8. Εκτός

401 40 5
                                    

Αύγουστος. Ο τελευταίος μήνας του καλοκαιριού. Το φετινό καλοκαίρι ήταν από τα πιο ζεστά. Και από τα πιο βαρετά. Δεν έγινε τίποτα συνταρακτικό, τίποτα το ενδιαφέρον. Το φετινό καλοκαίρι δεν μου χάρισε τις αναμνήσεις που μου χάρισαν τα προηγούμενα του. Όλα ήταν προγραμματισμένα. Σαν να έπρεπε να γίνουν, και έγιναν. Και τώρα είχε έρθει η ώρα να το αποχωριστώ. Και δεν με πείραζε που έπρεπε να το αφήσω πίσω. Γιατί δεν έγινε τίποτα που να με δένει με αυτό το καλοκαίρι.

Εκτός...

Η σημερινή βραδιά είναι η πιο κρύα του Αυγούστου. Ίσως και ολόκληρου του καλοκαιριού. Θα βρέξει, σκέφτομαι κοιτώντας τον ουρανό ο οποίος έχει γεμίσει σύννεφα. Το φεγγάρι έχει κρυφτεί τελείως πίσω από αυτά ενώ λιγοστά αστέρια φωτίζουν σήμερα.

Έχουν περάσει λίγα λεπτά από τις εννιά οπότε επιταχύνω το βήμα μου για να φτάσω γρηγορότερα. Βλέπω από μακριά τον Άλεξ να περιμένει πάνω στην μηχανή του κρατώντας ένα τσιγάρο και καλύπτω την απόσταση που μας χωρίζει τρέχοντας.

«Γεια» λέω μόλις φτάσω κοντά του.

«Ανέβα. Φύγαμε» λέει ο Άλεξ και σε λίγα δευτερόλεπτα βρίσκομαι πίσω του.

«Κρατήσου. Δεν θα πηγαίνω αργά. Κρίμα να φύγεις πίσω» λέει χτενίζοντας τα μαλλιά του προς τα πίσω με τα χέρια του. Κρεμάει το τσιγάρο στα χείλη του και βάζει και τα δύο χέρια του στο τιμόνι. Τυλίγω τα χέρια μου γύρω του και μου ρίχνει μια ματιά μέσα από τον καθρέφτη πριν ξεκινήσει.

Ο ορμητικός άνεμος που εισέρχεται με δύναμη στα μάτια μου, τα κάνει να δακρύζουν. Ο Άλεξ στρίβει απότομα και μπαίνει σε ένα στενάκι, γεγονός που με κάνει να τρομάξω αλλά δεν το δείχνω. Σε πολύ λίγο, σταματάει έξω από μια μεγάλη πόρτα.

«Κατέβα» προστάζει. Ψάχνει στην τσέπη του και βγάζει ένα μικρό κλειδί. Ανοίγει την πόρτα και μου κάνει νόημα για να μπω μέσα.

Ανεβαίνει στην μηχανή του και μου ζητάει να τον ακολουθήσω. Πηγαίνει με υπερβολικά μικρή ταχύτητα για να μπορώ να προχωράω παράλληλα με αυτόν. Κοιτάζω τον χώρο γύρω μου και καταλαβαίνω ότι μάλλον εδώ γίνονται οι αγώνες.

«Ήταν εργοστάσιο κάποτε» λέει ο Άλεξ αφού είδε πως παρατηρούσα το μέρος.

«Και μετά;»

«Μετά εγκαταλήφθηκε. Κάνεις δεν πατούσε το πόδι του και υπήρχε μια ομάδα παιδιών που έψαχνε έναν χώρο για να κοντράρονται μεταξύ τους. Περισσότερα άτομα έμαθαν για αυτό, και έτσι από τότε εδώ γίνονται οι αγώνες» εξηγεί. Ο χώρος πραγματικά φαινόταν τεράστιος και βρισκόμασταν μόλις μερικά μέτρα από την είσοδο.

In Another LifeWhere stories live. Discover now