53. Της μοίρας το παιχνίδι!

211 22 6
                                    

Νάντια!

Τα δάκρυά μου έσταζαν πάνω στα αποδεικτικά στοιχεία και τις αναφορές, που κρατούσα στα χέρια μου. Δεν μπορούσα να τα σταματήσω ή να τα ελέγξω. Έκρυψα τους λυγμούς μου με το χέρι μου μπροστά στο στόμα. Η ανάσα μου άρχισε να κόβεται και το δωμάτιο ξαφνικά να μην με χωράει. Προσπαθούσα να αναπνεύσω, μα ένιωθα πως δεν θα τα καταφέρω. Τα χέρια μου έτρεμαν τόσο πολύ, που ο φάκελος γλίστρησε στο πάτωμα. Τα χαρτιά του σκορπίστηκαν ελάχιστα κάτω από το κρεβάτι μου και εκείνος έκλεισε ξανά.

Εγώ όμως παρέμενα σοκαρισμένη και τρελαμένη. Να κοιτάζω τον άδειο τοίχο του δωματίου μου. Επειδή όλο αυτό έμοιαζε με ένα αρρωστημένο παιχνίδι της μοίρας. Και ήταν χειρότερο από μία σφαίρα στην καρδιά. Πονούσα φριχτά! Στο μυαλό ,μα περισσότερο στην ψυχή μου. Ζούσα στο ίδιο σπίτι με τον δολοφόνο του πατέρα μου τόσο καιρό και εγώ δεν είχα ιδέα για αυτό . Μέσα στις σκέψεις μου γύριζαν όλα όσα έμαθα αυτό το βράδυ. Κράτησα το κεφάλι μου και ούρλιαξα από πόνο ξαφνικά.

Πόσα μπορούσε να αντέξει ένας άνθρωπος; πόσες δυνάμεις έπρεπε να έχει για να το διαχειριστεί αυτό; ειδικά όταν καταλαβαίνει πως τίποτα δεν είναι τελικά και τόσο τυχαίο σε αυτήν την ζωή. Πως υπάρχουν αόρατα νήματα από το παρελθόν, που καθορίζουν το μέλλον σου και τις αποφάσεις σου.

Όλα όσα ήξερα και πίστευα, ήταν ένα ψέμα. Ο πατέρας μου δεν σκοτώθηκε σε μία συμπλοκή της αστυνομίας... Δολοφονήθηκε! Πισώπλατα... Την στιγμή που τηλεφωνούσε σε εμένα, για να μου πει χρόνια πολλά για τα δέκατα έκτα γενέθλιά μου. Μου τον πήραν για να τον σταματήσουν από την αλήθεια που είχε ανακαλύψει. Τρεις άνθρωποι τότε... Τρεις άνθρωποι και τώρα. Κάτω από το ίδιο παιχνίδι της μοίρας. Δεν πιστεύω στις συμπτώσεις άλλο ποια. Ήταν γραφτό μου να γνωρίσω τον Κρίστιαν και τον Βίκτωρ.

Έστρεψα το βλέμμα μου στον διάδρομο. " Κρίστιαν ..." φώναξα εγώ θέλοντας να φύγω αυτή την στιγμή από εδώ μέσα. Τότε ξέσπασα σε δυνατά κλάματα. Άρχισα να σφίγγω το σεντόνι στις θυμωμένες γροθιές μου. Δεν με έλεγχα ! " Κρίστιαν!" Φώναξα δυνατά την δεύτερη φορά και εκείνος μπήκε στο δωμάτιο.

"Νάντια τι συμβαίνει ;" με ρώτησε ανήσυχος και χωρίς να γνωρίζει τίποτα από όλα αυτά. Παρατηρούσε την συμπεριφορά μου και τρόμαζε πιο πολύ. Έτρεξε αμέσως κοντά μου. Όμως εγώ δεν θα του έλεγα την αλήθεια.

"Πάρε με από εδώ... Σε παρακαλώ βοήθησέ με! Πρέπει να φύγω... Πρέπει... Πριν να είναι πολύ αργά!" Του έλεγα παλεύοντας να βγάλω τον ορό και τα καλώδια από πάνω μου. Τον κοιτούσα στα μάτια και τον ικέτευα να το κάνει.

Η ΚΑΤΆΣΚΟΠΟΣ!Where stories live. Discover now