^^24^^

140 16 4
                                        

Ο Φοίβος ξεκλείδωσε την πόρτα του τροχόσπιτού του και μπήκαμε μέσα. "Σαν στο σπίτι σου" είπε και με έπιασε απαλά από τη μέση.

Τον φιλησα στα χείλη. Μου ανταπέδωσε το φιλί παθιασμένα.

"Έτσι μονο να χαμογελας. Και στο υπόσχομαι οτι θα βάλω τα δυνατά μου να αλλάξω για σένα."

"Μαζί θα το κάνουμε αυτό" του απαντησα. 

Με πήρε αγκαλιά και μαζί, ξαπλωσαμε στον καναπέ κρεβάτι του.

Μιλούσαμε για ωρα ώσπου με ρώτησε: "Τι θα κανεις με την μαμά σου;"

"Θα τσακωθω." είπα και εσφιξα τις γροθιές μου στην θύμηση της μητερας μου. Αυτό που μου είχε κανει ηταν απαράδεκτο.

Χασμουρηθηκα. Με φίλησε στο μέτωπο. "Πέσε για ύπνο αμέσως πριγκιπισσα. Σε διαταζω." πρόσταξε με δήθεν αυστηρό τόνο.

"Μπααα" παραπονέθηκα εγώ.

"Δεν έχει αρνήσεις. Οτι πω εγώ θα γίνει." είπε και με έσφιξε επανω του.

"Αλλιως;" Ρώτησα σηκώνοντας το δεξί μου φρύδι.

"Θα τιμωρηθεις σκληρά." είπε και με γαργαλησε.

{..}

Το άλλο πρωι ξυπνησα σκεπασμένη απο ενα ελαφρύ πάπλωμα.

Σηκωσα το κεφάλι μου και είδα τον Φοίβο να λέει απο το κουζινάκι: "Επ, για δείτε ποια ξύπνησε!!" και έπειτα ήρθε κοντά μου για να μου δώσει ενα φιλί.

Έφερε καφέ σε δυο κούπες και τον ηπιαμε χαλαρά ακουμπισμένοι στον καναπέ.

Λίγο αργότερα, σηκώθηκα επάνω και ρωτησα τον Φοίβο επίσημα: "Θέλεις να μείνουμε μαζί;"

Εκείνος σηκώθηκε και κανοντας μια υπόκλιση απάντησε: "Τιμή μου." είπε και μου φίλησε. "Αλήθεια το λες;"

"Ναι!" απάντησα και τον κοίταξα στα ματια. "Θα πάω να μιλήσω στη μητέρα μου και να πάρω τα πράγματα μου μεθαύριο." είπα και τον αγκάλιασα.

"Πωπω, θα είναι τέλεια!" είπε ο Φοίβος και με κράτησε στην αγκαλιά του.

"Πάω να πάρω πραγματα για να μαγειρεψω το μεσημερι." είπα και βγήκα απο το τροχόσπιτο αμεριμνη.

Φοίβος POV

Ναι, μονο που δεν χτυπιόμουν απο την χαρά μου. Μόλις μου έκανε πρόταση να μείνουμε μαζί; Κούνησα το χοντροκεφαλο μου να συνειδητοποιήσω τι είχε συμβεί.

Είναι η πιο υπεροχή κοπελα που έχω γνωρίσει. Κάποιος χτύπησε την πόρτα και με έβγαλε απο τις σκέψεις μου. Μετακινήθηκα νωχελικα προς την πόρτα και έπιασαν βαριεστημενα το χερούλι.

Μια δυνατή γροθιά έσκασε στο πρόσωπο μου πριν προλαβω να αντιδράσω.

Ενστικτωδώς χτύπησα κι εγώ τον αντίπαλο και πιάνοντας τον απο τον λαιμό τον ακινητοποίησα.

Κοίταξα για να δω ποιος είναι. Έπρεπε να το φανταστώ. Ο φλώρος ο Γιώργος.

Με κλοτσησε και συνεχίσαμε την πάλη. Μου κατάφερε μερικά δυνατά χτυπήματα αλλά εγώ τον εριξα στο πάτωμα.

Πάτησα με το ποδι μου την κοιλιά του. "Τι θέλεις;" γρυλισα.

"Να την αφήσεις." είπε εκείνος με κομμένη την ανάσα.

Ένιωθα το αίμα απο την μύτη μου να τρέχει ασυστολα. Σταγόνες έπεφταν στην μπλούζα του φλώρου. 

Με μια λαβή, τον σήκωσα πάλι όρθιο. "Χάσου." μούγκρισα.

"Όχι ακόμα" είπε με δυσκολία και μου κουτουλησε το στόμα.

Κρατιομουν να μην τον σκοτώσω. "Φύγε." προειδοποίησα και τον έπιασαν απο τον καρπό του τον οποίο έφερα και πίσω απο την πλάτη του, τραυματίζοντας τον.

Αυτός, σφιγμενος το έβαλε στα πόδια.

Άφησα το σώμα μου να κυλήσει απαλά προς το χώμα ακουμπώντας την πλάτη μου στο τροχόσπιτο.

"Φοίβο!" άκουσα την Αλεξάνδρα να λέει πλησιάζοντας με τρέχοντας.



Ανεβαζω κι άλλο επιτόπου. Έχω πορωθει τώρα. Ελπίζω να σας άρεσε κι εσάς😆 φιλάκια πολλαα

City of AngelsWhere stories live. Discover now