Κεφάλαιο 46

59 11 2
                                    

~Ρεβέκκα~

(16 χρονών)

-Ώστε εσύ και ο Τάιλερ μένετε μαζί; Ρωτάει η Μαρκέλλα τον Ντρου έτσι όπως έχει κουρνιάσει στην αγκαλιά του. 

-Δυστυχώς, απαντάει ο Ντρου εισπράττοντας ένα μαξιλάρι στο πρόσωπο από τον Τάιλερ.  Καθόμαστε όλοι μαζί στο καθιστικό του σπιτιού τους ενόσω η νύχτα έχει έρθει εκπληκτικά γρήγορα. 

-Ρεβέκκα ο Ντρου δεν ήταν εκείνος που σου είχε επιτεθεί πρώτη φορά στο δάσος; Ρωτάει η Μαρκέλλα. 

-Βασικά με ζάλισε κάπως, απαντάω αμήχανα. 

-Η ικανότητα μου είναι. Να αποπροσανατολίζω τον εχθρό. Συγγνώμη για τότε Ρεβέκκα, απολογείται ο Ντρου βιαστικά. 

-Το έχω ξεχάσει ήδη, απαντάω χαμογελώντας. 

-Ευχαριστώ, μου απαντάει με ευγνωμοσύνη. Για λίγο επικρατεί σιωπή μέχρι να αποφασίσω να ξεστομίσω αυτό που βασανίζει το μυαλό μου:

-Εμείς οι Καλοί Άγγελοι βρήκαμε τρόπο να πάρουμε τα εδάφη μας πίσω και να σας στείλουμε πάλι πίσω από το διαχωριστικό, λέω σιγανά. Ο Ντρου και ο Τάιλερ μας κοιτάνε σαστισμένοι. 

-Μα πρέπει να βρούμε την Πύλη των ανθρώπων! Ξεσπάει ο Ντρου.

-Όχι όσο βρίσκεται στα χέρια μας, απαντάει η Μαρκέλλα και απομακρύνεται από την αγκαλιά του. 

-Παιδιά μην μαλώνετε. Δεν φταίμε εμείς για αυτό που συμβαίνει στις παρατάξεις μας, λέω εγώ. 

-Συμφωνώ, λέει και Τάιλερ θλιμμένος. 

-Μπορούμε να αλλάξουμε συζήτηση; Ρωτάει ο Ντρου εμφανώς νευριασμένος. 

-Εμείς πρέπει να φύγουμε. Θα αναρωτιούνται που είμαστε. Λέει η Μαρκέλλα και αυτή στον ίδιο τόνο. Ο Ντρου την αρπάζει ξαφνικά και την φιλάει. Γυρνάω χαμογελώντας στον Τάιλερ. Μου χαμογελάει και αυτός. 

-Ότι και να γίνει εμείς θα είμαστε μαζί, του υπενθυμίζω καθώς τα χέρια του πάνε στο σβέρκο μου. 

-Στο υπόσχομαι, μου λέει τυλίγοντας τα μαύρα φτερά του γύρω μου. Τα δικά μου φτερά τυλίγονται στην πλάτη μου. Με φιλάει και γελάει ελαφρά. Τα φτερά μας κουνιούνται γρήγορα με τον ρυθμό της καρδιάς μας. Νιώθω τα δικά του τραχιά στην πλάτη μου σε αντίθεση με τα απαλά σχεδόν διάφανα δικά μου. Ανοίγω απαλά τα μάτια μου και κλέβω μια ματιά στον Ντρου με την φίλη μου. Φιλιούνται ακόμα. Όμως πρέπει να φύγουμε. Αποτραβιέμαι δύσκολα από τον Τάιλερ ο οποίος μου χαρίζει μια ενοχλημένη φάτσα. Γελάω. 

-Μαρκέλλα ώρα να φύγουμε, υπενθυμίζω στη φίλη μου που αποτραβιέται αμέσως από τον Ντρου κατακόκκινη. Ο Ντρου περνάει αμήχανα το χέρι του μέσα από τα μαλλιά του. Και ξαφνικά η κλειδωμένη πόρτα ανοίγει διάπλατα. Μένω κοκαλωμένη. Ο πατέρας μου βρίσκεται στο κατώφλι του σπιτιού του Τάιλερ με ολόμαυρα φτερά να εκτείνονται περίπου δυο μέτρα πάνω από αυτόν. Ο πατέρας μου είναι Σκοτεινός; Πώς στο καλό γίνεται αυτό τώρα; 

-Μπαμπά; Ρωτάω ενώ νιώθω το κεφάλι μου να βουίζει. 

-Οοο μικρό μου κορίτσι, ο πατέρας μου με πλησιάζει και η όψη του με τρομάζει. Κάνω ένα βήμα πίσω. Ο Τάιλερ μπαίνει μπροστά μου. 

-Μην την πειράξεις. Θα φύγουν τώρα από εδώ. 

-Μα γιατί τόσο γρήγορα; Τάιλερ γιατί δεν μου είχες πει τόσο καιρό ότι είχες σχέση με την μικρή μου κόρη; Παραλείπεις πολύ σημαντικά στοιχεία, του λέει με ανατριχιαστική φωνή και τινάζει το χέρι του. Αμέσως ο Τάιλερ αρχίζει να τρέμει και πέφτει κάτω. Τι του έκανε; Γονατίζω και κοιτάω τον Τάιλερ ο οποίος συνεχίζει να τρέμει. 

-Τι του έκανες; Ρωτάω θυμωμένη τον πατέρα μου. 

-Ρεβέκκα Ρεβέκκα.. Εγώ και ο Τάιλερ είμαστε πολύ καλοί φίλοι. Αυτός με έπρηζε μάλιστα να σου πω την αλήθεια για το ποιος είμαι. Μαρκέλλα μας είχες ακούσει σωστά; Στρέφεται στην φίλη μου που έχει ζαρώσει από τον φόβο της. 

-Εσύ ήσουν...., ψιθυρίζει. 

-Είμαι ο αρχηγός των Σκοτεινών. Ο πρώτος άγγελος που επαναστάτησε κατά των Καλών Αγγέλων. Δυστυχώς όταν υποταχθήκαμε εξορίστηκα στον κόσμο των ανθρώπων έχοντας ως νταντά, σταματάει για να γελάσει, την μητέρα σου Ρεβέκκα. Όμως τώρα που πήραμε το πάνω χέρι μπόρεσα να έρθω πάλι στον κόσμο μου. Μαζί με εμένα επανήλθαν και οι δυνάμεις μου, γελάει μοχθηρά. 

-Τι έκανες στην μητέρα μου; Τον ρωτάω ξεχειλίζοντας από μίσος. Αρχίζει να γελάει. Ένα δυνατό και μακρόσυρτο γέλιο. 

-Δεν με νοιάζει η μητέρα σου. Εγώ εσένα θέλω. Εσένα και τις δυνάμεις σου. Εσύ είσαι η Διάδοχος, με πλησιάζει λίγο ακόμα. 

-Αποκλείεται να γίνω σαν και εσένα, του πετάω. Το βλέμμα του σκοτεινιάζει κάνοντας τον ακόμα πιο τρομαχτικό. 

-Είμαι ο πατέρας σου. Δεν έχεις επιλογή. Θα κατακτήσουμε τον κόσμο κόρη μου! Φωνάζει τόσο δυνατά που πονάνε τα αυτιά μου. Τρομάζω από την όψη του. Τι θα κάνω; Και τότε νιώθω ένα χέρι να πλέκεται με το δικό μου. Η Μαρκέλλα. Κλείνω τα μάτια μου και όταν τα ξανανοίγω ξέρω ότι είμαι αόρατη. Βλέπω τον μπαμπά μου να έχει φουντώσει από θυμό και φλόγες πετάγονται από τα χέρια του. Ο Τάιλερ είναι ακόμα πεσμένος κάτω ανήμπορος να σηκωθεί. Πρέπει να τον σώσω. Απλώνω το χέρι μου και προσπαθώ να τον τοποθετήσω απαλά στους ώμους μου. Η Μαρκέλλα δεν θα αντέξει και πολύ. Έτσι οι τρεις μας βγαίνουμε αόρατοι από το σπίτι. Ο Ντρου έχει καταφέρει και ξεφύγει. Ρίχνω μια ματιά πίσω μου. Ο "πατέρας" μου έχει γεμίσει κυριολεκτικά με φλόγες.  

Οι ΔιάδοχοιWhere stories live. Discover now