Επικίνδυνα μονοπάτια.

1.4K 113 1
                                    

Μπήκε στο σπίτι σαν μανιακός.

<Τι έπαθες ρε γιατί είσαι έτσι;>τον ρώτησαν τα παιδιά απορημένα. Τους αγριοκοίταξε με ένα δυνατό βλέμμα. <Που είναι η Εύα παιδιά;>τους ρώτησε τονίζοντας την κάθε λέξη γεμάτος οργή.
<Εμείς που θες να ξέρουμε ρε Γιάννη. Μαζί σου δεν ήταν;>
<Ήταν Στέφανε. Ήταν. Δεν είναι πια. Εξαφανίστηκε>είχαν κάτσει να τον κοιτάζουν. Τα μάτια του είχαν βουρκώσει, ήταν έτοιμος να κλάψει μα δε θα άφηνε τον εαυτό του να λυγίσει. Άρχισε να σπάει πράγματα, να πετάει καρέκλες.
<Γιάννη σταματά γαμώτο. Η κόρη σου είναι μέσα και εσύ κάνεις σαν θηρίο>του φώναξε ο Άγγελος μα εκείνος δεν πτοήθηκε. Ώσπου είδε τα μάτια της μικρής να τον κοιτάζουν με τρόμο. Τα ματάκια της είχαν γεμίσει καυτά δάκρυα και το φόρεμα της είχε τσαλακώθει.
<Ιωάννα>πρόλαβε να πει και εκείνη κλείστηκε γρήγορα στο δωμάτιο τους. Ακούμπησε το χέρι του με οργή πάνω στο τζάμι του τραπεζιού. <Άμα πάθει κάτι η Εύα και το παιδί μου δεν ξέρω τι θα κάνω>
<Τίποτα δε θα γίνει Γιάννη. Τίποτα δε θα πάθει. Η Εύα μας έχει αποδείξει άπειρες φορές το πόσο δυνατή είναι. Η Ιωάννα όμως τώρα σε χρειάζεται περισσότερο>.
Γύρισε και τους κοίταξε και πετώντας το σακάκι του στον καναπέ πήγε προς το δωμάτιο. Χτύπησε τρεις φορές μα κανένας δεν απάντησε. Το μόνο που άκουγε ήταν το κλάμα της κορούλας του που της το είχε προκαλέσει εκείνος ο ίδιος. Πήρε την πρωτοβουλία και μπήκε μέσα. Την είδε που έκλαιγε και έτρεξε κοντά της. Της χαϊδέψε την πλατούλα.
<Ιωάννα μου μην κλαίς άλλο. Ψυχή μου σε παρακαλώ με πονάει που σε βλέπω έτσι>της είπε ήρεμα. Γύρισε από την άλλη μεριά και τον κοίταξε.
<Και μένα με πόνεσε που σε είδα έτσι. Σε αυτή τη κατάσταση. Φοβήθηκα>. Ο Γιάννης έκατσε να την κοιτάζει με ένα πονεμένο βλέμμα.

Πόσο άχρηστος είμαι θεέ μου. Έκανα το ίδιο μου το παιδί να με φοβάται. Πόσο άχρηστος.

Κράτησε για λίγο το πρόσωπο του στο ένα του χέρι και μετά την κοίταξε.
<Ιωάννα μου. Κοριτσάκι μου. Δεν ήθελα να σε φοβήσω. Δε θα σου έκανα ποτέ κακό μωρό μου. Ποτέ. Μόνο σε εκείνους. Μόνο σε εκείνους που....>. Εκείνη ανασηκώθηκε στον κρεβάτι.
<Που>επανέλαβε την τελευταία λέξη του και τον έκανε να συνεχίσει. <Που κρατάνε την μαμά μωρό μου. Σου υπόσχομαι πως αυτούς θα τους σκοτώσω πριν προλάβουν να την αγγίξουν>. Τα ματάκια της είχαν βουρκώσει και ο Γιάννης κατάλαβε πως δεν έπρεπε να της το είχε πει.
<Η μαμά μου. Η μανούλα μου. Θέλω πίσω την μαμά μου μπαμπά>. Πόσο ωραίες λέξεις μέσα σε μια πρόταση. <Θα στην φέρω καρδούλα μου. Θα κινήσω γη και ουρανό μέχρι να στην φέρω πίσω. Σώα και αβλαβή>. Αμέσως είδε στο πρόσωπο της να σχηματίζεται ένα αχνό χαμόγελο.

Σχεδόν Μαζί ~Ολοκληρωμένη~Όπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα