Μέρος Β, Κεφάλαιο 21ο

2 1 0
                                    

***

Την είχε ανησυχήσει το γεγονός πως δεν είχε επιστρέψει σπίτι τη νύχτα. Ήξερε πως μία συνάντηση με τον αρχαιότερο βρικόλακα δεν θα μπορούσε να κυλήσει ήρεμα, σίγουρα θα είχε ανατροπές. Και η Κάρολαϊν φοβόταν για την χειρότερη ανατροπή απ' όσες μπορούσε να σκεφτεί: τον αγαπημένο της νεκρό. Είχε πίστη, μα φοβόταν πολύ. Έτσι βγήκε να τον ψάξει μόνη της. Ακολούθησε την μυρωδιά του μέχρι το δάσος, όσο πλησίαζε η μύτη της παραπονιόταν για τη δυσοσμία. «Όχι... » Ήταν η δική του μυρωδιά, όμως σύντομα θα ξεκινούσε η σήψη. Ξεκίνησε να το πιστεύει και να συμφιλιώνεται με την ιδέα πριν το δει με τα μάτια της. Άλλωστε ήταν επικίνδυνο εξ' αρχής, θα έπρεπε να το περιμένει.

Γονάτισε δίπλα απ' το κεφάλι του, προσπάθησε να κρατήσει τα δάκρυά της. Τα μάτια του Κόλτον ήταν ανοιχτά, η έκφρασή του παγωμένη σε φόβο. Το στήθος του ήταν γεμάτο με το αίμα του, ενώ παρατήρησε την καρδιά του σταματημένη λίγο πέρα από τη θέση της. Πέρασε το χέρι της πάνω από το πρόσωπό του κλείνοντας τα βλέφαρά του, κι έπειτα του χάρισε το τελευταίο τους φιλί, και τα τελευταία της λόγια προς αυτόν. «Θα πάρω εκδίκηση, αγάπη μου. Κανένας βρικόλακας δεν θα μείνει ζωντανός. Σου υπόσχομαι πως θα υπάρξει δικαιοσύνη, ισορροπία. Δεν θα ησυχάσω αν δεν βρεις γαλήνη. » Πήρε όρκο πάνω από το νεκρό κορμί του, ίσως ο σημαντικότερος που είχε πάρει ποτέ της. Αυτόματα σκέφτηκε πως κάποιος θα έπρεπε να πάρει τη θέση του στην αγέλη.

***

Είχαμε γυρίσει μαζί μέχρι το σπίτι μου, ο ύπνος με είχε πάρει στην αγκαλιά του. Έγειρε κι εκείνος το κεφάλι του πάνω μου, μόνο έτσι ένιωθα ασφαλής. Ήταν η πρώτη φορά μετά από καιρό που δεν έκανε τίποτα άλλο παρά να είναι εκεί για μένα, χωρίς να μιλάει. Ήταν απλώς εκεί για μένα, κι αυτό ήταν ό,τι χρειαζόμουν.

Ο ήχος του κινητού μου διέκοψε τον ύπνο του απότομα, κι εκείνος με τη σειρά του προσπάθησε να με ξυπνήσει ήρεμα, όσο πιο γλυκά μπορούσε. Έτριψα τα μάτια μου και τέντωσα τα χέρια μου, όσο η μύτη του Τζο ήταν ακόμα χωμένη στα μαλλιά μου. Κατάλαβα πως πήρε μια τζούρα, η καρδιά του χτυπούσε πιο γρήγορα στο στήθος του. Ίσως έπρεπε να νιώθω αμήχανα, όμως δεν έδινα σημασία. Αυτό που προείχε ήταν το κινητό που κουδούνισε. Έκανα την κουβέρτα πέρα και το τσάκωσα απ' το τραπέζι. Μέχρι ο αγουροξυπνημένος εγκέφαλός μου να διαβάσει το όνομα του αδερφού μου, η κλήση απενεργοποιήθηκε, και πήρε τη θέση της ανάμεσα στις υπόλοιπες αναπάντητες και τα μηνύματά του. Άνοιξα μηχανικά τα μηνύματα, με μια γρήγορη πρώτη ματιά φαινόντουσαν σαν από πανικό. «Όλα εντάξει; » αναρωτήθηκε ο Τζο και ανασήκωσα τους ώμους μου.

CharismaΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα