Μια νύχτα είναι αρκετή....

1.8K 121 0
                                    

Γιάννης

Ο Γιάννης ξύπνησε από ένα φριχτό πονοκέφαλο. Ένιωθε το κεφάλι του να γυρνάει γύρω γύρω. Ανασηκώθηκε για μια στιγμή στο κρεβάτι και ένιωσε ένα χέρι πάνω στο στήθος του. Το χέρι αυτό ήταν γυναικείο με όλες τις προδιαγραφές του.
Τι στο καλό....τι γίνεται εδώ πέρα. Είπε φωνάζοντας σχεδόν. Δίπλα του ήταν η Μυριελα και μόλις την είχε ξυπνήσει από της φωνές του. Εκείνος το μόνο που θυμόταν ήταν πως είχε μεθύσει πολύ τίποτα άλλο. <Καλημέρα μωράκι μου>του είπε η αγουροξυπνημένη της φωνή όλο νάζι.
<Μυριελα πας καλά τι λες; Και εκτός από αυτό. Γιατί είμαστε γυμνοί και οι δύο;>την ξανά ρώτησε.
<Έλα τώρα που κανείς πως δε θυμάσαι. Δε θυμάσαι απολύτως τίποτα είσαι σίγουρος;>. Τύλιξε το σεντόνι γύρω από το γυμνό της σώμα και τον τράβηξε όλο και πιο πολύ πάνω της.
<Δε θυμάσαι που κάναμε έρωτα όλο το βράδυ και μου λεγες πως δεν υπάρχει καλύτερη από μένα;>. Στα αλήθεια τον έκοβε να μπορεί να της δώσει απαντήσεις στα ρητορικά της ερωτήματά. Μα πως μπορεί να είχαν κάνει έρωτα, ο Γιάννης συχαινόταν όσο τίποτα τις γυναίκες.
<Επειδή όλα αυτά που ισχυρίζεσαι δε μου θυμίζουν κάτι πάω να φτιάξω καφέ και να ετοιμαστώ για την δουλειά>. Μπήκε στο μπάνιο και ντύθηκε. Φόρεσε το τζιν μπλε παντελόνι του με το μπλε του πουκάμισο που του είχε πάρει κάποτε η..... Καλύτερα να μην την θυμόταν, καλύτερα να μην σκάλιζε την πληγή του που ακόμα αιμορραγούσε. Κατευθύνθηκε προς την κουζίνα και έφτιαξε ένα γρήγορο καφέ να πιει.
<Εγώ λέω να φύγω. Πρέπει να περάσω από το σπίτι μου να κάνω ένα μπάνιο. Και ίσως το μεσημέρι να περάσω να σε πάρω να πάμε για φαγητό>. Η φωνή της ήταν τόσο λεπτή και σπαστική ταυτόχρονα. Πως γινόταν να είχε κάνει κάτι με αυτή την κοπέλα δε μπορούσε να καταλάβει.
<Κοίτα Μυριελα. Δε ξέρω τι έγινε πραγματικά χθες το βράδυ και ούτε θέλω να μάθω. Αλλά το μεταξύ μας δεν το θέλω και σε παρακαλώ να το καταλάβεις>. Ο Γιάννης τώρα ήταν νευριασμένος, ειρωνικός και σκληρός απέναντι της. Χωρίς να περιμένει να του απαντήσει πλησίασε προς την πόρτα και καθώς την άνοιξε της έκανε σήμα να φύγει.
Σε μία ώρα βρισκόταν στην δουλειά του.
<Τι έγινε ρε με τις μεγάλες ώρες μας έρχεσαι> τον ρώτησε όλο νόημα ο Άρης. Εκείνος τον κοίταξε με ένα αγχωτικό βλέμμα και χωρίς να μιλήσει έκατσε στην καρέκλα του απέναντι του.
<Γιάννη αγόρι μου είσαι εδώ;>τον ρώτησε και σηκώθηκε όρθιος. Τον πλησίασε.
<Ναι ναι>του απάντησε μονολεκτικά.
< Είσαι καλά;>τον ρώτησε πάλι.
<Ναι ναι> του απάντησε χωρίς να τον κοιτάει.
<Είσαι χαζός;>
<Όχι>του είπε τονισμένα με νευρικότητα.
<Τι μου λες ρε παιδί μου ξέρεις να λες και όχι. Μωρέ μπράβο> του είπε γελώντας σπαστικά. Το γέλιο του ήταν τόσο σκληρό τόσο κακό.
<Άρη τράβα στη δουλειά σου. Αντε μπράβο>. Η αμηχανία του είχε αποτυπωθεί στις κινήσεις του. Είχε κάτσει μπροστά από το παράθυρο με τα χέρια στη μέση.
<Βρε βρε κοίτα τι πρόλαβε και έκανε το Μυριελάκι σε μια νύχτα>του είπε τονίζοντας μια μια τι λέξεις του κοιτώντας τον επίμονα. Ο Γιάννης δεν του απάντησε απλά γύρισε και τον αντίκρισε. Πολλές φορές αυτός ο άνθρωπος του θύμιζε κάποιον άλλον από το παρελθόν του. Τον ένιωθε λες και ήταν εχθρός του, λες και τον μισούσε. Ύστερα έκατσε στο γραφείο του και άρχισε να δουλεύει.

Σχεδόν Μαζί ~Ολοκληρωμένη~Where stories live. Discover now