Κεφάλαιο 18ο

1.1K 194 42
                                    


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 18ο

Η Χλόη αναζητούσε ανάμεσα στον λιγοστό κόσμο μια γνώριμη φιγούρα. Κάθε βήμα γινόταν σχεδόν μηχανικά, ενώ ο εγκέφαλος αρνούνταν να δώσει νέες εντολές. Η ψυχή της πάλευε να απεγκλωβιστεί από το σκοτάδι αλλά αυτό τη ρουφούσε προς τα μέσα. Τι της είχε συμβεί; Δεν αισθανόταν κάτι; Ούτε καν μίσος; Γιατί; Της είχε κλέψει αυτός ο άνδρας κάθε ανθρώπινο συναίσθημα όπως κάποτε είχε στεγνώσει πίσω από τα χονδρά κάγκελα της φυλακής, τότε που περίμενε υπομονετικά το σφύριγμα για να βγει και πάλι στον προαύλιο χώρο. Να καθίσει σε μια γωνιά χωρίς να μιλάει σε κανέναν. Το πρώτο πράμα που την ρώτησαν ήταν για ποιο λόγο καταδικάστηκε. Στην αρχή ντρεπόταν, δεν είχε το κουράγιο να πει τη λέξη 'δολοφονία' το ατύχημα αμέσως προβιβάστηκε σε έγκλημα διότι έτσι είχε διατάξει η δικαιοσύνη. Διαπίστωσε όμως πως όσο μεγαλύτερο το έγκλημα τόσο κύρος αποκτούσε. Από κορίτσια της πιάτσας, πρεζάκια, κλέφτες εκείνη κατείχε τον υπέρθετο βαθμό. Και όμως ακόμη και εκεί δίχως να μιλάει σε κανέναν προκαλούσε τη τύχη της.

Ένα βράδυ της επιτεθήκαν, για να δοκιμάσουν τη μαγκιά της, το πόσο δυνατή ήταν. Το σημάδι το διατηρούσε ακόμη και τώρα, της θύμισε την αλλαγή. Από τότε σταμάτησε να κλαίει, να αποζητά συγχώρεση, ακολουθώντας τους νόμους της φυλακής, οι ισχυροί με τους ισχυρούς και οι αδύναμοι με τους αδύναμους. Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι έκαναν τα στραβά μάτια και κάπως έτσι κατάφερε να αποκτήσει πρόσβαση σε έναν άλλον κόσμο. Όλα επιτρέπονταν ξαφνικά εκτός από το ονειρευτεί το καλύτερο αύριο. Είχε ξεχάσει την υπόσχεση στη μητέρα της. Το κενό όμως μέσα της μεγάλωνε. Κάπως έτσι πήρε την απόφαση να εξετάσει τις νέες επιλογές... έτσι ολοκλήρωσε τις σπουδές της και ξαφνικά οι εφιάλτες έδωσαν τη θέση τους στα γλυκά όνειρα για μια διαφορετική ζωή όταν θα εγκατέλειπε τον κόσμο της φυλακής

Τώρα όμως πάλι επέστρεψε στο ίδιο κελί, ανάμεσα σε άλλες γυναίκες με πολλές προσωπικές ιστορίες. Η ίδια πέταξε το κλειδί, η ίδια φυλάκισε τον εαυτό της περιμένοντας έναν πρίγκιπα να τη σώσει. Ο δρόμος την οδήγησε προς μια γέφυρα, από κάτω οι γραμμές του τρένου. Διαπίστωσε πως περπατούσε ξυπόλυτη τόση ώρα αλλά τίποτα δεν την ενοχλούσε. Εάν έδινε ένα τέλος θα ελευθερώνονταν; Χωρούσε άραγε η ψυχή της μέσα από την κλειδαρότρυπα; Γρονθοκόπησε το στήθος δυνατά. Δεν είχε κουράγιο να παραδεχτεί τι της είχε συμβεί μια ώρα πριν. Δειλία; Φόβος; Το τέρας ασέλγησε πάνω της, μια άλλη γυναίκα θα έβρισκε τα ψυχικά αποθέματα να τον καταγγείλει και αυτή περίμενε το τρένο να περάσει πάνω σε μια γέφυρα. Δεν είχε εισιτήριο για τον παράδεισο όμως, δεν υπήρχαν κενές θέσεις άρα τι περίμενε;

Ποτέ... Ίσως... ΜπορείTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang