Κεφάλαιο 13

856 145 3
                                    


Στη σκηνή του, ο Δημήτρης αισθανόταν μεγάλη ανησυχία και δε μπορούσε να κοιμηθεί. Μπορεί ο Έκτορας να απέφυγε να του απαντήσει γιατί κάποιος στόχευε το παιδί του, αλλά ο Δημήτρης διέκρινε στα μάτια του την ανησυχία του. Η κόρη του βρισκόταν σε μεγάλο κίνδυνο και εκείνος το ήξερε πολύ καλά.

Ο Δημήτρης κατηγόρησε από μέσα του τον πατέρα του που δεν του έδωσε αρκετές πληροφορίες για τον Έκτορα και την οικογένειά του. Ήξερε μόνο οτι ήταν το δεξί χέρι του βασιλιά Νηρέα και ήξερε πόσο ο πατέρας του εκτιμούσε αυτό το βασιλιά. Όταν η συζήτηση πήγαινε σε εκείνον πάντα έλεγε οτι ήταν άτυχος βασιλιάς γιατί το βασίλειο του στα χρόνια των προκατόχων του είχε βουτηχτεί στη διαφθορά. Ο Νηρέας όμως με τον ακέραιο χαρακτήρα ήθελε να διορθώσει τα κακώς κείμενα γεγονός που σήμανε και το τέλος του. Μόλις κατάλαβε οτι δεν θα μπορούσε να τα βάλει με τα συμφέροντα και οτι το τέλος του ήταν κοντά απομάκρυνε από κοντά του όλους όσους θα κινδύνευαν από τη σχέση τους μαζί του. Έτσι έδιωξε από κοντά του  και τον Έκτορα με την Κατερίνα. Αυτά ήταν όσα γνώριζε ο Δημήτρης για το τι συνέβη.

Γιατί όμως κάποιος να ήθελε το θάνατο του παιδιού του Έκτορα; Δεν μπορούσε να καταλάβει ποιος και τι μπορεί να επιδίωκε με τη δολοφονία της, αλλά ήταν σίγουρος οτι αυτή ήταν ο στόχος. Θα ήταν περισσότερο ασφαλής όταν θα περνούσαν τα σύνορα του δικού τους βασιλείου. Θα έπρεπε να περάσουν τα σύνορα, το συντομότερο δυνατό. Σηκώθηκε από το στρώμα του. Φόρεσε τη στολή του και βγήκε στο βραδινό αέρα. Τα μάτια του έλεγξαν το χώρο γύρω του όταν είδε το αντικείμενο της σκέψης του, να κάθεται δίπλα στη φωτιά. Φαινόταν βυθισμένη στις σκέψεις της. Πλησίασε και κάθισε δίπλα της.

«Φαντάζομαι, ότι σε αναστάτωσε η επίθεση και γι αυτό έχεις αυπνίες», της είπε.

«Η αλήθεια είναι ότι ανησυχώ για το τι άλλο μπορεί να συμβεί», του απάντησε σκεφτική, «δεν έχω ξαναφύγει μακριά από το σπίτι στο βουνό και τώρα συνέβη αυτό.Φοβάμαι μην ξανασυμβεί κάτι και τραυματιστεί κανείς εξαιτίας μου.»

«Μην ανησυχείς εκτός από εσένα και τη μητέρα σου, όλοι οι άλλοι είναι έμπειροι πολεμιστές. Εσύ να είσαι σε εγρήγορση, για να προστατεύσεις το εαυτό σου. Τις ανησυχίες για επιθέσεις άφησε τες σε μας», είπε και γύρισε να την κοιτάξει. Αυτό ήταν λάθος, σκέφτηκε αναστατωμένος, γιατί από εκείνη τη νύχτα κάθε φορά που την κοίταζε, δεν έβλεπε το Νικ, αλλά μια πολύ όμορφη κοπέλα. Έβλεπε καθαρά τα πράσινα αμυγδαλωτά της μάτια με τις μακριές μαύρες βλεφαρίδες και τα τόξα των φρυδιών της να συμπληρώνουν έναν όμορφο πίνακα. Την προσοχή του τράβηξε το στόμα της, που είχε ανασηκωθεί στις άκρες σε ένα απαλό χαμόγελο. Ηταν σαρκώδες στο χρώμα του κερασιού. Πως μπόρεσε στην αρχή να ξεγελαστεί ότι ήταν αγόρι και τώρα γιατί τίποτα επάνω της δε του θύμιζε αγόρι;

ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΗΣ ΝΕΜΕΣΗΣΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα