Κεφάλαιο 39

58 14 8
                                    

~Μαρκέλλα~

(16 χρονών)

Βγαίνω από την αίθουσα με την Ρεβέκκα δίπλα μου. Ξαφνικά ακούμε φωνές και ένα τσούρμο από παιδιά έχει κάνει ένα κύκλο. Κοιτάζομαι με την Ρεβέκκα έκπληκτη και πλησιάζουμε τα παιδιά. Περνάμε ανάμεσά τους και αυτούς που περικυκλώνουν είναι ο Ντέρεκ και τον Χόρας, ένας συμμαθητής μας. 

-Εξαιτίας σου πέθανε. Εσύ φταις! Φωνάζει ο Χόρας στον Ντέρεκ και ο Ντέρεκ μένει σιωπηλός με κατεβασμένο το κεφάλι. 

-Εσύ φταις που πέθανε η Ντελάνσυ. Πέθανε για'σένα. Για να σε σώσει. Συνεχίζει να φωνάζει ο Χόρας και αυτή τη φορά σταγόνες νερού αρχίζουν να βγαίνουν από τα χέρια του. Τι; Πέθανε η Ντελάνσυ; Μα πώς; Γυρνάω να κοιτάξω την Ρεβέκκα αλλά κι αυτή έχει κατεβάσει το κεφάλι με μια θλιμμένη έκφραση. 

-Το ήξερες; Ήξερες ότι πέθανε; Την ρωτάω οργισμένη και δάκρυα γεμίζουν τα μάτια του. Η Ρεβέκκα κουνάει καταφατικά το κεφάλι της και μου λέει:

-Το είδα σε όραμα. 

-Και τι έκανες για αυτό; 

-Δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Ήμουνα με τον Τάιλερ και..

Δεν προλαβαίνει να πει κάτι άλλο καθώς απομακρύνομαι από το μέρος της. Θυμωμένη πλησιάζω τον Ντέρεκ, πιάνω το χέρι του και του λέω:

-Πάμε!

Απομακρύνομαι από το πλήθος αφήνοντας την Ρεβέκκα μόνη της. Ο Ντέρεκ με ακολουθεί με τα χέρια του στις τσέπες. Μπαίνουμε στην άδεια αίθουσα που ήμουν πριν με την Ρεβέκκα και κλείνω ορμητικά την πόρτα. Προσπαθώ να συγκρατήσω τα δάκρυα μου και τα καταφέρνω. 

-Τι έγινε; Πώς...πέθανε η Ντελάνσυ; Τον ρωτάω και ο λαιμός μου γίνεται κόμπος. Επιτέλους ο Ντέρεκ σηκώνει το κεφάλι του από το πάτωμα και με κοιτάει. 

-Ένας Σκοτεινός πήγε να με χτυπήσει με μια φλεγόμενη μπάλα. Η Ντελάνσυ μπήκε μπροστά μου και η μπάλα χτύπησε αυτή. Μου λέει ο Ντέρεκ και η φωνή του σπάει σαν να θέλει να κλάψει. Μα γιατί να μπει μπροστά του; Εκτός και αν.... Δεν το πιστεύω! Η Ντελάνσυ αγαπούσε τον Ντέρεκ. Τώρα εξηγούνται όλα. Η περίεργη συμπεριφορά της Ντελάνσυ απέναντι στην Ρεβέκκα. Επηρεάστηκε από τα συναισθήματα της Ρεβέκκα. Αυτή η πράξη της κόστισε την ζωή. 

-Ποιος Σκοτεινός; Μπόρεσες να διακρίνεις το πρόσωπό του; Τον ρωτάω. Το πρόσωπό του σφίγγεται και σφίγγει τα χέρια του σε γροθιές. Η οργή σχηματίζεται στα μάτια του. 

-Ο Ντρου.

Στο άκουσμα του ονόματός του η εικόνα μπροστά μου εξαφανίζεται. Το κεφάλι μου γυρίζει και δεν βλέπω τίποτα. Παραμόνο μια ανατριχιαστική μαυρίλα. Πέφτω κάτω στο σκληρό έδαφος. Και δεν ακούω τίποτα. 



-Μαρκέλλα!Είσαι καλά; Άνοιξε τα μάτια σου. Ακούω μια γνώριμη φωνή αλλά δεν μπορώ να θυμηθώ ποιανού είναι. Προσπαθώ να ανοίξω τα μάτια μου αλλά τα βλέφαρα μου έχουν κολλήσει μεταξύ τους. Το κεφάλι μου γυρίζει, τα αυτιά μου βουίζουν και έχω μια αηδιαστική γεύση στο στόμα μου. Τι έχω πάθει;  

Οι ΔιάδοχοιWhere stories live. Discover now