Σπάζοντας το φράγμα του ήχου, ο Γιώργος μέσα σε ενα τέταρτο, εμφανίστηκε στο κατώφλι του δωματίου μου.
Χωρίς να χτυπήσει την πόρτα μπήκε μέσα και με ξάφνιασε παίρνοντας με μια σφιχτή αγκαλιά.
Δεν έλεγε να με αφήσει. "Ξέρεις, μου ελειψες" ψιθύρισε.
"Κι εμένα ρε bro." είπα και τραβήχτηκα από την αγκαλιά του.
"Ο Φοίβος, μετα απο αυτό που έγινε με την μαμά μου, μπλοκαρισε τον αριθμό μου για να μην τον βρω." συνέχισα συντετριμμένη.
"Μμ. Τώρα ειλικρινά δεν ξέρω τι πρεπει να κανουμε." απάντησε εκείνος μουρμουριζοντας σχεδόν.
Σκουπισα κάποια δάκρυα απο τα ματια μου. "Ει, ει, δεν ήρθα για να σε βλέπω να κλαις." είπε ο Γιώργος και με πήρε παλι αγκαλιά.
Τον απεφυγα ξανά. Δεν ένιωθα άνετα. Ένιωθα σαν να προδιδα τον Φοίβο. Έπρεπε να τον βρω. Η μαμά μου φταίει για όλα.. Άκου εκεί, να φύγει ο αλήτης; Σε ποιον νόμιζε οτι μιλάει;
"Εχεις καμιά ιδεα πως να τον εντοπίσουμε;" αναρωτηθηκα σκουπιζοντας τα ματια μου.
"Στο σπιτι παυλα τροχόσπιτό του ισως;" απαντησε εκεινος σφιγμενος.
"Καλη ιδεα." αναφωνησα και το πρόσωπό μου αστραψε.
Γιώργος POV
Φφφ ολο αυτο ηταν λαθος. Τωρα θα περιμένει λογικα απο εμένα να παω να βρω τον ηλιθιο. Τι παω και λεω. Με το που της προτεινα την ιδεα της καλυβας του άχρηστου ολο το πρόσωπό της άστραψε. Παρολα αυτα αγκαλια πηγαινα να την παρω και εκεινη τραβηχτηκε.. Δυο φορες.. Ελεος. Τι του βρισκει του φλωρου; Τωρα με κοιταει με αυτο το υφος το κουταβισιο, σαν να μου λεει, ελα πηγαινε με εκει.
Δεν μπορουσα να ειχα προτείνει κατι αλλο; Σκιζω σημερα.
"Γιωργοο.." ξεκινησε να λεει.
"Τι ειναι;" της απάντησα αφήνοντας εναν αναστεναγμο.
"Θα με πας εκει;" ρωτησε πεταρίζοντας τα βλέφαρά της παιχνιδιαρικα.
"Που εκει;" έκανα εγώ τον χαζό για να κερδίσω χρόνο.
"Στο τροχόσπιτο του Φοιβου." απαντησε ναζιάρικα εκεινη.
"Οχι." αναφώνησα απλα.
"Ελα ρε Γιωργοοο, γιατί;" αναρωτήθηκε εκείνη και με έπιασε από το μπράτσο.
"Γιατί αν το μάθει η μαμά σου θα θυμώσει." απαντησα.
"Ε, θα της πούμε οτι πάμε μια βόλτα. Ελααα, σε παρακαλωω. Φοβάμαι μην παει και κανει καμιά βλακεια.." γκρινιαξε η Αλεξάνδρα.
Έσφιξα τις γροθιές μου και μουρμουρισα για να μην με ακούσει η Αλεξάνδρα. "Καλυτερα, θα με γλυτώσει κι απο τον κόπο της φυλακής."
"Τι είπες;" ρώτησε εκείνη γερνωντας το κεφαλι της προς τα δεξια. Ωω, ήξερε οτι δεν μπορουσα να αντισταθω σε αυτό.
"Τίποτα.. Άντε πάμε λέω." είπα με μισή καρδιά και σηκώθηκα απο το κρεβάτι της.
Εκείνη πετάχτηκε όρθια σαν ελατήριο και με ενα χαμόγελο με πήρε αγκαλιά. "Το ήξερα οτι μπορω να βασιστω επανω σου." μου ψιθύρισε και με έσφιξε. Εγώ της ανταπέδωσα την αγκαλιά και της ειπα: "Παντα."
Αυτό για τώρα!! Ελπίζω να σας άρεσε!! Μέχρι το επόμενο, ψηφιστε και χαρειτε την κάθε στιγμη!❤
YOU ARE READING
City of Angels
Teen FictionΕκείνη: Αλεξάνδρα, 22 χρονών, με αρκετά πλούσια οικογένεια. Εκείνος: Φοίβος, 26 ετών, με βαρύ ποινικό μητρώο εξαιτίας εκατοντάδων μικροκλοπών που εχει διαπράξει, κλέβει για να ζήσει. Όταν συναντηθούν τα μονοπάτια δύο τόσο διαφορετικών ατόμων, τι θα...
