36. Προδοσία

172 16 0
                                    

Άλλη μία μέρα ξημερώνει στο νοσοκομείο. Οι ακτίνες του ήλιου ξεγλιστρούν από τις μισάνοιχτες κουρτίνες που στολίζουν τα παράθυρα, τα οποία κάνουν το μέρος να μοιάζει λιγότερο με φυλακή.

Επισκέπτομαι για πρώτη φορά σήμερα το μπάνιο στο βάθος του διαδρόμου. Ρίχνω μια ματιά στον καθρέφτη και όσο οι μέρες περνούν, με αναγνωρίζω όλο και λιγότερο. Μάτια πρησμένα από το κλάμα και την αϋπνία, μαύροι κύκλοι που πλέον έχουν γίνει καθημερινότητα. Το πρόσωπό μου φαίνεται αδυνατισμένο και κουρασμένο. Ρίχνω παγωμένο νερό στο πρόσωπό μου και ύστερα κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη ξανά. Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Η κούραση γίνεται όλο και πιο εμφανής μέρα με τη μέρα.

Το βλέμμα μου παραμένει καρφωμένο στο γυαλί απέναντι μου. Ακίνητη, ανέκφραστη μένω να κοιτώ την εικόνα που έχει δημιουργηθεί μέσα σε μία εβδομάδα και την συγκρίνω με την εικόνα μου πριν το συμβάν. Άξαφνα, αναμνήσεις χαρούμενες αρχίζουν να ξεπηδούν μπροστά απ'τα μάτια μου σαν παλιά ταινία. Όλες εμπεριέχουν τον Άλεξ.

Νιώθω τα μάτια μου να τσούζουν, προμηνύοντας το κλάμα που θα ακολουθούσε. Προσπαθώ να συγκρατηθώ, δεν αντέχω να κλαίω άλλο. Αλλά ξεσπάω. Πάλι. Με κλάμα γοερό, έντονα θρηνητικό που μέσα του κρύβει φόβο και αγωνία. Με δάκρυα αμέτρητα, όσα και οι ανασφάλειές μου.

Η πόρτα ανοίγει χωρίς να το περιμένω και κατευθείαν σκουπίζω να δάκρυά μου. Αφήνω μια ανάσα ανακούφισης όταν βλέπω τον Στέφανο να μπαίνει μέσα. Αυτές τις στιγμές νιώθω πως είναι ο μόνος που καταλαβαίνει πραγματικά πώς αισθάνομαι. Μόνο εκείνος αναλογίζεται τον πόνο που μου προκαλεί το να ξέρω πως η ζωή του Άλεξ κρέμεται από μια κλωστή που όσο ο καιρός περνά, τεντώνεται όλο και περισσότερο.

«Πάλι έκλαιγες;» ρωτάει καθώς ρίχνει κρύο νερό στο κουρασμένο του πρόσωπο.

«Έχω καταντήσει γραφική, το ξέρω» απαντώ σε μία αποτυχημένη προσπάθεια να διακωμωδήσω την κατάσταση.

«Ο αδελφός σου μόλις έφυγε μαζί με τον Γιώργο, θα γυρίσουν σε κανένα δίωρο» ενημερώνει σχεδόν μηχανικά, σαν να είναι αναγκασμένος να βρίσκεται εδώ.

«Δεν είχα σκοπό να τους μιλήσω ούτως ή άλλως» αποκρύνομαι χαμηλόφωνα.

«Γιατί, τι έγινε και δεν θέλεις να τους μιλήσεις;»

«Δεν με καταλαβαίνουν. Το μόνο που ξέρουν να λένε είναι ότι όλα θα πάνε καλά. Ενώ τίποτα δεν πηγαίνει καλά. Τα πράγματα πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο, εδώ και μία γαμημένη εβδομάδα δεν έχουμε καμία εξέλιξη, κανένα νέο. Λένε πως άδικα στεναχωριέμαι και κλαίω αλλά ο άνθρωπος που είμαι ερωτευμένη θα μπορούσε να έχει πεθάνει! Δεν μπορώ να μην κλαίω, δεν μπορώ να μην ανησυχώ αλλά δεν μπορεί κανείς να το καταλάβει!»

In Another LifeWhere stories live. Discover now