Κεφάλαιο 48

670 128 3
                                    


"Μάλλον το τραγούδι σε τάραξε" η φωνή που ακούστηκε πίσω της την τρόμαξε.

Τινάχτηκε ξαφνιασμένη και είδε τον Δημήτρη πίσω της να την κοιτάζει σοβαρός. Γύρισε πάλι να κοιτάξει μακριά μέσα στην θάλασσα: "Αυτό το τραγούδι το έχω συνδέσει με τους γονείς μου. Περιγράφει τη σχέση που είχαν αλλά και το τέλος τους" του είπε με απαλή φωνή.

"Σβήσε από το μυαλό σου την εκδίκηση για τους γονείς σου. Άφησε το Νικόλαο να αναλάβει να τιμωρήσει τους υπεύθυνους. Ο αδερφός σου ανησυχεί για σένα. Δεν μπορεί να καταλάβει τι σκέφτεσαι να κάνεις, αλλά ξέρει πόσο ριψοκίνδυνη είσαι."

"Πως θα μπορούσα όταν ξέρω οτι ο Νικόλαος λόγω της θέσης του έχει τα χέρια του δεμένα ενώ εγώ όχι;" είπε εκείνη και γύρισε να τον κοιτάξει.

Ο Δημήτρης την πλησίασε και τύλιξε τα χέρια του γύρω της. Η πλάτη της ακουμπούσε στο στήθος του και τα χέρια του την έσφιγγαν πάνω του: "Θέλω να μου υποσχεθείς οτι δε θα κάνεις τίποτα ριψοκίνδυνο"

 Η Νατάσσααγνόησε αυτό που της είπε και προσπάθησε να αλλάξει τη συζήτηση:  "Θέλεις να κάνουμε μαζί προπόνηση για να φύγει η ένταση;"και πριν εκείνος της απαντήσει, ελευθερώθηκε από το αγκάλιασμα του και έτρεξε μέχρι την πόρτα της κουζίνας, που ήταν ακουμπισμένα δυο ξύλινα ξίφη. Πήρε το ένα η ίδια και το άλλο του το πέταξε.

Άρχισαν να γυρνάνε ο ένας γύρω από τον άλλο γελώντας. Η Νατάσσα έκανε επίθεση και με μια στροφή προσπάθησε να τον χτυπήσει, αλλά εκείνος δεν την άφησε.  Την απέφυγε και πιάνοντας το χέρι της το έβαλε στην πλάτη της: "Παραδίνεσαι;" την ρώτησε βραχνά ακουμπώντας τα χείλη του στο αφτί της.

Εκείνη κάνοντας μια απρόσμενη κίνηση κατάφερε να ελευθερωθεί "Φυσικά όχι" του είπε και του επιτέθηκε χτυπώντας του με δύναμη το ξίφος. Αυτή τη φορά, επιτέθηκε εκείνος και με μια κίνηση του ξίφους του το δικό της βρέθηκε στον αέρα ενώ η μύτη του ξίφους του ακούμπησε στο στήθος της: "Τώρα παραδίνεσαι;"

Εκείνη του κλώτσησε με δύναμη τα χέρια και άρχισε να εφαρμόζει τις κινήσεις που της είχε μάθει ο Έκτορας. Τώρα πάλευαν σώμα με σώμα και κάποια στιγμή βρέθηκε εκείνη ξαπλωμένη στο υγρό χώμα και ο Δημήτρης από πάνω της. Το πρόσωπο του πλησίασε αργά το δικό της και τα χείλη του κατέληξαν πάνω στα δικά της.

Κάθε σκέψη για συνέχεια της μάχης χάθηκε, μέσα στη θολούρα που επικράτησε στο μυαλό της από τη γεύση του φιλιού του: "Φαντάζομαι τώρα παραδίνεσαι" της είπε βλέποντας το γρήγορο ανεβοκατέβασμα του στήθους της, αλλά και το θολό βλέμμα της, που πρόδιδαν την ταραχή της.

ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΝΕΜΕΣΗΣΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα