Κεφάλαιο 59

4.9K 472 19
                                    

Η Ιφιγένεια προχώρησε δίπλα στον Κώστα καθώς απομακρυνόταν από τον Νικόλα, με τα χείλη της σφιγμένα, προσπαθώντας να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Αισθανόταν οτι η ζωή της διαλυόταν ενώ εκείνη δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γι αυτό. Τα γεγονότα την είχαν ξεπεράσει και την παρέσερναν πιαεκείνα .

Ο Νικόλας δεν ήθελε να προκαλέσει άλλο το θυμό της Ιφιγένειας. Καταλάβαινε οτι ήταν πολύ φορτισμένη και δεν μπορούσε να σκεφτεί καθαρά γι αυτό έφυγε από το νοσοκομείο και επέστρεψε στο ξενοδοχείο.

Αργότερα με ένα ποτό στο χέρι καθισμένος σε μια πολυθρόνα μπροστά από την μπαλκονόπορτα προσπάθησε να σκεφτεί πως θα έπρεπε να κινήθει ώστε να κάνει την Ιφιγένεια να επιστρέψει κοντά του. Ήταν απολύτως σίγουρος οτι το μωρό της ήταν δικό του. Απαλλαγμένος απο τα δηλητηριώδη σχόλια της Χαράς που τροφοδοτούσαν την ζήλια που του θόλωνε το μυαλό μπόρεσε να δει ψύχραιμα την κατάσταση μεταξύ τους.

Η Ιφιγένεια δεν ήταν από τις γυναίκες που έκαναν εύκολα σχέσεις και ο Μάρκος ήταν καλός της φίλος όσο και αν έκανε προσπάθειες να αλλάξει τον τρόπο που εκείνη τον έβλεπε.

Στην αυτοκριτική που έκανε κατηγόρησε τον εαυτό του. Έπρεπε να την είχε αφήσει να του εξηγήσει και να δεχτεί αυτά που θα του έλεγε αφού ο χαρακτήρας της ήταν ειλικρινής και τίμιος. Δεν έπρεπε να της είχε φερθεί με τον τρόπο που της φέρθηκε και να επιτρέψει στην Χαρά να μπει ανάμεσά τους και να παίξει τα παιχνίδια της. Για όλα έφταιγε ο ίδιος και ο μεγάλος εγωισμός του.


Η Ιφιγένεια στην εκκλησία κάθισε δίπλα στην μητέρα της. Το μυαλό της ήταν θολωμένο και αισθανόταν να ανακατεύεται αλλά αυτή ήταν η μέρα της κηδείας του πατέρα της και η μητέρα της την χρειαζόταν συνεχώς δίπλα της. Δεν είχε άλλα δάκρυα. Τα μάτια της είχαν στεγνώσει.

Η Έλενα στεκόταν όρθια δίπλα της και είχε ακουμπήσει το χέρι στον ώμο της παρηγορητικά ενώ ο Κώστας στεκόταν όρθιος δίπλα στην μητέρα τους που φαινόταν σαν να μην καταλάβαινε τι συνέβαινε.


Όταν όλα τελείωσαν και γύρισαν στο σπίτι, η Ιφιγένεια άφησε την μητέρα της με τον Κώστα και την Έλενα που θα έμενε μαζί τους το βράδυ και έφυγε στο δωμάτιό της. Εκεί έπεσε πάνω στο κρεβάτι της και έκλεισε τα μάτια της. Δεν μπορούσε ακόμη να πιστέψει οτι δεν θα ξανάβλεπε τον πατέρα της. Είχε φύγει για πάντα από κοντά της χωρίς να μπορέσει να του πει τίποτα από αυτά που ήθελε. Το βάρος που αισθανόταν, της φαινόταν ασήκωτο. Έκρυψε το πρόσωπό της μέσα στα χέρια της και έμεινε έτσι για αρκετή ώρα.

ΦΗΜΕΣWhere stories live. Discover now