Κεφάλαιο 45ο

816 121 12
                                    

Μαξ

Ένιωθα νευρικός καθώς περνούσα την πελώρια είσοδο του παλατιού. Κάτι που έπρεπε να συνηθίσω να κάνω για τα επόμενα χρόνια της ζωής μου αφού ως αρχηγός της Επανάστασης ψηφίστηκα και ο κατάλληλος υπερασπιστής των δικαιωμάτων μας στο συμβούλιο. Ήμουν ντυμένος με εκλεκτά υφάσματα, δώρο από το παλάτι και περπατούσα με γρήγορα βήματα κατευθυνόμενος στο δείπνο προς τιμήν μου που είχε οργανωθεί από την Βασιλική οικογένεια.

Στην τραπεζαρία οι Γαλαζοαίματοι είχαν πάρει την θέση που αντιστοιχούσε στον καθένα και σύντομα κατέληξα να καθίσω δίπλα στον Κρίστοφερ Λουιζίδη-Ντινάιλ ή διαφορετικά γνωστό και ως αδερφό της Κάσι. Κοιτάζοντας τριγύρω μου τα μέλη του Συμβουλίου με τις οικογένειες τους μπορούσα να καταλάβω ότι δεν ανήκα σε αυτό τον κόσμο. Όμως έπρεπε να διατηρήσω την ψυχραιμία μου και να μετατραπώ σε κομμάτι αυτού του τσίρκου.

«Λοιπόν πως σου φαίνεται το παλάτι;» με ρώτησε ο Κρίστοφερ και τον κοίταξα απορημένος.

«Πολυτελές» απάντησα ειλικρινά.

«Το φαντάζομαι» είπε εκείνος και ήπιε από το κρασί του.

«Δεν νομίζω ότι μπορείς. Δεν έχεις ιδέα πως είναι στις φτωχογειτονιές...»

«Έχεις δίκιο» είπε εκείνος απλά «αλλά Άρη νομίζω ότι πρέπει να βελτιώσεις τις διπλωματικές σου ικανότητες όσο θα είσαι μέλος του συμβουλίου...»

Τον κοίταξα σκεπτικός. Η αλήθεια ήταν ότι είχα μάθει στην ζωή μου να είμαι ειλικρινής. Να λέω τα πράγματα ακριβώς όπως τα έβλεπα. Χωρίς πολλές πολλές φανφάρες σε αντίθεση με εκείνους τους ανθρώπους. Και για την ακρίβεια ήμουν έτοιμος να δώσω μια ανάλογη απάντηση σε αυτόν τον υπερόπτη Γαλαζοαίματο αλλά η δίφυλλη πόρτα της τραπεζαρίας άνοιξε και το Βασιλικό ζεύγος πέρασε μέσα. Ο Βασιλιάς κρατούσε την Κάσι από το χέρι και την οδηγούσε στην θέση της. Εκείνη φορούσε ένα μαύρο φόρεμα που κάλυπτε επιδέξια την κοιλιά που γνωρίζαμε όλοι ότι είχε. Σε ένα μήνα περίπου άλλωστε περίμεναν τον διάδοχο. Τα καστανά μαλλιά της είχαν μακρύνει υπερβολικά και τα μισά μονάχα ήταν πιασμένα σε ένα περίτεχνο χτένισμα. Τα μάτια της φαινόντουσαν θλιμμένα και εκείνη δεν έδειχνε να παρατηρεί γύρω της το παραμικρό. Την κοίταζα όπως ο διψασμένος την όαση. Μου είχε λείψει υπερβολικά και σκεφτόμουν ότι αν δεν είχε μπλεχτεί ο Μανώλης ίσως τώρα να ήμασταν μαζί σκεπασμένοι κάτω από το πάπλωμα μου χωμένοι ο ένας στην αγκαλιά του άλλου.

Φυλακισμένες ΨυχέςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα