Κεφάλαιο 62ο

740 107 12
                                    

Λένα

Καθόμασταν στο αναπαυτικό σαλονάκι που υπήρχε στο τζετ. Από την πόλη της Ποσειδωνίας φαίνονταν καπνοί. Ο Κρίστοφερ απέναντι μου καθόταν σκεπτικός. Κοίταζε πότε τα μωρά που κοιμόντουσαν ατάραχα και πότε το ρολόι του. Ο παππούς του στο διπλανό κάθισμα χτυπούσε τα δάχτυλα του νευρικά πάνω στο τραπεζάκι που βρισκόταν μπροστά μας. Εγώ από την άλλη κοίταζα τον άδειο χώρο έξω από το αεροσκάφος ευελπιστώντας να εμφανιστεί η Κάσι. Η καρδιά μου χτυπούσε σαν τρελή από την ανησυχία αφού όσο καιρό την γνώριζα ήξερα ότι είχε το κακό συνήθειο να μπλέκει σε μπελάδες. Ειδικά τώρα που ο Μαξ ήταν νεκρός εκείνη δεν θα μπορούσε να σκεφτεί λογικά ούτε για μια στιγμή. Ο Κρίστοφερ σήκωσε το βλέμμα του και με κοίταξε. Ένα ρίγος με διαπέρασε αλλά παρέμεινα ακίνητη ξεχνώντας σχεδόν να αναπνεύσω στην θέση μου.

«Είναι ώρα» είπε ο παππούς του. Ο Κρις σηκώθηκε και προχώρησε προς το πιλοτήριο. Εκείνη την στιγμή δεν με ενδιέφερε αν ήμουν μια κοινή. Τον ακολούθησα.

«Περίμενε μερικά λεπτά ακόμη. Δεν μπορούμε να την εγκαταλείψουμε...» είπα καθώς είχαμε στριμωχτεί και οι δύο στο στενό διάδρομο που οδηγούσε προς τον οδηγό του τζετ.

«Ο μόνος τρόπος να μπορέσουμε κάποια στιγμή να νικήσουμε τον Δούκα του Σαχ βρίσκεται εδώ μέσα. Δεν μπορούμε να ρισκάρουμε να μας πιάσουν. Αργά ή γρήγορα θα κατευθυνθούν προς τα εδώ. Η Κάσι το ήξερε, εμείς το ξέρουμε. Πρέπει να φύγουμε για την Υόρκη» είπε και συνέχισε να προχωράει προς την αρχική του κατεύθυνση.

«Είναι αδερφή σου» τόνισα πιάνοντας το χέρι του. Εκείνος σαν να τον χτύπησε ηλεκτρικό ρεύμα, το ίδιο ίσως που είχε χτυπήσει και εμένα γύρισε και με κοίταξε.

«Δεν είναι απλώς αδερφή μου. Είναι η δίδυμη μου. Και για αυτό ξέρω ότι είναι ζωντανή. Και ότι θα βρει έναν τρόπο να επιβιώσει. Ήταν δική της εντολή να φύγουμε μόλις περάσει η ώρα. Πρέπει να σώσουμε τους απογόνους της και να τους ανεβάσουμε στον θρόνο...» άφησα το χέρι του. Ήξερα ότι πλέον η μάχη ήταν χαμένη. Προσευχήθηκα εκείνη να ήταν καλά και επέστρεψα στην θέση μου. Φόρεσα την ζώνη μου και κράτησα γερά τα πλαϊνά του καθίσματος μου επιτρέποντας στον φόβο να ξεχυθεί από μέσα μου. Ένας δυνατός βόμβος ακούστηκε και το αεροσκάφος ξεκίνησε. Ο Κρις επέστρεψε γρήγορα και κάθισε στην θέση του. Μέσα σε μερικά λεπτά βρισκόμασταν στον αέρα. Πετούσα. Κοίταξα μαγεμένη έξω από το παράθυρο μόνο και μόνο για να δω την συνολική εικόνα καταστροφής της πρωτεύουσας του Βασιλείου...

Φυλακισμένες ΨυχέςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα