Chapter 21

112 10 6
                                    


Νιώθω το έντονο φως του ηλίου να πέφτει επάνω στο πρόσωπο μου... με δυσκολία ανοίγω τα μάτια μου και προσπαθώ να εστιάσω στο ρολόι διπλα μου... όλο μου το σώμα ουρλιάζει από πόνο... προφανώς άλλο ένα βράδυ που δεν κατάφερα να κλείσω μάτι... ανασηκώνω τον κορμό μου και καθομαι οκλαδόν στο κρεβάτι μου... με τα χέρια μου καλύπτω το πρόσωπο μου και αφήνω έναν αναστεναγμό να βγει από τα χείλη μου... ξανά κλείνω τα μάτια μου και για λίγο προσπαθώ να μην σκέφτομαι τίποτα... έχει περάσει ένα ολόκληρο 24ωρο από εκείνο το καταραμένο βράδυ... χθες πέρασα όλη την ημέρα μέσα στο δωμάτιο μου... δεν είχα όρεξη για τίποτα... κλείδωσα τον εαυτό κου μέσα σε αυτούς τους τέσσερεις τοίχους και απλώς κοιτούσα το ταβάνι... το βλέμμα μου κενό... το μυαλό μου πιο ήρεμο από ποτέ... μέχρι που... έλαβα ένα μήνυμα από το άτομο που δεν ήθελα να ξανά δω τόσο σύντομα... δεν θα ηρεμήσω ποτέ;... δεν ζητάω και πολλά... να περάσω μια μέρα χωρίς εντάσεις... χωρίς καβγάδες... είναι τόσο δύσκολο;... ζω καθημερινά μεσα στο άγχος και τον πανικό... ως ποτέ πια;... με αργές κινήσεις πετάω τα σκεπάσματα από πάνω μου και σηκώνομαι από το κρεββάτι... όσο και να ήθελα να μην κάνω τίποτα ή να πάω οπουδήποτε δεν μπορούσα... ο έντονος πονοκέφαλος που για λίγο με είχε αφήσει στην ησυχία μου δεν άργησε να ξανά κάνει την εμφάνιση του...

[...]

Ντύθηκα, πήρα τα πράγματα μου και βγήκα από το δωμάτιο μου... προχώρησα με αργά και σταθερά βήματα προς την εξώπορτα με την ελπίδα να μην πετύχω κανένα... αλλά προς μεγάλη μου ατυχία έπεσα πρόσωπο με πρόσωπο με τον γραμματέα του... με σταθερά βήματα συνέχισα να περπατάω κάνοντας απλώς σα να μην τον είδα ... πριν προλάβει να γίνει το οτιδήποτε άνοιξα την εξώπορτα σχεδόν τρέχοντας και βγήκα έξω όσο πιο γρήγορα μπορούσα... η μέρα προβλεπόταν δύσκολη και ακόμα δεν είχε αρχίσει... σκέφτηκα καθώς προχώρησα προς την τεράστια σιδερένια πόρτα... με το που βγήκα έξω είδα το ίδιο γνώριμο αμάξι να με περιμένει... ήξερα πως αν αρνιόμουν να μπω μεσα άλλος ένας άνθρωπος θα βρισκόταν χωρίς δουλειά... χωρίς να έχω άλλη επιλογή άνοιξα την πόρτα και μπήκα  μεσα...

[...]

Νιώθω την καρδιά μου έτοιμη να σπάσει... οι παλάμες μου έχουν ιδρώσει... άγχος έχει καταλάβει όλο μου το σωμα... φοβάμαι... δεν θέλω να μπω εκεί μεσα... ξέρω τι με περιμένει με το που περάσω το κατώφλι αυτής της πόρτας... κόλαση... σκέφτομαι και παιρνω  μια κόφτη ανάσα... και να προσπαθήσω να το αποφύγω σήμερα αργά ή γρήγορα θα πρέπει να τον αντιμετωπίσω... με δισταγμό χτυπάω την πόρτα και ακούω από μεσα την βαριά του φωνή να μου δίνει την άδεια να περάσω μεσα στο γραφείο του... Με το που περνάω το κατώφλι της πόρτας του νιώθω το έντονο βλέμμα του επάνω μου

Between yearning and obsession Where stories live. Discover now