Επιχείρηση Χίμλερ/ part 1

249 53 110
                                    

Στη φωτό ο Γρηγορης

«Ποια είναι η μοίρα μου άνδρες της σωματοφυλακής μου δεν γνωρίζω. Όμως ξέρω καλά ένα πράγμα, ότι θα είστε στην πρώτη γραμμή της κάθε δράσης. Όσο έχω την τιμή να ηγηθώ του αγώνα επικεφαλής του Ράιχ, είναι επίσης μεγάλη τιμή για εσάς, οι οποίοι φέρετε το όνομά μου, να είστε στην πρώτη γραμμή του αγώνα!»

                                                                                                        Αδόλφος Χίτλερ

Οι μέρες μέχρι την λήξη των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν στα σίγουρα από τις πιο ευτυχισμένες του νεαρού Σβάιγκερ. Κάθε μέρα, γύρω στις εννέα το πρωί, έφευγε από το διαμέρισμα και συναντιόταν στην Αλεξάντερπλατς με τον Χανς και τα τρία αδέρφια από την Ελλάδα, μιας που είχαν έρθει για την παρακολούθηση ορισμένων αθλημάτων και θα έμεναν για λίγο καιρό ακόμη στην πόλη του. Ο Γρηγόρης ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερος, ενώ ο Νίκος και ο Πέτρος ήταν δεκαπέντε και δεκαέξι χρονών. Σήμερα που είχε ζέστη, αποφάσισαν να επισκεφθούν έναν κοντινό προορισμό, το πλούσιο και καταπράσινο προάστιο Βάνζεε, προκειμένου να δροσιστούν στα νερά της λίμνης. Ο Ότο δεν είχε βρεθεί ποτέ πριν σε αυτό το σημείο του προαστίου, η μέρα ήταν ηλιόλουστη και γύρω του είχε όλους όσους επιθυμούσε. Τελικά, όσο ο καιρός περνούσε και ο αληθινός του χαρακτήρας –απομακρυνόμενος από την επιρροή του Γκούσταβ- έβγαινε στην επιφάνεια, είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται πως του άρεσε να συναναστρέφεται και με άλλους λαούς, πλην ορισμένων εξ ανατολής. Τα αδέρφια ήταν ιδιαίτερα κοινωνικά και χαίρονταν να γνωρίζουν τόπους νέους, όπως ο Ότο απολάμβανε να κάνει την ξενάγηση.

Στην αμμουδερή λίμνη, κάθονταν οκλαδόν προσπαθώντας να αποφασίσουν ποιος θα έκανε πρώτος το βήμα. Οι συζητήσεις γενικά ήταν σε κλίμα ελαφρύ. Ο Ότο με τον Γρηγόρη είχαν αναπτύξει μία σχέση όμορφη και τώρα βρίσκονταν ξαπλωμένοι μπρούμυτα, με τον ήλιο τον καλοκαιρινό να τους χαϊδεύει πλέον όσο η ώρα κατρακυλούσε προς το απόγευμα. Ο Ότο ήθελε να αφεθεί μα η αλήθεια δεν τον άφηνε. Σε αντίθεση με τον Έλληνα φίλο του, εκείνος ήξερε τι κρυβόταν πίσω από τα φώτα και την επίπλαστη ευτυχία του Βερολίνου. Ήξερε πως μόλις τα πάντα έληγαν, θα έληγε και η ανεμελιά του, θα έληγε και η ζωή που αγαπούσε να κάνει, που είχε μάλλον αγαπήσει αυτά τα λίγα εικοσιτετράωρα. Σαν είχαν φύγει οι υπόλοιποι κατά το μεσημέρι, τα δύο αγόρια συνέχισαν να χουζουρεύουν κάτω από την λάμψη του ήλιου. Ο Γρηγόρης αγαπούσε να αφηγείται για την πόλη του τον Πειραιά, για τα καμιόνια που μοίραζαν πάγο τα καλοκαίρια, για τις φορές που στήνονταν παλαιότερα με φίλους για να δουν τις μαθήτριες της Επαγγελματικής και Οικοκυρικής Σχολής, αφήνοντάς τους και ένα κομπλιμέντο, για τα απογεύματα ψαρέματος με τον παππού Ναγή, από το Παναγής χαϊδευτικό όπως τον αποκαλούσε η γιαγιά του.

Ο Απολογισμός(βιβλίο 1) #TYS2021υπο επιμέλειαWhere stories live. Discover now