Κεφαλαιο 62.

500 37 7
                                    

Μόλις βγήκαμε από το αμάξι και με γρήγορα βήματα κατευθυνόμαστε στο κτήριο. Πήραμε το ασανσέρ, ο όροφος είναι στον 3ο και έχει αρκετά σκαλιά ως εκεί. Η καρδιά μου χτυπάει τόσο δυνατά που ίσως ακούγετε ο ήχος της και δεν έχει συγκεκριμένο ρυθμό. Δεν ξέρω αν ο Άρης τον ακούει, αλλά εγώ μπορώ. Κοιτάζω το πρόσωπο μου στον καθρέφτη που έχει το ασανσέρ. Έχω ασπρίσει και έχει εξαφανιστεί και το ελάχιστο κόκκινο χρώμα που πάντα εχω στα μάγουλα μου. Η ανατριχίλα που μου προκαλεί ο χρόνος, το άγχος που έχω για το τι θα μας πει η Sofi, όλα αυτά σίγουρα ευθύνονται για την κατάσταση μου τώρα.
Ο Άρης στέκεται και εκείνος αμίλητος, στο φυσιολογικό του χρώμα σε αντίθεση με εμένα και χτυπάει με τα δάχτυλα του τον τοίχο, ανυπόμονος. Έχει και εκείνος άγχος απλά σαν άντρας, δεν το δείχνει όπως εμενα.

Θα τον αγκαλιαζα και θα τον φίλαγα, αλλά μόλις άνοιξε η πόρτα του ασανσέρ και θα μας εβλεπαν οι ελάχιστοι άνθρωποι που κυκλοφορούν αυτή την στιγμή στους διαδρόμους. Απορώ τι δουλειά είχαν εδώ, δεν τους εχω ξανα δει.

Κοιαζω δεξιά μου, το ψηλό σώμα του περπατάει δίπλα μου. Κοιτάζω το χέρι του, οι φλέβες πετάνε πιο πολύ από κάθε άλλη φορά. Είναι σφιγμένος, φοβααι όπως και εγω.
Με το ζόρι κρατιέμαι να μην πιάσω το χέρι του και μπλέξω τα δάχτυλα του με τα δικά μου κι ας ξέρω πως αυτό θα ηρεμούσε και τους δυο. Σωστά, το άγγιγμα του με ηρεμεί.

Περπατώντας στους διαδρόμους, περάσαμε μπροστά από κάποια βλέμματα που μας κοίταξαν έντονα. Εγώ με κατεβασμένο κεφάλι, προσπαθούσα να φανταστώ τι θα σκέφτονταν εκείνη την ώρα για εμάς. Νιώθω σαν εγκληματίας που κατευθύνεται στο δικαστήριο λίγο πριν τον καταδικάσουν σε φυλακή. Δεν ξέρω γιατί, αλλά έτσι νιώθω.

Ο Άρης ξαφνικά σταματάει δίπλα μου, τότε καταλαβαίνω πως βρισκόμαστε έξω από το γραφείο της manager μου.
Γυρίζω και κοιτάω το πρόσωπο του, τα βλέμματα μας ξανά συναντιούνται μετά από αρκετη ωρα. Με κοιτάει με εκείνο το συμπονετικό βλέμμα λες και με λυπατε με κάποιο τρόπο. Μα μέσα στο καφέ χρώμα τον ματιών του μπορώ να δω τον φόβο, φόβο μηπω με χάσει. Τρόμος μήπως με χάσει τώρα που με ξανά βρήκε.

Άφησε μια μεγάλη ανάσα και πήρα μία εγώ. Χρειαζόμουν λίγο παγωμένο νερό είναι η αλήθεια γιατί ένιωθα την πίεση μου να πέφτει. Λίγες βαθιές ανάσες ακόμα και η απόφαση του ότι όλα θα πήγαιναν καλά, έκαναν την αυτοπεποίθηση μου να αυξηθεί εκείνη την ώρα από το μηδέν στο δέκα. Ότι και να γινόταν, θα κατέληγα μαζί με τον Αρη. Γιατί η αγάπη μας δεν αξίζει να χαθεί για κάτι ανούσιο, αφού η αγάπη μας είναι πολύ δυνατή για να διαλυθεί.

We are different.Donde viven las historias. Descúbrelo ahora