Κεφάλαιο 4 - μέρος 7ο

1.2K 207 5
                                    

©2015. All Rights Reserved

Η τελευταία πράξη του δράματος παίχτηκε στο νεκροταφείο.... λιγοστοί ήταν οι άνθρωποι που την ακολούθησαν στην τελευταία κατοικία της... είχε ελάχιστους συγγενείς, οι οποίοι της είχαν γυρίσει την πλάτη... Η Χλόη δεν σκέφτηκαν καν να τους πάρει τηλέφωνο... τα κροκοδείλια δάκρυα θα έπρεπε να τα κρατήσουν για κάποιον άλλον... δεν τους είχε ανάγκη... τα ελάχιστα άτομα που ήρθαν από τη γειτονιά συμπαθούσαν κάπως τη μάνα της αλλά όλοι υπόλοιποι κάπως λυτρώθηκαν σαν να αποτελούσε ένα μεγάλο λεκέ στην καλαίσθητη γειτονιά... με τους οικογενειάρχες... με τις όμορφες και σπουδαγμένες κοπέλες... τα εργατικά παλικάρια και όλα τα στερεότυπα να καθορίζουν συμπεριφορές και εντυπώσεις με την πρώτη ματιά. Για τη μικρή Χλόη η άλλοτε φιλόξενη γειτονιά μετατράπηκε σε μια νέα φυλακή... το ένιωθε από τον τρόπο που την κοίταζαν... για το γεγονός πως δε φόρεσε μαύρα... για το γεγονός πως δεν είχε ρίξει ένα ψεύτικο δάκρυ. Πάντα θα αποτελούσε το μαύρο πρόβατο και σίγουρα δεν ήταν ευπρόσδεκτη...

Η μητέρα της τακτοποιήθηκε στο νέο της σπίτι... όλοι πέταξαν λίγο χώμα και μερικά λουλούδια για ένα τελευταίο καλό ταξίδι... Όλοι πήραν το δρόμο της επιστροφής... έμειναν μόνοι η Χλόη και ο Λάμπρος μαζί με τον παπά... Ο Λάμπρος ήθελε να πει τόσα πολλά στη Μαριάννα του... ήθελε να πει τόσα που επιμελώς απέφευγε να αναφέρει, πιστεύοντας πως είχαν μια ολόκληρη ζωή μαζί... τα λόγια δεν ήταν ποιητικά... άλλα έβγαιναν από έναν άνδρα που φοβόταν το αύριο... που είχε χάσει το στήριγμα του...

"Μαριάννα μου... γλυκιά μου Μαριάννα... με άφησες μόνο... μαζί σου ένιωθα σιγουριά... το μέλλον φάνταζε αισιόδοξο πάντα αλλά τώρα τώρα.... μου έφυγες... σαν να ήθελες να με τιμωρήσεις για κάτι... θα κρατήσω τις υποσχέσεις που σου έδωσα... θα προσέχω το μωρό σου από εδώ και πέρα..." Ο Λάμπρος δεν ήταν σε θέση να συνεχίσει... δεν ήταν σε θέση να προσθέσει άλλες υπερβολές... ο έρωτας του είχε χαθεί... Απομακρύνθηκε... ήθελε να κλάψει μοναχός... κάθε δάκρυ του θύμιζε ευχάριστες στιγμές μια άγνωστης οικογένειας... η οποία πολύ γρήγορα έγινε η οικογένεια του....

Η Χλόη έριξε μια φωτογραφία της μέσα... μια φωτογραφία εκείνης και της Μαριάννας... μια από τις ελάχιστες φωτογραφίες που είχαν μαζί ως πραγματική κόρη και μάνα. Ψέλλισε όσο πιο χαμηλά γίνονταν.... "Μαμά όταν θα νιώθεις μοναξιά εκεί πάνω να κρατάς τη φωτογραφία μας αγκαλιά... έτσι δε θα σου λείπω.... θα με προσέχεις... το ξέρω... δε με ξεχάσεις... και στον ύπνο μου να έρχεσαι να με συμβουλεύεις.... ακόμη και να με μαλώνεις.... δε θα σου κακιώσω..." Ήθελε να της πει και άλλα πριν σκεπαστεί με χώμα εντελώς... αλλά αμέσως συνειδητοποίησε πως δε θα λάμβανε ποτέ απαντήσεις.... Η Χλόη πνιγόταν... ήθελε να τρέξει μακριά... μακριά από αυτή την παρωδία... χρειάζονταν λίγο χρόνο μόνη της... χρειάζονταν λίγο χρόνο παρέα μόνο με τη μοναξιά της και το αβέβαιο μέλλον... "Αντίο μαμά..." είπε ξεψυχισμένα... και αμέσως άρχισε να τρέχει... να τρέχει μακριά από ένα θλιβερό παρών προς ένα τρομαχτικό μέλλον... Πιο πέρα στέκονταν οι φίλοι της... η Ματίνα με τον Πέτρο... είχαν ανταλλάξει ελάχιστες κουβέντες... τι να της έλεγαν άλλωστε... τίποτα δεν μπορούσε να απαλύνει το πόνο της... Αμέσως ο Πέτρος προσπάθησε να τη συγκρατήσει ενώ πέρασε από διπλά τους... η αδερφή του έκανε νόημα να σταματήσει... η Χλόη ήταν ένα ελεύθερο πουλί... ένα πουλί που καμιά φυλακή του κόσμου δεν θα την δέσμευε ποτέ.... με εξαίρεση αυτή του έρωτα...

Ποτέ... Ίσως... ΜπορείOù les histoires vivent. Découvrez maintenant