Κεφάλαιο 29ο

864 134 11
                                    

«Τι κάνεις εσύ εδώ;» τον ρώτησα φανερά σοκαρισμένη.

«Εννοείς στους υπέροχους αρραβώνες σου με τον Πρίγκιπα;» ρώτησε εκείνος.

Κούνησα το κεφάλι μου. Κάθε λέξη του έσταζε φαρμάκι. Με μισούσε για την απόφαση μου να αρραβωνιαστώ τον Πρίγκιπα. Και αυτό το βλέμμα του πονούσε υπερβολικά πολύ. Ωστόσο οι φωνές από το εσωτερικό του παλατιού δυνάμωναν. Κοίταξα πίσω του.

«Πρέπει να πάω εκεί» είπα προσπαθώντας να χαλαρώσω την λαβή του στο χέρι μου.

«Όχι» είπε και με τράβηξε προς την αντίθετη κατεύθυνση.

«Μαξ, τι συμβαίνει; Τι γίνεται εκεί μέσα;»

Δεν απάντησε. Αντιθέτως κατευθυνόμασταν όλο και πιο βαθιά στους κήπους. Και λίγα λεπτά αργότερα ξεκινήσαμε να τρέχουμε. Όσο και αν έλεγα στον εαυτό μου ότι δεν θα μου συνέβαινε τίποτα κακό επειδή ήταν ο Μαξ μαζί μου φοβόμουν. Είχα ένα αηδιαστικά τρομακτικό συναίσθημα ότι κάτι πήγαινε τελείως λάθος. Τίποτα δεν ήταν όπως έπρεπε. Σκεφτόμενη αυτά είχα χάσει τον προσανατολισμό μου. Έτσι όταν ο Μαξ έστριψε σε κάποιο σημείο του κήπου και έπειτα άνοιξε μια μικρή πορτούλα που μας οδήγησε σε ένα δρομάκι δεν είχα καμία απολύτως ιδέα για το που βρισκόμασταν.

«Ανέβα» πρόσταξε εκείνος.

«Τι είναι αυτό;» ρώτησα αθώα προσπαθώντας να καταλάβω τι εννοούσε.

«Μπορεί να μην είναι μια λιμουζίνα Μεγαλειοτάτη, όπως εκείνη που έχετε συνηθίσει να σας πηγαινοφέρνει στο παλάτι αλλά είναι μια μηχανή, οπότε ανέβα» πρόσταξε ξανά. Εγώ σηκώνοντας το φόρεμα μου ακολούθησα τις οδηγίες του. Μου φάνηκε εξαιρετικά άβολη η μηχανή και η στάση που έπρεπε να έχω ώστε να μη βρεθώ στο έδαφος. Ακόμη πιο ιδιαίτερο ήταν το ταξίδι με εκείνη. Ο Μαξ οδηγούσε σαν τρελός με αποτέλεσμα να περάσουμε ταχύτατα από το παλάτι και τις γειτονιές των πλουσίων στις φτωχογειτονιές. Σταματήσαμε έξω από μια αποθήκη που μου θύμιζε εκείνη, έξω από την οποία είχαμε δώσει το πρώτο μας φιλί. Ίσως και να ήταν αυτή. Δεν θυμόμουν πλέον την γειτονιά. Ή έτσι πίστευα. Έχωσε την μηχανή μέσα και έπειτα με γρήγορα βήματα απομακρυνθήκαμε. Με κρατούσε σε όλη την διαδρομή από το χέρι δείχνοντας μου τον δρόμο για το σπίτι. Καθώς πλησιάζαμε η μυρωδιά που συνέθετε την εκπληκτική ατμόσφαιρα της γειτονιάς είχε παραμείνει η ίδια. Με κάθε βήμα γεννιόταν μέσα μου το συναίσθημα ότι επέστρεφα σπίτι.

Φυλακισμένες ΨυχέςΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα