//10//

79 17 49
                                    

Ο Άρης έπιασε το κινητό του στα χέρια του. Ήταν η έκτη φορά που η Ελευθερία τον καλούσε σήμερα και εκείνος δίσταζε να της μιλήσει. Δεν ένιωθε έτοιμος να την αντιμετωπίσει. Γνώριζε καλά πως δεν φερόταν σωστά στον μοναδικό άνθρωπο που στάθηκε πλάι του στις πιο δύσκολες καταστάσεις για εκείνον, στο θάνατο των γονιών του και στη συνακόλουθη κατάθλιψη της γιαγιάς του. Τα μικρά του σκιρτήματα για τη Διδώ του είχαν γεννήσει μια πληθώρα τύψεων που τον δυσκόλευαν να σταθεί απέναντι της και να την κοιτάξει στα μάτια. Ήθελε πάντοτε στη ζωή του να είναι ειλικρινής και να μπορεί να μιλά ανοιχτά για τα όσα είχε μέσα στο μυαλό του, μα αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα από κάθε άλλη. Χαμήλωσε το κινητό του και συνέχισε να κοιτά τον τοίχο ευθεία του όπου ο κύριος Αναστασίου είχε απλώσει τις διαφάνειες του μέσω του προτζέκτορα. Η καρδιά του σφίχτηκε όταν το κινητό του ξανά χτύπησε και σε κάθε κουδούνισμα η ψυχή του λιγοθυμούσε.

-Αυτά για σήμερα παιδιά! Σας περιμένω στην επόμενη διάλεξη την επόμενη εβδομάδα! ο κύριος Αναστασίου πάτησε το μικρό μαύρο κουμπί για να κλείσει το μικρόφωνο και έσκυψε να μαζέψει τα έγγραφα του

Πολλά παιδιά τον πλησίασαν για να τον ρωτήσουν τυχών απορίες σχετικά με το μάθημα. Ο Άρης ένιωσε και πάλι το κινητό του να δονείται. Στην οθόνη του ήταν γραμμένο το όνομα της. Χωρίς πολλή σκέψη βγήκε από την αίθουσα και πάτησε το πράσινο κουμπί.

-Έλα αγάπη μου! η φωνή του έμοιαζε περισσότερο φοβισμένη παρά ειλικρινής

-Που είσαι όλη μέρα;

-Είχα μάθημα... θα σε έπαιρνα εγώ τηλέφωνο! έτρεξε να απολογηθεί με ένα κρότο να βασανίζει το είναι του

-Αλήθεια; Γιατί έχεις να με καλέσεις από εχθές. Η συμπεριφορά σου αρχίζει να μην μου αρέσει Άρη!- χαμήλωσε τον τόνο της φωνής της - Τι έχεις πάθει;

Μερικές στιγμές αμηχανίας σκέπασαν τη κουβέντα τους.

-Απλά είμαι πιεσμένος... είπε τελικά και ένας κόμπος κάθισε στο λαιμό του

-Γιατί; η φωνή της ακουγόταν ανήσυχη

-Η σχολή, όσο περνάει ο καιρός γίνεται όλο και πιο δύσκολη και με βασανίζει το εάν τελικά θα καταφέρω να την τελειώσω ή όχι. είπε κοφτά και η ανάσα του έσπασε σε δυο κομμάτια

Έκλεισε τα μάτια του με φόρα και κούνησε το κεφάλι του δεξιά και αριστερά απελπισμένος. Δεν μπορεί να ήταν αυτός. Που ήταν ο παλιός καλός εαυτός του;

Μπερδεμένα κλειδιάWhere stories live. Discover now