Κεφάλαιο 20

782 145 9
                                    


Ο Δημήτρης πλησίασε τη Νατάσσα : «Ο Έκτορας με την Κατερίνα γύρισαν στο στρατόπεδο. Έχω συνεννοηθεί και αύριο το πρωί θα σε περιμένει η άμαξα, για να σε φέρει στο στρατόπεδο. Το δωμάτιο σου είναι στον επάνω όροφο. Τώρα πρέπει να φας κάτι γιατί δεν έφαγες τίποτα από το πρωί». Πριν τελειώσει τα λόγια του ο Δημήτρης, η Νατάσσα αισθάνθηκε τα πόδια της να λυγίζουν και το κεφάλι της να γυρνάει. Πριν πέσει κάτω, τα χέρια του Δημήτρη την είχαν αγκαλιάσει και την είχαν σηκώσει. Λίγο πριν χάσει τις αισθήσεις της, άκουσε από τον Δημήτρη να ζητάει από τον ξενοδόχο, να του δείξει το δωμάτιο.

Ο Δημήτρης έβγαλε προσεκτικά το πανί από το πρόσωπο της Νατάσσας, για να αναπνέει καλύτερα. Εκείνη κουνήθηκε και άνοιξε αργά τα μάτια της. Το πρόσωπο της ήταν χλωμό και τα μάτια της φαινόταν ακόμη πιο πράσινα. Ήταν πανέμορφη και ο Δημήτρης διαπιστώνοντας πόσο συχνά το σκεφτόταν αυτό τελευταία, σηκώθηκε βιαστικά από δίπλα της.

«Πως αισθάνεσαι, είσαι καλύτερα;» Τη ρώτησε.

«Εντάξει είμαι» είπε εκείνη και έκανε να σηκωθεί, αλλά αυτός βρέθηκε αμέσως δίπλα της και την έσπρωξε απαλά πίσω. Η Νατάσσα κοίταξε το μικρό δωμάτιο. Οι ασβεστωμένοι λευκοί τοίχοι  είχαν αρχίσει να ξεφλουδίζουν και το δωμάτιο μέσα είχε μόνο το κρεβάτι, μια  ντουλάπα και ένα τραπέζι με δύο καρέκλες. Σε μια γωνιά άναβε ένα καπνισμένο τζάκι.

«Σήμερα ταλαιπωρήθηκες πολύ και ακόμη δεν συνήλθες από τον τραυματισμό σου. Παρήγγειλα να σου φέρουνε φαγητό. Θα καθίσω μέχρι να φας και μετά θα πρέπει να γυρίσω στο στρατόπεδο. Θα είσαι εντάξει μόνη σου μέχρι το πρωί ;»

Η Νατάσσα αισθάνθηκε ζεστασιά από το ενδιαφέρον του για εκείνη: «Θα είμαι μια χαρά. Μια ελαφριά ζάλη ήταν» και λέγοντας αυτά σηκώθηκε καθιστή στο κρεβάτι και κατέβασε τα πόδια της στο πάτωμα. Το τραύμα της την πόνεσε και το χέρι της ακούμπησε το σημείο που την τρύπησε το βέλος.

Τα μάτια του αμέσως κοίταξαν το χέρι της. Την πλησίασε, το έπιασε και πήγε να ανοίξει το γιακά της στο σημείο που ήταν το τραύμα, αλλά εκείνη την ώρα χτύπησε η πόρτα. Η Νατάσσα πετάχτηκε, πήρε το πανί και το φόρεσε στο πρόσωπο της. Ο Δημήτρης άνοιξε την πόρτα και μιά καμαριέρα με μακριά καστανά μαλλιά μπήκε μέσα, έχοντας στα χέρια της ένα δίσκο με πολλά πιάτα. Η κοπέλα πήγε και τον ακούμπησεστο τραπέζι  με τα μάτια της στραμμένα συνέχεια στο Δημήτρη.

ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΝΕΜΕΣΗΣΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα