Η άφιξη του Δημήτρη σηματοδότησε την έναρξη μιας καινούριας περίεργης ατμόσφαιρας μέσα στο σπίτι. Ο Δημήτρης ήταν απόμακρος αλλά ειδικά η σχέση του με την μητέρα τους έδειχνε να είναι πολύ άσχημη. Η Μίνα φαινόταν να ενοχλείται από την παρουσία του και τον απέφευγε αλλά η Αθηνά μπορούσε να δει στα μάτια του αδερφού της πόσο πολύ τον πλήγωνε η συμπεριφορά της μητέρας τους.
Ο πατέρας τους από την άλλη, έδειχνε να έχει αδυναμία στον γιο του. Ίσως αυτό να ήταν που κρατούσε τον Δημήτρη στο σπίτι και τον στήριζε ψυχολογικά.
Η Αθηνά από την μεριά της δεν ήξερε τι σχέση είχε με τον αδερφό της στο παρελθόν αλλά από την συμπεριφορά του κάθε φορά που τον πλησίαζε, μπορούσε να καταλάβει οτι είχε πάρει το μέρος της μητέρας της. Όμως τώρα δεν της άρεσε αυτή η συμπεριφορά έτσι έκανε φιλότιμες προσπάθειες να πλησιάσει τον Δημήτρη που πάντα την αντιμετώπιζε επιφυλακτικά.
Είχε περάσει μια εβδομάδα από τα γενέθλια της μαμάς της και ο Ορέστης είχε εξαφανιστεί. Η Αθηνά ξεκίνησε να πηγαίνει και πάλι στην σχολή, προς έκπληξη κάποιων που την ήξεραν εκεί αλλά και των γονιών της.
Ένα πρωί καθώς έτρωγε το πρωινό της, ο Δημήτρης καθόταν απέναντί της. Οι γονείς τους είχαν ήδη φύγει για τις δουλειές τους και οι δυο τους ήταν μόνοι στην τραπεζαρία.
"Δημήτρη, μπορείς να με συνοδεύσεις κάπου σήμερα;"
Εκείνος την κοίταξε με απορία : " Που θέλεις να πας;"
Φαινόταν στεναχωρημένη όταν μίλησε : " Θέλω να πάω και να δω ποιοι ήταν οι άνθρωποι που ήταν μαζί μου στο αυτοκίνητο εκείνη την ημέρα. Το αναβάλλω εδώ και πολύ καιρό αλλά νομίζω οτι πρέπει να πάω για να συλλυπηθώ τους ανθρώπους τους. "
Η αδερφή του έδειξε να έχει αλλάξει μετά το ατύχημα: "Ξέρεις που μένουν;"
"Ναι, έχω βρει που μένουν. "
"Απ'ότι έμαθα ήταν ένας άντρας και μια γυναίκα στην ηλικία σου. Τον άντρα τον γνωρίζω. Έκανες πολύ παρέα μαζί του. Ήταν ο Τεό αλλά η κοπέλα ποια ήταν;"
Η Αθηνά σήκωσε τους ώμους της : " Δεν θυμάμαι. Ίσως να ήταν κάποια φίλη μου."
"Πως την έλεγαν;"
"Δανάη Παυλίδη. Ήταν φοιτήτρια και δούλευε και σε ένα καφέ. Δεν θέλω να πάω μόνη μου, φοβάμαι οτι θα με κατηγορήσουν επειδή ήμουν η μόνη που επέζησα από το ατύχημα."
"Δεν μου θυμίζει τίποτα το όνομα αλλά βέβαια δεν ήξερα και όλες τις παρέες σου. Αν με θέλεις θα σε συνοδεύσω. Πότε θέλεις να πάμε;"
"Σήμερα, τώρα." Είπε εκείνη ανυπόμονα.
"Εντάξει, πήγαινε να ντυθείς και θα συναντηθούμε στην είσοδο." Ο Δημήτρης ήταν καλός αδερφός. Αναρωτήθηκε γιατί στο παρελθόν δεν είχε καλή σχέση μαζί του και γιατί η μητέρα της του φερόταν με αυτόν τον τρόπο.
