37.

671 79 29
                                    

Το μενταγιόν είχε αποκτήσει μία άσπρη λάμψη και πάλλονταν γρήγορα και ρυθμικά, σαν μία δεύτερη καρδιά που χτυπούσε κάτω από το μπλουζάκι της Κλέρι. Τρόμαξε και πετάχτηκε από το κρεβάτι ανασαίνοντας κοφτά. Έφερε τη μικρή πέτρα στα χέρια της και την παρακολούθησε να λάμπει και να δονείται για λίγα δευτερόλεπτα, χωρίς να ξέρει τι να κάνει.

Η πραγματική φρίκη ήρθε σταδιακά λίγο αργότερα, όταν συνειδητοποίησε τι ήταν επρόκειτο να κάνει. Την ίδια στιγμή ο Τέιλορ μπήκε τρέχοντας στο δωμάτιό της κρατώντας δύο μαύρες στολές, τη δική του και της Κλέρι.

Και το δικό του μενταγιόν έκπεμπε ένα άσπρο φως κάτω από το μπλουζάκι του, αλλά ο ίδιος δεν φαινόταν να το προσέχει. Άφησε τις στολές στην πολυθρόνα και κάθισε στην άκρη του κρεβατιού της Κλέρι.

Εκείνη, παρόλο που δεν ήταν σε θέση να κάνει ακόμα καθαρές σκέψεις ένιωθε την καρδιά της να χτυπάει δυνατά, τόσο πολύ που αντηχούσε μέσα στα αφτιά της. Φοβόταν ότι και ο Τέιλορ μπορεί να την άκουγε. Αλλά δεν έπρεπε να είναι τόσο τρομαγμένη έτσι κι αλλιώς. Ήταν απλώς μία μάχη ρουτίνας και ο Τέιλορ θα ήταν δίπλα της όλη την ώρα. Τι θα μπορούσε να πάει στραβά;

Κι όμως, η Κλέρι ήξερε ότι ένα εκατομμύριο πράγματα μπορούσαν να πάνε στραβά και ένιωθε το άγχος να την κατακλύζει, σαν τέσσερεις τοίχοι που ερχόταν όλο και πιο κοντά και μίκραιναν το δωμάτιο, ώσπου την κατέπνιγαν και την ίδια.

Αντίθετα, στα μάτια του μέντορά της έβλεπε μία μικρή φλόγα που έκαιγε, και δήλωνε τη δίψα για περιπέτεια. Και πίσω από αυτό μία μεγάλη δόση ανησυχίας και έγνοιας για εκείνη. Τουλάχιστον δεν ήταν η μόνη που φοβόταν για εκείνη τη μάχη.

Ο Τέιλορ άγγιξε απαλά το χέρι της, που βρισκόταν παγωμένο και ακίνητο πάνω από τα σκεπάσματα. «Όλα θα πάνε καλά», της είπε και την κοίταξε καθησυχαστικά.

Όλα θα πάνε καλά, επαναλάμβανε η Κλέρι μέσα στο μυαλό της όση ώρα ντυνόταν μέσα στο στενό μπάνιο, μέχρι που εντυπώθηκε για τα καλά στο υποσυνείδητό της.

Με την φράση του Τέιλορ ακόμα στο κεφάλι της κατέβηκε ζαλισμένη τις σκάλες. Ένιωθε πολύ άβολα με εκείνη τη στολή, καθώς δεν επιτρεπόταν να φοράει τίποτα άλλο πέρα από αυτό. Ούτε καν εσώρουχα. Εκτός κι αν ήθελε να χαραμίσει ένα ζευγάρι εσώρουχα σκίζοντάς τα κατά τη διάρκεια της μεταμόρφωσης.

Βρήκε τον μέντορά της να την περιμένει αναπηδώντας από το ένα πόδι στο άλλο, πράγματα που δήλωνε την ανυπομονησία του.

ΜάλφελινWhere stories live. Discover now