Αποκαλύψεις.

1.6K 121 0
                                    

<Εύα πες μου>της φώναξε και τραντάχτηκε όλο της το κορμί. Εκείνη έκατσε στο πάτωμα και αγκάλιασε τα πόδια της.
<Μην μου το κάνεις αυτό. Γιάννη σε παρακαλώ άφησε με να βγω. Δεν μπορώ να σου πω>τον κοίταξε με όλο τον πόνο που έκρυβε μέσα της.
<Δεν πειράζει κορίτσι μου εγώ θα είμαι εδώ μέχρι να μου πεις. Όταν νιώσεις έτοιμη μου λες>την ειρωνεύτηκε. Η Εύα σηκώθηκε πάνω με νεύρα και άρχισε να χτυπά την πόρτα σαν λυσσασμένη.
<Δεν πρόκειται να σε αφήσω να βγεις άμα δεν μου πεις γαμώτο>είπε και την τράβηξε με δύναμη από την πόρτα, εκείνη πέταξε τα χέρια του.
<Τι θες να σου πω γαμώτο; Τι; Ότι ζούσα μέσα σε ένα σπίτι σαν ερείπιο. Ότι κοίταγα την Ιωάννα κάθε μέρα και με πόναγε επειδή ένιωθα πως κοίταγα εσένα. Που κάθε φορά ζούσα με τον πόνο πως σε είχα πληγώσει ανεπανόρθωτα με φόβο πως μετά από μένα μπορεί  να μισούσες όλες τις γυναίκες. Ήμουν άδεια Γιάννη που δε σε είχα. Από την στιγμή όμως που γέννησα την κόρη σου την κόρη μας άλλαξαν όλα. Εσύ με κατηγορείς πως έφυγα επειδή φοβήθηκα. Ε ναι λοιπόν φοβήθηκα πολύ. Φοβήθηκα πως τα μάτια που με κοιτούσαν με πάθος κάποτε υπήρχε πιθανότητα να με κοιτάξουν με σιχασιά, με μίσος>. Τα μάτια της είχαν κατά κοκκινίσει από το κλάμα και τα λόγια της τα είχε πει με τόση δύναμη ψυχής με τόση ένταση που είχε γίνει άλλος άνθρωπος. Ο Γιάννης την κοίταξε και την πλησίασε στο κρεβάτι που είχε καθίσει.
<Όλα αυτά θα μπορούσαμε να τα είχαμε περάσει μαζί ρε Εύα γαμώτο μου. Έφυγες χωρίς να μου πεις πως μέσα σου κουβαλάς το παιδί μου. Έφυγες χωρίς μια λέξη>. Γύρισε το πρόσωπο της και εστίασε στα μάτια του.
<Ακόμα και αν δεν είχε εμφανιστεί ποτέ αυτός ο Χάρης; Ακόμα και αν δεν είχαμε χωρίσει τότε; Πιστεύεις πως η Ιωάννα μας θα ζούσε;>. Σηκώθηκε πάνω εξαγριωμένος και πέταξε κάτω ένα πήλινο βάζο που βρισκόταν πάνω στην βιβλιοθήκη.
<Εύα τι θες να πεις;>την ρώτησε τονίζοντας την κάθε του λέξη.
<Εσύ τότε ρε Γιάννη ήσουν ένα παιδί. Ένα παιδί που είχε μέλλον. Που τα όνειρα του έφταναν ψηλά από όλων. Δεν μπορούσα να σου κόψω τα φτερά. Δεν μπορούσα.... να δω μπροστά μου έναν Γιάννη άλλο>. Σήκωσε το κεφάλι του και από τα μάτια του έπεφταν δάκρυα που έβρεχαν τα μάγουλα του.
<Στα αλήθεια πίστευες πως θα σου ζητούσα να σκοτώσεις το παιδί μας;Να σκοτώσεις ένα παιδί που ήταν ο καρπός του έρωτα μας; Ένα παιδί που ήταν κομμάτι σου; Εύα σε αγαπούσα πιο πολύ και από τον ίδιο μου τον εαυτό, στο είχα πει. Επίσης σου έχω πει πως θα σε αγαπάω για πάντα και δε θα σας ξανά αφήσω ποτέ να μου φύγετε>. Άρχισε να κλαίει χωρίς σταματημό ενώ ταυτόχρονα τα πόδια της έτρεμαν. Έτρεξε κοντά της.