Έφτασαν στο σπίτι του Τεό. Εκεί βρήκαν τον σύντροφό του που ήταν απαρηγόρητος για τον χαμό του. Κάθισαν για λίγο μαζί του και η Αθηνά ρώτησε : " Μήπως γνωρίζατε ποια ήταν η άλλη η κοπέλα στο αυτοκίνητο;"
Ο άντρας σήκωσε τους ώμους του: " Δεν την γνώριζα. Είχε έρθει μαζί σου για δουλειά απ'ότι μου είπε ο Τεό στο τηλέφωνο."
Όταν έφυγαν από το σπίτι του Τεό ο Δημήτρης την ρώτησε: " Αισθάνεσαι καλύτερα τώρα που ξέρεις οτι κανείς δεν σε κατηγορεί;"
"Περίμενε να πάμε και στο σπίτι της κοπέλας. Άκουσες τι είπε ο σύντροφος του Τεό; Η κοπέλα είχε πάει μαζί μου για δουλειά. Ήρθε στο ταξίδι εξαιτίας μου." Αναστέναξε και ο Δημήτρης έμεινε να την κοιτάζει επίμονα. Η αδερφή του ποτέ στο παρελθόν δεν ενδιαφερόταν για τους άλλους.
Όταν έφτασαν μπροστά στο σπίτι της Δανάης η Αθηνά αισθάνθηκε αναστάτωση. Ο Δημήτρης χτύπησε το κουδούνι που έγραφε το όνομα της κοπέλας ξανά και ξανά αλλά κανείς δεν απάντησε.
"Δεν είναι κανείς. Τι θέλεις να κάνουμε τώρα;"
" Υπάρχει ένα καφέ που δούλευε. Ίσως εκεί να μπορούν να μας δώσουν κάποια πληροφορία για τους συγγενείς της."
Ο Δημήτρης πάρκαρε το αυτοκίνητο στο πάρκινγκ του καφέ και η Αθηνά κοίταξε γύρω της. Αυτό το πρωί ότι έβλεπε της φαινόταν γνώριμο.
Στο καφέ μια συμπαθητική ξανθιά κοπέλα τους χαμογέλασε : " Παρακαλώ; Τι θα θέλατε;"
"Γεια! Θα μπορούσες να μου πεις αν γνώριζες την Δανάη Παυλίδη;" Ρώτησε η Αθηνά.
Το χαμόγελο χάθηκε από το πρόσωπο της κοπέλας: " Την κοπέλα που σκοτώθηκε; Όχι δεν την ήξερα. Εγώ είμαι καινούρια εδώ."
"Μήπως κάποιος άλλος την ήξερε;" Ρώτησε ο Δημήτρης που μέχρι εκείνη την στιγμή μόνο παρακολουθούσε.
Η κοπέλα απάντησε αμέσως : " Η Χαρά ήταν κολλητή της Παυλίδη αλλά δεν είναι εδώ τώρα. Έχει μάθημα."
" Μήπως θα μπορούσες να μου δώσεις το τηλέφωνό της; Ψάχνω να βρω τους συγγενείς της Δανάης."
"Απ'ότι μου έχει πει η Χαρά, η Δανάη δεν είχε συγγενείς. Ήταν ολομόναχη μετά τον θάνατο των γονιών της."
Η Αθηνά κατάλαβε οτι δεν υπήρχε λόγος πια να ψάξει τους συγγενείς της Δανάης. Το μόνο που θα μπορούσε να κάνει για εκείνη θα ήταν να πάει να ανάψει ένα κερί στον τάφο της και να προσευχηθεί για εκείνη.
Όταν βγήκαν από το καφέ έδειχνε πολύ στεναχωρημένη και ο Δημήτρης την ρώτησε: " Τι σκέφτεσαι;"
"Προσπαθώ να καταλάβω πόσο δύσκολη ζωή μπορεί να είχε αυτή η κοπέλα. Δεν είχε έναν δικό της άνθρωπο να στηριχτεί. Εγώ είμαι τυχερή που έχω την οικογένειά μου και σώθηκα από το ατύχημα." Αναστέναξε.