Κεφάλαιο 19ο

1K 193 28
                                    


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 19ο

Το ίδιο πρωινό η Ασημίνα κατάφερε να βγάλει μια άκρη με το σπίτι της Χλόης. Πίεσε τους σωματοφύλακες να της υποδείξουν που κρατούσε τα κλειδιά ο γιος της και σαφώς τους απείλησε πως άνοιγαν το στόμα τους θα βρισκόταν δίχως δουλειά.

"Ορίστε.." του είπε.. "πρέπει να βιαστείς" υπέδειξε κοιτάζοντας νευρικά γύρω της αφού ο γιος δεν είχε φύγει ακόμη για το γραφείο.

"Γιατί το κάνεις αυτό;" τη ρώτησε ο Λάμπρος.

"Διότι θέλω να δοθεί ένα τέλος, εάν υπάρχει κάποιος στη ζωή της Χλόης που μπορεί να την προστατεύσει δεν είναι άλλος από τον πατέρα της"

"Ευχαριστώ..."

"Με ευχαριστείς αργότερα, δεν είναι αργά να διορθώσεις τα πράματα, πρέπει να μάθει ποιος είναι ο πατέρας της."

"Και εάν καταλάβει κάτι;"

"Δεν πρόκειται να καταλάβει, το απόγευμα θα βάλω τα κλειδιά στη θέση τους" τον διόρθωσε η Ασημίνα, η οποία τον παρατηρούσε με αγωνία.

"Βρες μια δικαιολογία. Η κόρη μου κινδυνεύει..." δήλωσε ο Λάμπρος γεμάτος ντροπή.

"Όταν επιστρέψεις, θα έρθεις σε επαφή με ένα παλιό γνωστό μου, είναι ερευνητής και άτομο της εμπιστοσύνης, αυτός θα σε καθοδηγήσει σωστά"

Η συζήτηση ολοκληρώθηκε δίχως παραπάνω ανούσιες κουβέντες.

Ο Άρης καχύποπτος και ιδιαιτέρως ευφυής πρόσεξε το πόσο βιαστικά έφυγε ο Λάμπρος. Η συμπεριφορά του εμφάνιζε νευρικότητα. Προσπάθησε να φορέσει το καλό και ευγενικό προσωπείο.

"Καλημέρα μητέρα.."

"Γιε μου δε ήξερα πως..."

"Είναι η ώρα που πάω στο γραφείο..." της δήλωσε ψύχραιμα... "Και ο Λάμπρος;" Θεώρησε πως ίσως ο Λάμπρος τον οδηγούσε στη Χλόη.

"Τον έστειλα έξω για μια δουλειά..." απάντησε αδιάφορα εκείνη.

Χαμογέλασε απλώς, δίχως να πει κάτι. Έκανε νόημα στο σωματοφύλακα του να τον ακολουθήσει διότι είχε μια σημαντική αποστολή.

"Να τον ακολουθήσεις. Όταν μάθεις που πήγε και με ποιον συναντήθηκε θα περιμένω τηλέφωνο σου!" πρόσταξε με βραχνή φωνή.

Ο σωματοφύλακας κούνησε το κεφάλι απλώς. Θα γινόταν η σκιά του Λάμπρου και θα μετέφερε κάθε κίνηση αναλυτικά.

Ο Λάμπρος έφτασε στο σπίτι. Ξεκλείδωσε την πόρτα γρήγορα και αμέσως κατευθύνθηκε στην κρεβατοκάμαρα. Εκεί έκρυβε η Μαριάννα τα μυστικά της κοντά στο καλοριφέρ, σε ένα άνοιγμα στη γωνία το οποίο το έκρυβε ένα κομμάτι ξύλο. Της είχε υποσχεθεί πως ουδέποτε δε θα έλεγχε, ποτέ δε θα ρωτήσει και ποτέ δε θα ψάξει. Την είχε πετύχει όμως αρκετά βράδια να κλαίει. Ένα τέτοιο βράδυ έσκιζε κάποιες φωτογραφίες και γράμματα που ουδέποτε δεν κατάφερε να στείλει. Στο ίδιο κουτί όμως κράτησα τα σκισμένα γράμματα, δεν άντεχε να τα πετάξει, είχαν τόσο μεγάλη αξία. Στο ίδιο κρατούσε και φωτογραφίες της μικρής Χλόης... η κόρη σου έγραφε σε κάποιες από αυτές. Τον έπιασε τρέμουλο. Το μεταλλικό κουτί γλίστρησε από το κρεββάτι. Δεν είχε χρόνο να επεξεργαστεί κάτι ή να ενώσει τα κομμάτια. Μάζεψε ότι έπεσε στο πάτωμα αλλά ήταν αρκετά νευρικός και απρόσεχτος. Κάποια κομμάτια του ξέφυγαν και αυτό θα άλλαζε τα πάντα στο μετέπειτα παιχνίδι. Μισή ώρα αργότερα συναντιόταν με τον Πέτρο και τη Ματίνα.

Ποτέ... Ίσως... ΜπορείWhere stories live. Discover now