36. Δίλλημα καρδιάς!

199 20 3
                                    

Νάντια!

Περπατούσα σε έναν δρόμο που η καρδιά μου ήθελε να βρεθώ εκεί. Χωρίς να το σκέφτομαι είχα φτάσει στην γέφυρα του Λονδίνου. Κοντοστάθηκα ανάμεσα στο πλήθος που περνούσε από δίπλα μου. Έψαχνα με τα μάτια μου τον Κρίστιαν. Ο αέρας ανέμιζε τα μαλλιά μου ελαφρώς. Το ήξερα πως θα βρίσκεται εκεί. Ήταν η πρώτη φορά μετά από καιρό που η καρδιά μου χτυπούσε με κανονικούς ρυθμούς. Εκείνος στεκόταν στην άκρη της και με περίμενε όπως μου είχε υποσχεθεί. Τα μάτια του έλαμψαν μόλις με είδε εκεί. Έκανε μερικά βήματα για να φτάσει αρκετά κοντά μου. Έκανα και εγώ ένα επειδή το πρόσωπό του σοβάρεψε ξαφνικά. Γέμισε με θυμό και φόβο. Ανέπνεε πολύ δυνατά και το βλέμμα του είχε εστιάσει πίσω μου.

Κοίταξα προς την ίδια κατεύθυνση με εκείνον. Ήταν ο Βίκτωρ. Γύρισα την πλάτη μου στον Κρίστιαν και με αργά δυναμικά βήματα, αγκάλιασα έναν άλλον άντρα.

"Όχι!" Φώναξα και ξύπνησα απότομα. Δεν ήθελα να κοιτάξω πίσω μου και να δω τον Κρίστιαν να φεύγει από την ζωή μου. Δεν το άντεχα! Δεν ήμουν έτοιμη για αυτό... Κατέβασα τα χέρια μου στην κοιλιά μου καθώς έπινα αυθόρμητα λίγο νερό για να συνέλθω. Ένιωθα αυτό το όνειρο για άλλη μία φορά τόσο ζωντανό. Δεν μπορούσα να το ερμηνεύσω.

"Νάντια είσαι καλά;" με ρώτησε ο Βίκτωρ και έτριψε τα χέρια μου που έτρεμαν.

"Χρειάζομαι λίγο αέρα! Μόνη..." του είπα κρατώντας αναστατωμένα τα μαλλιά μου. Σηκώθηκα από το κρεβάτι έχοντας δυνατό πονοκέφαλο. Δεν μπορούσα να ηρεμήσω από όλες αυτές τις σκέψεις. Είχα τόσες μέρες να τον δω, να ακούσω την φωνή του και να μυρίσω το άρωμά του. Σαν να βρίσκεται πάντα τόσο κοντά μου ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι εδώ.

Άνοιξα το ζεστό νερό στο μεγάλο ντουζ και στάθηκα από κάτω μόλις έβγαλα το νυχτικό μου. Ήθελα να ηρεμήσω και να χαλαρώσω, μα αυτό ήταν αδύνατον. Οι σταγόνες του νερού κυλούσαν αργά στο γυμνό μου σώμα και μου θύμιζαν τα χάδια του Κρίστιαν. Ενώ η ορμή με την οποία με προσέγγιζαν και με λάτρευαν, τον Βίκτωρ. Όταν εγώ τελείωσα εκείνος είχε είδη φύγει από το δωμάτιο. Φόρεσα μερικά άνετα ρούχα και πλησίασα το παράθυρο. Μόλις είδα το αυτοκίνητό του να ξεχύνεται με ευκολία και πείσμα στους δρόμους, τα έβαλα με τον εαυτό μου.

Έπιασα βιαστικά τα πράγματά μου και έτρεξα να φύγω. Βρέθηκα μία όμορφη και κρυστάλλινη παραλία. Έβγαλα τα λευκά αθλητικά μου και άρχισα να πλησιάζω το μικρό κύμα της. Κοιτούσα τον απέραντο ουρανό με την καρδιά μου να υποφέρει. Ίσως δεν έπρεπε ποτέ να πατήσω το πόδι μου στο Λονδίνο ξανά.

Η ΚΑΤΆΣΚΟΠΟΣ!Where stories live. Discover now