//31//

44 10 4
                                    

-Κάθισε εδώ! του άφησε το χέρι μαλακά και εκείνος έπεσε με ένα γδούπο επάνω στο στρώμα

Ένιωθε το σώμα του σαν ένα σακί γεμάτο βαριές πατάτες. Ένιωθε το κάθε μόριο του δέρματος του να είναι τόσο βαρύ που δύσκολα μπορούσε να δώσει εντολή στα άκρα του να κινηθούν. Το βλέμμα του ήταν απλανές και οι ρυθμοί της αναπνοής του όσο πέρναγε η ώρα τόσο πιο πολύ έπεφταν. Η Ελευθερία τον αγκάλιασε τοποθετώντας το πρόσωπο του ανάμεσα στα χέρια της και έπειτα αφήνοντας το επάνω στο στέρνο της. 

-Ποτέ μου δεν σε έσβησα Άρη! Δεν πέρασε ούτε μια μέρα χωρίς να σκεφτώ! Ο χωρισμός μας μου στοίχισε... Ό,τι κι αν γινόταν όμως, ήξερα ότι θα γύριζες πίσω σε εμένα, πίσω σε εμάς! εισέπνευσε βαθιά αφήνοντας την ανακούφιση της να πέσει στο χώρο 

Ένιωσε το κεφάλι του βαρύ πάνω στο σώμα της και παραξενευμένη τον σκούντησε ελαφρά στην πλάτη. 

-Άρη; Άρη μου; Αγάπη μου; 

Καμία απάντηση όμως δεν ήρθε. Τον έπιασε από τους ώμους του με όση δύναμη είχε και αντίκρισε το κοιμισμένο του πρόσωπο. Τα βλέφαρα του είχαν πέσει γαλήνια εμπρός στις μαύρες κόρες των ματιών του κλείνοντας έτσι τα δωματιάκια του εγκεφάλου του και σέρνοντας τον σε βαθύ ύπνο. Η μύτη του σφυροκοπούσε χαμηλόφωνα φέρνοντας κύματα χαράς στα αυτιά της Ελευθερίας και το στόμα του, ελαφρός ανοιγμένο, κουνούσε απαλά τα χείλια του. Η κοπέλα τον τοποθέτησε στο μαξιλάρι της και τον σκέπασε με ένα χοντρό σκέπασμα. Κάθισε δίπλα του στο κρεβάτι και τον παρατήρησε. Ο ύπνος τον έκανε να μοιάζει με μικρό παιδί. Πάντοτε ο Άρης είχε μέσα του μια αθωότητα τέτοιου είδους! Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που τον είχε αγαπήσει τόσο βαθιά. Σπάνια μπορούσες να βρεις ανθρώπους με την αθωότητα του Άρη. Άφηνε το βλέμμα της να κυλιστεί επάνω στο κορμί του ταξιδεύοντας το στις γωνίες του προσώπου του και έπειτα στα λεπτά του φρύδια και όλο από την αρχή. Ρίχτηκε στο λαιμό του και παρατήρησε το μήλο του Αδάμ που κινούταν φιλειρηνικά πάνω κάτω έτσι όπως ανέπνεε. Είχε πολύ καιρό να κοιμηθεί δίπλα στον αγαπημένο της. Σύντομα η κούραση της έκλεισε τα βλέφαρα, κλείνοντας τις κουρτίνες των ματιών της. Η Ελευθερία ξάπλωσε δίπλα του μοιραζόμενη μοναχά ένα μικρό μέρος του χοντρού παπλώματος. Το κρύο του δωματίου δεν την άγγιζε, αφού το πάθος της ήταν μια λάβα που ζέσταινε ολοκληρωτικά το κορμί της. 


Ένας ήχος που του τρύπησε τα αυτιά τον έκανε να σηκωθεί απότομα από το κρεβάτι. Ο γδούπος του τάραξε το μαλακό στρώμα του χτυπώντας τον με αγένεια στους μηρούς. Ο Άρης ανοιγόκλεισε με φόρα τα μάτια του. Το απαλό ροζ χρώμα των τοίχων ήταν αταίριαστο με τα συνήθη χρώματα του δωματίου του. Πανικόβλητος κοίταξε το ζεστό πάπλωμα ανάμεσα στα χέρια του. Μερικοί βηματισμοί έφτασαν ως την πόρτα του. Το πόμολο της λύγισε και στο χώρο μπήκε η Ελευθερία. 

Μπερδεμένα κλειδιάΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα