Κεφάλαιο 28 Δεν είναι δυνατόν

129 15 26
                                    

  «Cat Noir;» η Ladybug κοίταξε τον φίλο της περίεργη που είχε βυθιστεί στην σιωπή. «Ε; Α, δεν είναι τίποτα. Κάτι σκεφτόμουν», χαμογέλασε ο ήρωας, σπρώχνοντας τις ενοχλητικές αναμνήσεις στο πίσω μέρος του μυαλού του. Δεν ήθελε να ανησυχήσει την Ladybug για κάτι που είχε περάσει. «Λοιπόν; Θα μου πεις τί συνέβη αφ' ότου λιποθύμησα;». Τα γαλανά μάτια της κοπέλας τον κάρφωναν γεμάτα περιέργεια και συγκαλυμένη ανησυχία. Ήταν ολοφάνερο. Ο Cat Noir την ήξερε πολύ καλά για να μην προσέξει τις σφιγμένες γροθιές, τους μαύρους κύκλους και το τρεμάμενο βλέμμα. Όλον αυτό τον καιρό κατηγορούσε τον εαυτό της για ό,τι συνέβη και ο ίδιος δεν σκόπευε για κανέναν λόγο να την επιβεβαιώσει.
  «Βασικά δεν θυμάμαι και πολύ τί έγινε. Είναι λίγο μπερδεμένο», χαμογέλασε ο ήρωας κλείνοντας τα μάτια. Δεν πρόκειται να σε αφήσω να βασανίσεις τον εαυτό σου για κάτι τόσο ανόητο, σκέφτηκε κι ένα ζεστό φως έλαμψε στα μάτια του. Θα έκρυβε τον πόνο του και τις δυσκολίες του. Δεν ήθελε να την φέρει σε δύσκολη θέση ή να της προξενήσει περισσότερες σκοτούρες. Θα κρατούσε το στόμα του κλειστό. Για την ώρα δεν θα σου απαντήσω, Λαίδη μου, σε καμμία ερώτηση. Δεν υπάρχει λόγος να ξέρεις. Εξάλλου όλα είναι εντάξει τώρα.
  Η Ladybug διάβασε την αποφασιστικότητα πίσω από το ανέμελο χαμόγελο του και δάγκωσε ελαφρά το χείλος της. Ο Cat Noir δεν σκόπευε να της πει τίποτα για όσα είχαν γίνει. Γιατί; Δεν με εμπιστεύεται αρκετά; Είμαι τόσο μεγάλη αποτυχία ως ηρωίδα που δεν θέλει να είμαστε πια φίλοι; Κι αν αυτό χαλάσει την συνεργασία μας κατά την επίθεση ενός akuma και δεν καταφέρουμε να το πιάσουμε; Κι αν αυτό πολλαπλασιαστεί και ακουματοποιήσει όλη την πόλη; Και μετά το Παρίσι θα καταστραφεί και ο Cat Noir θα κατηγορήσει εμένα. Και δεν θα θέλει να μου ξαναμιλήσει και ο Hawkmoth θα πάρει τα miraculous και θα ευχηθεί να μην είχαν υπάρξει ποτέ η Ladybug και ο Cat Noir διαγράφοντάς μας από τον χωροχρόνο!
  Ο ήρωας κοίταξε την συνεργάτιδα του που έδειχνε να έχει μια εσωτερική αναστάτωση. Το είχε δει να συμβαίνει μερικές φορές, αν και η Ladybug δεν είχε πολλά τέτοια ξεσπάσματα. Ήταν γεμάτη εμπιστοσύνη στον εαυτό της και σιγουριά, οπότε οι στιγμές που φρίκαρε ήταν ελάχιστες. Ωστόσο, κάθε φορά που συνέβαινε η κοπέλα χανόταν στο δικό της κόσμο, σκεφτόμενη το ένα κακό μετά το άλλο. Ο Cat Noir το είχε αντιληφθεί βλέποντας το βλέμμα της να σκοτεινιάζει και το πρόσωπό της να χλωμιάζει όλο και περισσότερο. Το είχε συσχετίσει με κάτι σαν την ονειροφαντασία, όπου σκέφτεται κανείς μια ιδέα και μετά την επεκτείνει κι άλλο φτάνοντας στα όρια του μη πραγματικού, μόνο που σε αυτή την περίπτωση επρόκειτο για το αντίθετο. Το μυαλό επικεντρωνόταν σε κάτι αρνητικό που όλο και μεγάλωνε καταπίνοντας κάθε αχτίδα ελπίδας.
  «Λαίδη μου; Ελπίζω να μην υπερβάλλεις αυτή τη στιγμή», χαμογέλασε ο νέος τραβώντας την προσοχή της. Η ηρωίδα τον κοίταξε, ξαφνιασμένη που είχε διαβάσει την σκέψη της κι αμέσως το σώμα της χαλάρωσε. Ο συνεργάτης της είχε δίκιο. Μάλλον υπερέβαλλε, αλλά δεν μπορούσε να διώξει από την σκέψη της μια σκιά ανησυχίας. «Εγώ; Τί λες τώρα; Απλά αφαιρέθηκα αυτό είναι όλο. Ωχ! Πότε πήγε οχτώ;» κοίταξε πανικόβλητη το γιο-γιο της η κοπέλα και σαν ελατήριο πετάχτηκε ως το παράθυρο. «Συγγνώμη, Cat Noir, πρέπει να φύγω. Τα λέμε και περαστικά!» φώναξε πηδώντας έξω με βιασύνη. Ο Cat Noir χαμογέλασε με το βλέμμα στο σημείο, όπου είχε εξαφανιστεί.
  «Είναι πολύ κακό αυτό! Δεν θα προλάβω να φτάσω στην τάξη. Η κ. Bustier θα με γδάρει ζωντανή», μονολογούσε η Ladybug, καθώς τα κτήρια από κάτω της περνούσαν σαν αστραπή. Και, όπως συνέβαινε πάντα την χειρότερη στιγμή, τα σκουλαρίκια της άρχισαν να αναβοσβήνουν, υπενθυμίζοντάς της ότι σε πέντε λεπτά θα ξεμεταμορφωνόταν. Αχ, όχι πάλι! Τί συμβαίνει τελευταία; Το miraculous αρχίζει να πεταρίζει όλο και σε μικρότερο χρονικό διάστημα, χωρίς καν να έχω χρησιμοποιήσει την Τυχερή μου Δύναμη. Δεν μου φαίνεται καθόλου καλό αυτό. Φοβάμαι ότι θα έρθει η στιγμή που τα σκουλαρίκια δεν θα μπορούν να με μεταμορφώσουν πια.
  Σκεπτόμενη αυτά προσγειώθηκε και άφησε την μεταμόρφωση να την αλλάξει. Δεν ήθελε να σπρώξει το miraculous στα όριά του μιας και δεν υπήρχε κάποιος σοβαρός λόγος. «Τώρα, όμως, δεν θα φτάσω ποτέ στην ώρα μου για το σχολείο», φώναξε η κοπέλα βάζοντας τα χέρια στα μάγουλά της σε μια κίνηση απελπισίας. «Ώρα για τρέξιμο!» είπε και εκσφενδονίστηκε μπροστά με τα πόδια της να χτυπάνε την άσφαλτο δυνατά. Ωστόσο, ό,τι και να έκαναν τα άμοιρα πόδια της, ο χρόνος ήταν αμείλικτος και όπως το είχε προβλέψει, έφτασε στο σχολείο με δέκα λεπτά καθυστέρηση. «Γιατί το νοσοκομείο έπρεπε να είναι στην άλλη άκρη της πόλης;» αναρωτήθηκε ενώ έμπαινε στην τάξη έτοιμη για την κατσάδα που αναπόφευκτα ερχόταν.
  Το πρωινό πέρασε βαρετά γεμάτο μαθήματα και σκοτούρες. Ο Adrien δεν είχε έρθει και η κοπέλα ένιωθε μια ανησυχία. Ούτε καν ο Nino δεν ήξερε πού ήταν. Από χθες δεν απάνταγε στα μηνύματά του, ούτε σήκωνε το τηλέφωνο, πράγμα τελείως ασυνήθιστο για τον εν λόγω νέο. Και σα να μην έφτανε αυτό η Cloe ήταν  τρομαχτικά καλή, ιδιαίτερα απέναντι στην Alya. Δεν μιλούσε πολύ, αλλά είχε χαμογελάσει αχνά κάνα δυο φορές στην κοκκινομάλλα φίλη της και ακόμα είχε καταδεχτεί να νεύσει στην Marinette. Ο κόσμος έχει γυρίσει ανάποδα.
  Ο Felix κοίταξε έξω από το παράθυρο αφήνοντας τα λόγια του καθηγητή της Πληροφορικής να περνάνε χωρίς να τον αγγίζουν. Η χθεσινή μέρα ήταν πραγματικά επεισοδιακή και είχε δημιουργήσει περισσότερα ερωτήματα απʼ όσα είχε λύσει, με αποκορύφωση την κατάληψη του Παρισιού από akuma. Στριφογύριζαν μανιασμένα πάνω από την πόλη για μισή ώρα μέχρι που τελικά εξαφανίστηκαν χωρίς προειδοποίηση. Η Buglady είχε ξεθεωθεί να τα κυνηγάει για να τα εξαγνίσει μαζί με την Ladybug, αλλά δεν φαινόταν να υπάρχει τέλος. Κι έτσι ξαφνικά εξαφανίστηκαν σα να άνοιξε η γη και τις κατάπιε. Τί συμβαίνει τέλος πάντων σε αυτό τον κόσμο; σκέφτηκε ο Felix πιάνοντας το κεφάλι του μπερδεμένος.
  Η Melody τον είδε με την άκρη του ματιού της και τον σκούντησε ελαφρά, για να τον κάνει να προσέξει στο μάθημα. Ο νέος της έριξε ένα φαρμακερό βλέμμα, προτού στρέψει την προσοχή του στον πίνακα. Έχω και με την Melody να ασχολούμαι. Δεν μπορεί να κοιτάει την δουλειά της; Χθες με έπρηξε πού ήμουν και τί έκανα. Το ήξερα ότι το akuma θα την ανησυχούσε, αλλά είπαμε. Ο Felix ξεφύσηξε δυνατά τραβώντας την προσοχή του καθηγητή. Ο κ. Francis τον κοίταξε πάνω από τα γυαλιά του αυστηρά χωρίς ο νέος να το καταλάβει.
  «Αφού το μάθημα είναι τόσο εύκολο και βαριέσαι που ζεις, σε παρακαλώ, έλα να λύσεις την άσκηση», είπε με ένα σαρδόνιο χαμόγελο δείχνοντας τον πίνακα. Ο Felix έπρεπε να φτιάξει έναν αλγόριθμο που θα λειτουργούσε σαν κομπιουτεράκι, δηλαδή θα έκανε πράξεις. Ωστόσο, ο γαλανομάτης δεν είχε ρίξει ούτε ένα βλέφαρο στον καθηγητή καθʼ όλη τη διάρκεια του μαθήματος και δεν είχε ιδέα πώς να πετύχει κάτι τέτοιο. Για να μην αναφέρουμε ότι με τους αλγόριθμους είχε τσακωθεί από πολύ παλιά. Σηκώθηκε, λοιπόν και στάθηκε μπροστά στον πίνακα κοιτώντας τον με βλέμμα κενό, ελπίζοντας ότι κάποιος θα του σφύριζε την πρώτη πράξη.
  Ο καθηγητής κάθισε άνετα στην καρέκλα του και έβγαλε ένα βιβλίο από την τσάντα του, το οποίο άρχισε να διαβάζει επιδεικτικά. Σιγά-σιγά μουρμουρητά άρχισαν να γεμίζουν την αίθουσα και κάποιοι στα μπροστινά θρανία προσπάθησαν να τραβήξουν την προσοχή του Felix, για να του πουν την λύση. «Το γεγονός ότι δεν σας κοιτάω δεν σημαίνει ότι το μάθημα τελείωσε. Έχετε όλοι την ίδια άσκηση να λύσετε στα τετράδιά σας, γιʼ αυτό θέλω απόλυτη ησυχία», είπε ο κ. Francis, σκεπάζοντας τα μουρμουρητά και αμέσως η τάξη ησύχασε.
  Ο Felix κοίταξε με μίσος τον καθηγητή του, ενώ έπερνε στα χέρια του την κιμωλία, ευχόμενος να του έρθει η θεία φώτιση. Ωστόσο, τίποτα τέτοιο δεν συνέβη και ο νέος απλά στεκόταν εκεί με το χέρι ανασηκωμένο για δέκα λεπτά, προτού ο κ. Francis τον στείλει πίσω στο θρανίο του κόκκινο σα ντομάτα. Ο Felix κάθισε βαρύς στη θέση του, προσπαθώντας να αγνοήσει κάποια περιπαιχτικά γελάκια και το βλοσυρό βλέμμα της αδελφής του. Αλλά δεν ήταν τόσο εύκολο να αποφύγεις το κράξιμο από την Melody, που είχε ένα ιδιαίτερο θέμα όσον αφορά τη φήμη της στο σχολείο. Όποιος τολμούσε να χαλάσει στο ελάχιστο την τέλεια εικόνα, που είχε δημιουργήσει για τον εαυτό της, βρισκόταν μέσα σε λίγα δεύτερα θαμμένος κάτω από τη γη.
  Και μόνο στη σκέψη ο νέος ένιωσε κρύο ιδρώτα να κυλά στην πλάτη του. Βύθισε το πρόσωπό του στο τετράδιο, τάχα απορροφημένος από το μαθήμα, μόνο και μόνο για να αποφύγει το κεραυνοβόλο βλέμμα της αδελφής του. Η Melody τον κοίταξε ψυχρά γνωρίζοντας πολύ καλά ότι προσπαθούσε να της ξεφύγει. Μην ανησυχείς Felix! Θα περιμένω μέχρι το τέλος του μαθήματος για να αναμετρηθούμε. Δεν πρόκειται να χαλάσω την φήμη μας ακόμα περισσότερο δημιουργώντας σκηνή εδώ, σκέφτηκε η κοπέλα με τα μάτια της να λάμπουν διαβολικά, πράγμα που δεν πέρασε απαρατήρητο από τον αδερφό της. Ο Felix κατάπιε με δυσκολία τον κόμπο στο λαιμό του, γνωρίζοντας ότι το κουδούνι θα σήμανε και το δικό του τέλος.
  Το πρωινό πέρασε βαρετά και επίπονα για κάθε ήρωα. Η Marinette χρειάστηκε να έρθει αντιμέτωπη με την εξαγριωμένη καθηγήτρια της γλώσσας, που άνετα μπορούσε να λιώσει τον Hawkmoth με το μικρό της δαχτυλάκι, ενώ ο Felix είχε την Melody πάνω από το κεφάλι του να μουρμουράει όλη την ώρα για το πόσο την είχε ντροπιάσει στην τάξη. Ο Adrien από την άλλη είχε να τα βάλει με τον πόνο των πληγών του, που δεν έλεγαν να τον αφήσουν σε ησυχία. Γενικά δεν ήταν και το πιο όμορφο πρωινό της ζωής τους.
  Αργά το σούρουπο ο Adrien σηκώθηκε από το κρεβάτι του νοσοκομείου και πλησίασε το παράθυρο. Ο ήλιος έδυε χαρίζοντας σε γη και ουρανό χρώματα της φωτιάς, που όμοιά τους δεν είχε ξαναδεί. Η ώρα της δύσης ήταν μια από τις πιο μαγικές στιγμές της μέρας, όταν ο ήλιος άγγιζε απαλά τις κορφές των γερασμένων βουνών, απλά για να βουτήξει στην αγκάλη της θαλάσσης πίσω τους. Σύντομα θα έβγαιναν τα πρώτα παιχνιδιάρικα άστρα, γεμάτα προσμονή να λάμψουν πάνω από τον κόσμο και νʼ ακούσουν τα κουτσομπολιά του, προτού η μητέρα Σελήνη προλάβαινε να τα σκεπάσει με το φως της.
  Ο νέος έμεινε να χαζεύει τις τελευταίες κοκκινωπές αχτίδες, που αρνούνταν να εγκαταλείψουν τη γη όσο κι αν ο πατέρας τους έφευγε. Κάθισε εκεί στο παράθυρο μέχρις ότου κάθε ίχνος φωτός είχε χαθεί και η πόλη πια φωτιζόταν από το σκληρό ηλεκτρικό φως των δρόμων. Ώρα να φεύγω από δω, σκέφτηκε και μʼ ένα σάλτο βρέθηκε έξω από το παράθυρο. «Plagg, νύχια έξω!» φώναξε με έξαψη, καθώς το γνωστό πρασινόμαυρο φως αγκάλιαζε το σώμα του. Δευτερόλεπτα αργότερα ο διάσημος Cat Noir βρισκόταν στον αέρα πέφτοντας απαλά από το εξαώροφο νοσοκομείο με το πεζοδρόμιο να πλησιάζει τρομαχτικά γρήγορα προς το μέρος του. Ο ήρωας επέκτεινε την ράβδο του και σταμάτησε την πτώση του πηδώντας στην κοντινότερη στέγη.
  Ταξίδεψε για λίγο στο νυχτερινό ουρανό της πόλης, πηδώντας από σπίτι σε σπίτι και απολαμβάνοντας την αίσθηση της ελευθερίας, που του έδινε η μάσκα. Χάρη στο miraculous, οι πληγές του είχαν σχεδόν επουλωθεί και τον πονούσαν μόνο όταν έκανε απρόσεκτες κινήσεις, φτάνοντας το σώμα του στα όριά του. Χωρίς να το καταλάβει τα βήματά του τον έβγαλαν απένταντι από το σπίτι της Marinette, το μικρό ζαχαροπλαστείο με τα δημοφιλέστερα γλυκά στο Παρίσι. Το φως στο παράθυρό της ήταν ανοιχτό, σημάδι ότι η κοπέλα ήταν μέσα. Ο Cat Noir έπιασε τον εαυτό του έτοιμο να πηδήξει μέχρι το μπαλκόνι της, μια παρόρμηση που με δυσκολία κατάφερε να καταπνίξει.
  Τί συμβαίνει; Γιατί αντιδρώ έτσι; Δεν μπορεί πραγματικά να θέλω να δω τη Marinette τόσο πολύ. Και να την δω μετά τί; Ο ήρωας κοντοστάθηκε με το πρόσωπο συνοφρυωμένο. Η σύγχυσή του πέρασε γρήγορα και αποφάσισε να γυρίσει σπίτι του. Η σκέψη του πατέρα του να τον περιμένει, ωστόσο, δεν ήταν και τόσο ενθαρρυντική, πόσο μάλλον μετά από όλα όσα είχαν συμβεί. Σίγουρα θα απαιτούσε το miraculous με την δικαιολογία ότι παραλίγο να χάσει τη ζωή του εξαιτίας του και άλλα τέτοια. Δεν μπορούσε να καταλάβει ότι ο Adrien ζούσε μόνο για τις στιγμές κάτω από την μάσκα ό,τι κι αν τις ακολουθούσε, τα akuma, o Hawkmoth ακόμα και δαίμονες, ο νέος δεν θα άλλαζε τίποτα. Με νέα αποφασιστικότητα να μην κάνει το χατήρι του πατέρα του αυτή τη φορά ο ήρωας επέκτεινε την ράβδο του και πήδηξε.
  «Cat Noir!», ακούστηκε μια κραυγή και ο ήρωας κοίταξε πίσω του ξαφνιασμένος χάνοντας την ισορροπία του. Η Marinette έκλεισε αντανακλαστικά τα μάτια για να μην δει τον συνεργάτη της να σωριάζεται φαρδύς πλατύς στη στέγη με έναν γδούπο. «Συγγνώμη!» φώναξε η κοπέλα, θεωρώντας, για κάποιον δικό της λόγο, ότι έφταιγε που ο  Cat Noir έφαγε τα μούτρα του. «Μην ανησυχείς! Όλα καλά Mari» την διαβεβαίωσε ο ήρωας τρίβοντας το μέτωπό του, το οποίο είχε πάθει την μεγαλύτερη ζημιά.
  Ο Cat Noir δεν μπορούσε πια να τʼ αποφύγει κι έτσι δρασκέλισε το κενό, φτάνοντας δίπλα της. «Δεν θα έπρεπε να είσαι στο νοσοκομείο χωρίς ούτε να το διανοήσαι να σηκωθείς;» είπε η κοπέλα με ένα άγριο ύφος σα να τον καταδίκαζε. Για ένα δευτερόλεπτο ο ήρωας ένιωσε μικρός, μυρμήγκι μπροστά στην οργή της, αλλά βρήκε την ψυχραιμία του σχεδόν αμέσως. «Μην αγχώνεσαι! Μπορώ να αντέξω περισσότερα. Δεν υπάρχει πρόβλημα» απάντησε χαρίζοντάς της ένα ξέγνοιαστο χαμόγελο. Το αποτέλεσμα ωστόσο δεν ήταν αυτό που ήλπιζε. Το πρόσωπο την κοπέλας σκοτείνιασε κι έσκυψε το κεφάλι κρύβοντας τα μάτια της.
