Κεφάλαιο Τριάντα έξι

1.6K 100 0
                                    


Daniel's POV

Στέκομαι μπροστά από το παράθυρο του σπιτιού μου και κοιτάζω τον ήλιο που σιγά σιγά χάνεται από την πόλη, επιτρέποντας στην νύχτα να απλώσει το σκοτεινό της πέπλο. Πίνω όλο το ουίσκι από το ποτήρι μου και έπειτα το αφήνω στο μικρό τραπεζάκι του σαλονιού
(πάλι πίνεις;)
Με ρωτάει η αδερφή μου και κουνάω καρτερικά το κεφάλι
(δεν χρειάζομαι ντάντεμα)
(όχι, αλλά χρειάζεσαι κάποιον να σε επαναφέρει στην πραγματικότητα!)
Λέει καθώς με πλησιάζει για να πάρει το μπουκάλι με το ουίσκι από το τραπέζι
(δώστο μου Vanessa, δεν έχω όρεξη για αστεία)
(με βλέπεις να γελάω;)
Πετάει απότομα και εγώ ξεφυσάω
(η κατάσταση σου όσο πάει και χειροτερεύει Daniel. Κάνεις συνεχώς βλακείες και το χειρότερο είναι πως τις θεωρείς σωστές!)
(ο γάμος μου με την Katherine δεν είναι βλακεία)
(αυτός ο γάμος είναι λάθος! και το ξέρεις πολύ καλά...)
Αποκρίνεται και έπειτα κάνει μεταβολή, αποφεύγοντας το βλέμμα μου
(γιατί είσαι τόσο εκνευριστικός! Γιατί δεν κάνεις κάτι για να τους αντισταθείς; γιατί δεν τρέχεις στην Ana;)
Αμέσως το βλέμμα μου υψώνεται σε εκείνη η οποία με κοιτάζει με θυμό και απογοήτευση
(η Ana τελείωσε για εμένα, πάρ'τo απόφαση!)
Ξαφνικά, ακούγεται το τηλέφωνο μου. Το βγάζω από την τσέπη μου και κατσουφιάζω καθώς βλέπω το όνομα της Anastasia's να αναγράφεται. Γιατί με καλεί τέτοια ώρα; Λες να έγινε κάτι σοβαρό;
(παρακαλώ)
(Daniel, ενοχλώ;)
Ρωτάει και ξεροκαταπίνω
(όχι)
(άκουσε με, πρέπει να βρεθούμε αμέσως. Έγινε κάτι πολύ σοβαρό για το οποίο πρέπει να μιλήσουμε)
Τα λόγια της με προβληματίζουν. Τι σοβαρό έγινε δηλαδή;
(δεν μπορείς να μου το πεις από εδώ;)
(όχι, πρέπει να συναντηθούμε. Τώρα, αν γίνεται)
Ξέρω πως αυτό που θα κάνω είναι λάθος. Αλλά δεν μπορώ να μείνω με την αγωνία
(εντάξει, έρχομαι από το σπίτι σου)
Λέω και το κλείνω
(τι έγινε; ποιός ήταν;)
Με ρωτάει η Vanessa ενώ εγώ κοιτάζω επίμονα το πάτωμα, με τις σκέψεις να κατακλύζουν το μυαλό μου. Ακουγόταν ανήσυχη. Σίγουρα κάτι σοβαρό έγινε αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ τι! 
(Daniel, με ακούς;)
(πρέπει να φύγω)
Πετάω απότομα ενώ πλησιάζω την κρεμάστρα για να πάρω το παλτό μου και έπειτα τα κλειδιά του αμαξιού μου
(τι; Οπα, περίμενε...)
Με φωνάζει η Vanessa αλλά δεν της δίνω σημασία. Περπατάω με αποφασιστικό βήμα ως το ασανσέρ και πατάω το κουμπί για το ισόγειο
(να προσέχεις την μικρή)
Λέω στον Stefan πριν κλείσουν οι πόρτες και χαθεί τελείως από το οπτικό μου πεδίο. Ξέρω πως δεν είναι σωστό να πάω να τον βρω, αλλά από την άλλη δεν πρόκειται να την αφήσω. Ίσως αυτή είναι η δικαιολογία μου για να βρεθώ ξανά κοντά της. Γαμώτο!

Ο κύριοςWhere stories live. Discover now