάξω πίσω. Και πάω να δω στην αποθήκη και αρχίζω να μετακινώ μοκέτες, κούτες μέχρι να βρω τις δικές μου κούτες και αλληθωρίζω και λεω.. και αυτό το 'χω; και αυτό; τα 'χα ξεχάσει!
Αν δεν έχεις συναντήσει ποτέ άνθιρωπο να λέει... ο Μήτσος ο Πεταλούδας, που παίζαμε σφαλιάρες τις προάλλες και μου χύθηκε ο καφές και έγινα ρόμπα και πολύ γελάσαμε, που ακόμα δεν έχω μάθει να μην λερώνομαι σαν το πιτσιρίκι και εγώ του την είπα του Μήτσου για την γκόμενά του και ο Μήτσος ο Πεταλούδας, να σηκώνεται από τον καφέ και να φεύγει γιατί έχει κάτι συγκλονιστικό να κάνει αλλά εγώ είμαι της μενταλιτέ.. δεν βαριέσαι μωρέ, δουλίτσα να υπάρχει, μεροκάματο να βγαίνει.
Και η βασική μου εμπλοκή για χρόνια ήταν η ομερτά μεταξύ μας. Εγώ δεν λέω τι κάνει και ποιος είναι ο Μήτσος και η Σούλα αντίστοιχα και ο Μήτσος και η Σούλα μου τα λένε χαρτί και καλαμάρι. Κανόνας απαράβατος. Για αντάλλαγμα για χρόνια τσιμπάω ό,τι μου κάνει κέφι. Έργα πρωτότυπα ή αντίγραφα. Νέες συναντήσεις. Ό,τι μου κάνει κέφι.  

Ο Μήτσος και η Σούλα.Where stories live. Discover now