  «Marinette;» ρώτησε αβέβαια ο Cat Noir χαμηλώνοντας για να βρει το βλέμμα της. «Τί θες να πεις δεν υπάρχει πρόβλημα;». Η φωνή της έφηβης ακούστηκε σαν ψίθυρος με ένα ελαφρό τρέμουλο. Σήκωσε απότομα το κεφάλι της, καρφώνοντάς τον με ένα καθηλωτικό βαθυγάλανο βλέμμα. «Έχεις ιδέα πώς σε βρήκα; ΗΜΙΛΙΠΟΘΥΜΟ! Και είχες αίματα να τρέχουν από τον ώμο σου και το δέρμα σου ήταν χλωμό σα πεθαμένου. Όταν σε άγγιξα ήσουν παγωμένος λες και διάβαινες τις πύλες του θανάτου. Δεν υπάρχει πρόβλημα; Σχεδόν πέθανες εκεί πέρα και τώρα κάνεις σα να μη συνέβη τίποτα;» ούρλιαξε η Marinette, ενώ κρυστάλλινα δάκρυα κυλούσαν στο πρόσωπό της αστράφτοντας στο σεληνόφως.
  Ήξερε πως ήταν άδικη και εγωίστρια. Εξάλλου εξαιτίας της είχε τραυματιστεί ο Cat Noir και αυτή τη στιγμή απλώς προσπαθούσε να την καθησυχάσει, αλλά... Αλλά αυτή τον είχε βρει γεμάτο αίματα να σέρνεται μες τις βρωμιές εκείνου του σοκακιού. Είχε δει το φως να σβήνει από τα μάτια του και το χρώμα να εγκαταλείπει το πρόσωπό του. Είδε ένα φάντασμα του Cat Noir, μια εικόνα πιο τρομαχτική κι από τον χειρότερο εφιάλτη της. Μια εικόνα που δεν ήθελε να ξαναδεί ποτέ.
  «Marinette, ηρέμησε σε παρακαλώ! Όλα είναι εντάξει τώρα». Ο πανικόβλητος Cat Noir δεν ήξερε πώς να καλμάρει το κλαιόμενο κορίτσι, που τρανταζόταν από τους λυγμούς. Δεν περίμενε τέτοια αντίδραση από την Marinette. Ήξερε ότι ήταν φίλη, αλλά ιδιαίτερα με τον ήρωα-εαυτό του δεν είχε πολλές επαφές και ένα τέτοιο ξέσπασμα του φαινόταν αφύσικο. «Να ηρεμήσω; Πώς; Σε είδα να πεθαίνεις! Δεν... Δεν... Δεν μπορώ να σε χάσω!» τσίριξε πέφτοντας πάνω του απελπισμένη. Ο Cat Noir έκπληκτος έπιασε τον εαυτό του να σφίγγει στην αγκαλιά του την κοπέλα, απολαμβάνοντας την ζεστασιά του κορμιού της.
  Έμειναν έτσι για περίπου πέντε δευτερόλεπτα που όμως τους φάνηκαν αιώνας. Δυστυχώς, όλα τα πράγματα έχουν το τέλος τους και αυτό το τέλος ήρθε, όταν η Marinette αντιλήφθηκε λίγο καθυστερημένα την στάση στην οποία βρίσκονταν. Τραβήχτηκε γρήγορα μακρυά με το κοκκίνισμα να φτάνει βαθιά στις ρίζες των μαλλιών της. Ο ήρωας μάζεψε κι ο ίδιος τα χέρια του νιώθοντας τα μάγουλά του να φλέγονται. Για μερικές στιγμές επικράτησε μια άβολη σιωπή, προτού ο Cat Noir να επεκτείνει την ράβδο του και χαθεί στον νυχτερινό ουρανό. Δεν είναι δυνατόν! Ήταν η σκέψη που πέρασε ταυτόχρονα από το μυαλό και τον δύο νέων κάνοντας το ροζ χρώμα στο πρόσωπό τους βαθύ κόκκινο.

Οι ήρωες του Παρισιού (Βιβλίο πρώτο) Donde viven las historias. Descúbrelo ahora