<Ηρέμησε καρδούλα μου. Μην μου ξανά πεις τίποτα άλλο για το παρελθόν, δε θέλω να ξέρω τίποτα άλλο>. Κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.
<Όχι Γιάννη πρέπει να σου πω. Πρέπει να το βγάλω από μέσα μου αυτό που με ματώνει μέχρι και τώρα. Θα πνιγώ αν δε στο πω>. Ο Γιάννης δε μίλησε απλά την παρατηρούσε.
<Ο Μάνος μου είχε ζητήσει άπειρες φορές να τον παντρευτώ. Προσπαθούσε πολλές φορές να με κερδίσει αλλά ποτέ δεν τα κατάφερνε. Πάντα μου έλεγε πως ήθελα ένα άντρα δίπλα μου και η Ιωάννα έναν πατέρα>. Ειχε καταλαβει πια η Εύα πως ο Γιάννης είχε αρχίσει να τα παίρνει.
Και που είσαι ακόμα. Είπε ψιθυριστά στον εαυτό της.
<Ώσπου ένα μεσημέρι γύρισε η Ιωάννα από το σχολείο και μου είπε πως τα άλλα παιδιά της είπαν πως είναι μπάσταρδο και πως ο πατέρας της δεν ήταν νεκρός. Εκείνη την στιγμή τα έχασα ήθελα να αρχίσω να κλαίω και να μην σταματήσω ποτέ αλλά τώρα δεν ήμουν μόνη μου είχα ένα παιδί. Ένα παιδί που αγαπούσα περισσότερο και από την ζωή μου μετά τον πατέρα του φυσικά>. Άφησε ένα αχνό χαμόγελο να ξεφύγει από τα χείλη της.
<Εγώ ύστερα της είπα πως όλα αυτά της τα είπαν γιατί δεν ήξεραν τι στα αλήθεια είχε συμβεί. Μέσα μου όμως ήμουν τόσο ευάλωτη που πήγα να μιλήσω στον Μάνο. Αν και στην αρχή με είχε δεχτεί αργότερα άρχισε να με κατηγορεί πως ήμουν ανήθικη. Είχα πληγωθεί πιο πολύ από κάθε άλλη φορά. Την επόμενη μέρα ήρθε και με βρήκε και μου ζήτησε συγνώμη. Μετά από αυτό μου ζήτησε να γίνω γυναίκα του για χιλιοστή φορά. Εγώ του είπα όμως πως σε αγαπώ και η Ιωάννα έχει εσένα για πατέρα της και δε θέλει κανέναν άλλο. Εκείνος με κατηγόρησε πως δε σε αγαπούσα άρχισα να τρελαίνομαι που μου τα έλεγε αυτά. Τσακωθήκαμε και με τράβηξε στην αγκαλιά του με έριξε στο κρεβάτι και άρχισε να με γδύνει. Το μυαλό μου πάγωσε τα μάτια μου θόλωσαν και μπροστά μου αντί να βλέπω εκείνον έβλεπα εσένα. Αυτό ήταν και το λάθος μου. Αυτό ήταν το σφάλμα μου που μου κόστισε μετά>. Ο Γιάννης καθόταν απέναντι της χωρίς να την καταλαβαίνει.
<Εύα>πρόλαβε να πει μόνο και πήρε τον λόγο πάλι εκείνη.
<Κάναμε έρωτα σπάνια αλλά και αυτές τις λίγες φορές σκεφτόμουν εσένα. Κάποια νύχτα όμως την στιγμή που μου έκανε έρωτα μου ξέφυγε το όνομα σου. Χίλιες φορές να το είχα καταπιεί αυτό το όνομα. Με κοίταξε αυστηρά και σταμάτησε. Προσπαθούσα να του εξηγήσω να τον ηρεμήσω αλλά τα λόγια εκείνη την στιγμή δε είχαν ουσία. Την επόμενη νύχτα είχε αργήσει να επιστρέψει σπίτι καθώς μετά από λίγο καιρό ήρθαμε με την Ιωάννα εδώ να μείνουμε. Αυτό ήταν το σπίτι του Γιάννη. Η Ιωάννα είχε κοιμηθεί όταν επέστρεψε ο Μάνος. Ήταν πιωμένος δεν έβλεπε μπροστά του. Προσπάθησα να τον ηρεμήσω να του μιλήσω αλλά εκείνος δεν άκουγε. Σε κάποια στιγμή μου έριξε ένα σκληρό βλέμμα και με πλησίασε με κόλλησε στον τοίχο και άρχισε να με φιλάει βίαια, να με ακουμπάει βίαια>. Ο Γιάννης είχε μείνει να την κοιτάζει κοκαλωμένος.
<Εύα όχι μην συνεχίσεις>της είπε μα εκείνη δεν άκουγε.
<Με πέταξε πάνω στο καναπέ και μου έσκισε τα ρούχα. Με είχε αφήσει γυμνή στην αγκαλιά πού τώρα ήταν τόσο βίαιη. Περίμενα το μαρτύριο μου να τελειώσει αλλά μάταια. Έσφιξα τα δόντια για να μην ούρλιαξω και ξυπνήσω την Ιωάννα που κοιμόταν. Δεν σταμάταγε όμως η κόλαση που με είχε ρίξει. Εκτονώταν πάνω χωρίς  να τον νοιάζει και μετά από λίγη ώρα σταμάτησε. Με κοίταξε και μετά από λίγο έφυγε άνοιξε την πόρτα του σπιτιού και έφυγε>. Η Εύα είχε αφήσει τα δάκρυα της να κυλήσουν και ας την έκαιγαν δεν τον είχε συγχωρέσει ακόμα και αν ήταν νεκρός. Ο Γιάννης έτρεξε κοντά της. Την αγκάλιασε.
<Όχι μωρό μου μην κλαις σε παρακαλώ. Αν τον είχα μπροστά μου θα τον σκότωνα σου το ορκίζομαι>. Εκείνη γέλασε ειρωνικά.
<Είναι νεκρός Γιάννη πέθανε σε τροχαίο>δεν μίλησε κανείς τους. Ο Γιάννης μόνο την κρατούσε στην αγκαλιά του. Η Εύα σηκώθηκε και ντύθηκε έβαλε το τζιν της που ήταν στο πάτωμα και το άσπρο της πουκάμισο.

Είχαν κάτσει όλοι μαζί να φάνε. Ο Γιάννης με την Εύα δε μίλαγαν καθόλου και φυσικά κάτι τέτοιο δεν θα περνούσε απαρατήρητο.
<Τι έχετε εσείς οι δύο και δε μιλιέστε;>ρώτησε ο Άγγελος.
<Τσακωθήκατε;>ρώτησε και ο Παύλος. Η Εύα κοίταξε τον Γιάννη της. Ήταν πραγματικά πολύ ευτυχισμένη που τον είχε στο πλάι της αλλά τώρα μετά από την κουβέντα τους δεν είχε όρεξη για τίποτα.
<Όχι φυσικά>απάντησε η Εύα και του χάρισε ένα μικρό δειλό χαμόγελο.
<Με συγχωρείτε όμως θα πάω να ξαπλώσω. Αν δεν σας πειράζει; >
<Μαμά να έρθω να ξαπλώσω μαζί σου;>ρώτησε η μικρή Ιωάννα και το πρόσωπο της έλαμψε.
<Φυσικά μωρό μου έλα>της είπε και την πήρε από το χέρι.
<Ο μπαμπάς δε θα έρθει;>ρώτησε ξανά και έτρεξε στην αγκαλιά του.
<Μάλλον ο μπαμπάς κορίτσι μου θα κοιμηθεί στον καναπέ σήμερα>είπε αστεία ο Παύλος αλλά κανένας δε γέλασε.
<Ο μπαμπάς Ιωάννα μου θα έρθει να ξαπλώσει στο κρεβάτι μας και θα είμαστε όλοι μαζί όταν κουραστεί>είπε στην μικρή της και της έδωσε ένα φιλί στα μαλλιά. Αγριοκοίταξε τον Παύλο και ύστερα έδωσε ένα φιλί στον αγαπημένο της,τον Γιάννη της.
Ήταν ευτυχισμένη απόλυτα και ολοκληρωτικά δεν υπήρχε αμφιβολία για αυτό. Όσο για τις πληγές του παρελθόντος θα τις έσβηνε η αγάπη τους η κόρη τους και ίσως και κάποιος άλλος για τον οποίο ακόμα δεν ήταν σίγουρη ότι όντως υπήρχε......

Σχεδόν Μαζί ~Ολοκληρωμένη~Where stories live. Discover now