ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο (Ι)

159 23 107
                                    

Εκείνο το πρωινό του Δεκέμβρη η θάλασσα ήταν ανήσυχη. Από μακριά μπορούσε κανείς να δει και να ακούσει τον άστατο κυματισμό της, το φούσκωμα και το ξεφούσκωμα των νερών που, σχεδόν παγωμένα κοντά στην ακτή, απλώνονταν σιωπηλά στο βάθος του ορίζοντα, φιλώντας με την άκρη τους τους βράχους της παραλίας και από την άλλη πλευρά τρέχοντας να συναντήσουν τον ουρανό. Λευκός αφρός ξεπηδούσε εδώ κι εκεί μέσα στον καμβά από αμέτρητες μπλε αποχρώσεις. Κι από πάνω ο ουρανός, ντυμένος στην πρωινή ομίχλη και πασπαλισμένος με την δυνατή μυρωδιά της βροχής άφηνε να ταξιδεύει πάνω του ένας βιαστικός παιχνιδιάρικος αέρας που έκανε αστεία στα κύματα της θάλασσας και τα ξεσήκωνε ή ύστερα πεταγόταν πιο ψηλά, ως τα δέντρα που φαίνονταν πίσω πίσω, στο βάθος του τοπίου, κι έκανε γύρους στα κλαδιά και στα φύλλα τους. Παρά τα διαλείμματα αυτά όμως δεν έλεγε να αφήσει το νερό σε ηρεμία σήμερα το πρωί κι όλο και περνούσε και ξαναπερνούσε άγριος πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας για να την κάνει να ανταριάσει• ήταν σαν να ήθελε να την πείσει να τον αφήσει να βουτήξει μέσα της και να χαθεί στην απεραντοσύνη του βυθού της, εκεί που κανένας θνητός δεν είχε βρεθεί να ταξιδεύει ζωντανός. Εκεί, μέσα στα φύκια, τα όστρακα και τα κοχύλια που λίγα ανθρώπινα μάτια αντίκριζαν. Μέσα στα πιο καλά κρυμμένα μυστικά της.

Πέρα από την παραλία, όχι όμως τόσο μακριά όσο έπρεπε για να χαθεί το νερό από τα μάτια αυτών που ζούσαν εκεί μέσα, ήταν χτισμένο το σπίτι του Άλφρεντ Νταλ. Ήταν μια έπαυλη τεράστια κι επιβλητική, η οποία ανήκε στην οικογένειά του σχεδόν έναν αιώνα. Ως ο πρωτότοκος γιος, ο Άλφρεντ είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του, αδικοχαμένο σε κάποια ναυμαχία στον πόλεμο του 1808 με τη Ρωσία, ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του και το αρχοντικό πατρικό του σπίτι στην ακτή έξω από το Ελσίνκι. Η μητέρα του πέθανε κι εκείνη λίγο πριν παντρευτεί, έτσι από την πρώτη χρονιά του γάμου του είχε το μεγαλόπρεπο σπίτι δικό του. Δεν ήξερε αν στη ρήξη των καλών σχέσεων με τον αδερφό και την αδερφή του οδήγησε το γεγονός ότι είχε κληρονομήσει απλώς το σπίτι ή το ότι δεν εκμεταλλευόταν όπως έπρεπε ένα τέτοιο παλάτι και ζούσε μόνος, μίζερος και κρυμμένος μέσα εκεί. Οπωσδήποτε όμως μετά τον γάμο του με την Έμπα και την εγκατάσταση του ζευγαριού στην έπαυλη, τα δυό του αδέρφια έκοψαν μαχαίρι τις επισκέψεις τους, σταμάτησαν την αλληλογραφία με τον Άλφρεντ, δεν έδωσαν ούτε καν τις ευχές τους μετά την ατυχή γέννηση της Κλάρας και γενικότερα απέφευγαν την αναφορά του αδερφού τους στους κύκλους τους. Αυτό έκανε τον μεγαλύτερο γιο των Νταλ ακόμα πιο μυστήριο και τρομακτικό στα μάτια της καλής κοινωνίας της περιοχής.

Ο Θησαυρός του Ιπτάμενου Ολλανδού #WCBC2324Where stories live. Discover now