Κεφάλαιο 7ο

1.2K 191 34
                                    

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7ο

Η Χλόη προσπάθησε να μαζέψει τον Λάμπρο από τη Λέσχη. Δεν χρειαζόταν να ρωτήσει κάποιον ώστε να τον ανακαλύψει.

Δυο φουσκωτοί της απέτρεψαν την είσοδο. Η καφετέρια λειτουργούσε όλες τις ώρες ως ένα αθώο καφέ αλλά στην πίσω μεριά κοντά στις τουαλέτες υπήρχε μια πόρτα που οδηγούσε στον πίσω χώρο της αυλής. Οι γεροδεμένοι άνδρες έλεγχαν τους πάντες και κανόνιζαν τους ανυπάκοους και νευρικούς πελάτες.

"Που πας εσύ;" τη ρώτησαν

"Να βρω τον πατριό μου" απάντησε δίχως να φοβάται. Έδωσε το όνομα και το επίθετο αμέσως.

"Χρωστάει πολλά!" τόνισε ο ένας από αυτούς.

"Και εάν δεν τον μαζέψω θα χρωστάει ακόμη περισσότερα!"

Δεν την εμπόδισαν προχώρησε σε ένα διάδρομο και αμέσως έφτασε στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο με την ειδική μόνωση. Ζάρια, ρουλέτες, και τραπέζια με χαρτιά. Μύριζε αλκοόλ και μούχλα μαζί. Για λίγο αναγούλιασε αλλά συνέχισε να ψάχνει τον πατριό της.

Ο Λάμπρος σχεδόν μεθυσμένος πάλευε να κρατήσει τα φύλλα στα χέρια του. Έπαιζαν πόκερ με χονδρά φράγκα. Του είχαν μείνει ελάχιστα αλλά έκανε την ύστατη προσπάθεια να ρεφάρει. Φώναξε το όνομα του και αυτός τότε ταράχτηκε.

"Τι θες εδώ πέρα Χλόη;" τη ρώτησε κατακόκκινος από ντροπή.

"Μου υποσχέθηκες!" του φώναξε με παράπονο.

"Φύγε! Ξέρω τι κάνω!"

"Όχι δε ξέρεις... τα έχασες όλα, χρωστάς και εμείς αύριο πρέπει να φύγουμε από το σπίτι.."

"Παράτε με.." προσπάθησε να σηκωθεί αλλά παραπάτησε.

Η Χλόη τον κράτησε από τον αγκώνα. Ήταν από λίγες φορές που τον φώναξε πατέρα. "Πατέρα πάμε και θα δούμε τι θα γίνει!"

Ο Λάμπρος όμως δεν έλεγχε τον εαυτό του. Ο κλασσικός τζογαδόρος που είχε μαυρίσει τη ψυχή του. Την έσπρωξε αλλά η Χλόη δεν υποχώρησε. Με δάκρυα στα μάτια προσπάθησε να τον συνετίσει άλλη μια φορά. Τότε αυτός τη χαστούκισε δυνατά ανοίγοντας μια πληγή στο άνω χείλος. Κάποιο στο τραπέζι μουρμούριζαν θυμωμένα. Οι μπράβοι κράτησαν το Λάμπρο ώστε να τον πετάξουν έξω βρίζοντας τον.

Η Χλόη τον εμπόδισε. "Αφήστε τον!" πάλευε μαζί τους ώστε να μην τον ακουμπήσουν.

Αυτοί υποχώρησαν. Ο πατριός κρατιόνταν από τα χέρια της Χλόης. Την ακολούθησε σιωπηλός καθώς η ντροπή έπαιρνε τη θέση της οργής.

Ποτέ... Ίσως... ΜπορείWhere stories live. Discover now