13.

818 89 0
                                    

Η Ρόζι καθόταν στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου της Βάιολετ, της μητέρας της Άλισον, καθώς γυρνούσαν όλες μαζί από το σχολείο: Η Βάιολετ στη θέση του οδηγού και η Άλισον στο πίσω κάθισμα δίπλα στη Ρόζι.

Το πρωί, η Ρόζι είχε πει στην Άλισον ότι η μεγάλη της αδελφή ήταν άρρωστη και δεν ερχόταν στο σχολείο εκείνη την ημέρα. Ένα ψέμα που έμπαζε από παντού διότι η Κλέρι θα μπορούσε να απαντήσει το κινητό της, ακόμα και άρρωστη, ή η Άλισον θα μπορούσε να είχε πάει στο σπίτι της για να της κάνει παρέα.

Αλλά η Ρόζι δεν είχε καταφέρει να σκεφτεί κάτι πιο έξυπνο, καθώς οι γονείς της την είχαν αφήσει εντελώς απροετοίμαστη για το τι θα έλεγε στην Άλισον.

Η Άλισον, από τη μεριά της, είχε καταλάβει αμέσως ότι η Ρόζι της έλεγε ψέματα, διότι ήξερε πολύ καλά την Κλέρι. Αν ήταν όντως άρρωστη, από το προηγούμενο βράδυ κιόλας, θα την είχε πάρει τηλέφωνο για να της το ανακοινώσει και να παραπονεθεί λίγο γι' αυτό.

Αλλά δεν είπε τίποτα για δύο λόγους: πρώτον, δεν ήθελε να φέρει την Ρόζι σε δύσκολη θέση. Μπορεί να ήταν αδελφή της κολλητής της, αλλά την συμπαθούσε πάρα πολύ. Δεύτερον, ήξερε ότι οι Στιούαρντ ήταν πολύ έντιμοι και δεν θα έλεγαν ποτέ ψέματα για κάτι απλό. Και η Άλισον τους εμπιστευόταν γι' αυτό απλώς κούνησε το κεφάλι της καταφατικά όταν άκουσε τα νέα για την Κλέρι.

Πέρα από εκείνα, τα δύο κορίτσια δεν είχαν κάτι να συζητήσουν. Έτσι, όταν η Βάιολετ πάρκαρε το αυτοκίνητο δίπλα στον χωματόδρομο, περίπου εκατό μέτρα μακριά από τον οικισμό, και οι δύο κοπέλες ένιωσαν ανακούφιση.

«Ευχαριστώ πολύ που με φέρατε σπίτι. Καλό μεσημέρι!», είπε η Ρόζι στην Βάιολετ και άρχισε να απομακρύνεται γρήγορα πριν πάρει απάντηση.

Η αλήθεια ήταν ότι δεν της άρεσε που την γύρισε σπίτι η Βάιολετ, τώρα που έλειπε και η Κλέρι, αλλά οι γονείς της δούλευαν μέχρι αργά τις περισσότερες μέρες και δεν είχε άλλη επιλογή διότι αστική συγκοινωνία δεν υπήρχε.

Πριν μπει μέσα στο σπίτι, στάθηκε για λίγα δευτερόλεπτα μπροστά στο γραμματοκιβώτιο της αυλής γιατί παρατήρησε ότι υπήρχε ένας άσπρος φάκελος μέσα. Σπάνια είχαν αλληλογραφία εκεί.

Με την περιέργεια να την κατακλύζει, πήρε τον φάκελο και κατευθύνθηκε προς την εξώπορτα του σπιτιού της.

Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε όταν μπήκε μέσα ήταν, και τώρα μόνη μου για τις επόμενες τέσσερεις ώρες!, αλλά δεν ήξερε πώς να νιώσει γι' αυτό. Από τη μία, της άρεσε η ησυχία και να κάθεται μόνη της. Από την άλλη, θα προτιμούσε χίλιες φορές να ήταν εκεί η αδελφή της, και ας έκανε όση φασαρία ήθελε.

ΜάλφελινNơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