Κεφάλαιο 30ο

1.1K 190 24
                                    


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30ο

Πέρασαν δυο εβδομάδες και οι πρωινές αδιαθεσίες γινόταν εντονότερες. Έλεγξε το πορτοφόλι της. Της είχαν μείνει είκοσι ευρώ από τα ψώνια της εβδομάδας, τα οποία ήθελε να διαθέσει για δώρο στον Πέτρο. Πόσο όμορφα περνούσε μαζί του, πόσο ελεύθερη αισθανόταν. Κρατούσε την εγκυμοσύνη μυστικό σεβούμενος τις επιθυμίες της. Όσο λιγότερα άτομα εμπλέκονταν σε αυτή την ιστορία τόσο καλύτερα. Η Χλόη είχε λάβει τις αποφάσεις όμως. Κάθε βράδυ ονειρεύονταν φίδια να τη ζώνουν, έτοιμα να χύσουν το δηλητήριο μετά από το ύπουλο τσίμπημα. Την ημέρα ένιωθε πως συνέχεια κάποιος την παρακολουθούσε, πως δε θα ησύχαζε ποτέ. Κάθε λίγο και λιγάκι διέσχιζε το δρόμο κοιτάζοντας πίσω φοβισμένα, οι σκιές χάνονταν ακόμη και στο φως της ημέρας, περίμεναν το σκοτάδι αλλά εκείνη τα βράδια κρυβόταν στο σπίτι ανήμπορη να δραπετεύσει από αυτή τη φυλακή του μυαλού. Τελικά ο Άρης κατάφερε να φυλακίσει και τη ψυχή της, γύρω της υπήρχαν μεταλλικές μπάρες και καθρέφτες, κάποιοι έδειχναν τον εαυτό της γονατισμένο κάτω να τον παρακαλά, σε άλλους εκείνη να φεύγει με ψηλά το κεφάλι, λυτρωμένη από το βαρύ φορτίο και σε έναν και μοναδικό να λέει αντίο σε όλα δίχως δάκρυα.

Άρπαξε τη τσάντα καθώς αποφάσισε πως τα μιξοκλάμματα δεν της άρμοζαν. Θα ζούσε το τώρα δίχως ενδοιασμούς. Η βόλτα στα καταστήματα τη χαλάρωσε. Περπατούσε ακούραστα για αρκετές ώρες δίχως να σταματήσει ούτε λεπτό. Ήθελε να αγοράσει δώρα για όλα τα αγαπημένα πρόσωπα. Γύρισε το κεφάλι της για λίγο πίσω, φωνάζοντας δυνατά στον κανέναν...

"Είμαι ελεύθερη, κανείς δεν μπορεί να με φυλακίσει!"

Οι περαστικοί την παρατηρούσαν σχολαστικά, αλλά εκείνη δεν έδωσε σημασία. Συνέχισε χαμογελαστή να απολαμβάνει κάθε στιγμή το ζεστό άγγιγμα των ηλιαχτίδων. Όταν πέρασε η ώρα αποφάσισε να στείλει ένα μήνυμα με τη σειρά της.

"Έχεις μισή ώρα για να με συναντήσεις!" του έγραψε αλλά δεν περίμενε καμιά απάντηση. Γνώριζε πολύ καλά πως θα ερχόταν, η περιέργεια θα τον οδηγούσε σε εκείνην όπως τις άλλες φορές.

Όση ώρα περίμενε, συνομίλησε με τη Ματίνα ώστε να οργανώσουν μια βραδινή έξοδο.

"Τα αφήνω όλα πάνω σου!"

"Τι σε έπιασε ξαφνικά;" τη ρώτησε η φίλη της μπερδεμένη. "Εδώ κάνουμε αμήν για να βγεις από το σπίτι και τώρα θέλεις να ξεσαλώσεις!"

"Ποτέ δεν είναι αργά!" της επισήμανε η Χλόη με σιγουριά.

"Και ποιον..."

Ποτέ... Ίσως... ΜπορείWhere stories live. Discover now