36.

696 74 7
                                    

Την Τρίτη το πρωί ο Τέιλορ μπήκε μέσα στο σπίτι τραγουδώντας τα κάλαντα.

«Σκέφτεσαι να κάνεις παγκόσμια περιοδεία αυτά τα Χριστούγεννα;», τον ρώτησε η Κλέρι που εκείνη τη στιγμή χουζούρευε στον καναπέ. Τεντώθηκε και τον κοίταξε, με το πάπλωμα να της φτάνει μέχρι τη μύτη.

«Γιατί όχι; Μπορώ να βγάλω χοντρά λεφτά από αυτό», απάντησε ο Τέιλορ και έβγαλε τη ζακέτα του, μένοντας μόνο με ένα λεπτό αμάνικο μπλουζάκι, «έτοιμη για πρωινό και προπόνηση;».

Η Κλέρι παραπονέθηκε μουρμουρίζοντας. «Όχι», είπε αργόσυρτα με βαριά φωνή, «σε παρακαλώ, μπορώ να μην πάω σήμερα;».

«Στο πρωινό ή στην προπόνηση;», ρώτησε ο Τέιλορ και κάθισε δίπλα της, και η Κλέρι αναγκάστηκε να μαζέψει τα πόδια της ώστε να χωρέσει και ο μέντοράς της στον καναπέ.

«Και στα δύο», μουρμούρισε η Κλέρι και χώθηκε ολόκληρη κάτω από τα σκεπάσματά της.

«Για το πρωινό μπορώ να κάνω κάτι, αλλά για την προπόνηση...», είπε και τράβηξε απαλά τα σκεπάσματα ώστε να μπορεί να την βλέπει, «ξέρεις ότι αν δεν πας η Τζέιν θα μας κρεμάσει και τους δύο».

«Στην κατάσταση που είμαι προτιμάω το κρέμασμα», είπε η Κλέρι και ανακάθισε στην θέση της, με το πάπλωμα να πέφτει σταδιακά από το πρόσωπό της.

«Και ξανά, για το πρωινό μπορώ να κάνω κάτι», συνέχισε ο Τέιλορ και σηκώθηκε, «για την προπόνηση όμως, το ξέρεις ότι δεν είναι στο χέρι μου».

«Μπορούμε να φάμε πρωινό εδώ;», ρώτησε η Κλέρι με λίγη ελπίδα, αλλά μετά θυμήθηκε ότι την απόσταση σπίτι – κέντρο προπόνησης θα την έκανε έτσι κι αλλιώς και κατσούφιασε μισοκλείνοντας τα μάτια της.

«Θα μπορούσαμε αλλά υποσχέθηκα στα παιδιά ότι θα πήγαινα σήμερα, μιας που δεν τους τίμησα με την παρουσία μου χθες», είπε ο Τέιλορ και την κοίταξε υπομονετικά, «σε παρακαλώ! Θα είναι σίγουρα η Λόρεν εκεί!».

Η Κλέρι δεν άντεξε. Μόνο η σκέψη ότι θα έβλεπε την Λόρεν της έδωσε ένα ελάχιστο κίνητρο. «Καλά», παραιτήθηκε αμέσως, «ας πάμε και για πρωινό στο θερμοκήπιο».

«Υπέροχα!», απάντησε κατευθείαν ο Τέιλορ, «να ξεκινήσουμε σε είκοσι λεπτά;».

«Ναι», είπε η Κλέρι και σηκώθηκε με αργές και βαριεστημένες κινήσεις από τον καναπέ. Πήγε προς τις σκάλες, αλλά σταμάτησε απότομα. Κοίταξε τον Τέιλορ. «Εσύ που πήγες πρωί – πρωί μέσα στα μαύρα σκοτάδια και γύρισες τραγουδώντας και τα κάλαντα;», ρώτησε περίεργα.

ΜάλφελινWhere stories live. Discover now