//5//

98 19 18
                                    

Ο ήλιος είχε κάνει την εμφάνιση του. Μέσα στο χειμώνα, εκείνη η μέρα θύμιζε μια μικρή και καλοδεχούμενη άνοιξη. Ο κόσμος ήταν ευδιάθετος και τα παιδιά έτρεχαν εδώ και εκεί γελώντας και μιλώντας δυνατά. Η ατμόσφαιρα μύριζε χειμωνανθό και η θερμοκρασία είχε ανέβει για λίγες ώρες. Οι μαμάδες έπιαναν συζητήσεις περί ανέμων και υδάτων και οι μπαμπάδες κάπνιζαν τα τσιγάρα τους γελώντας και κρατώντας ο ένας το μπράτσο του άλλου. Ο Άρης στάθηκε στη στάση και περίμενε το λεωφορείο. Η κινούμενη πινακίδα με τα μεγάλα λαμπερά πορτοκαλί γράμματα τον πληροφορούσε πως το λεωφορείο που τον ενδιέφερε θα ερχόταν σε δυο λεπτά. Ένα μικρό κοριτσάκι με ξανθά μαλλιά πλεγμένα σε δυο χοντρές πλεξούδες στάθηκε δίπλα του. Εκείνος δεν την είχε πάρει είδηση. Χάζευε τα αυτοκίνητα. Τους ενοχλητικούς κινητήρες τους, τα λαμπερά καπό τους και τα κλειστά προστατευτικά τζάμια τους. Ένα περιστέρι στάθηκε σε ένα χαμηλό κλαδί δίπλα από το κεφάλι του. 

-Επ μικρέ! έκοψε ένα κομμάτι από το κέικ της γιαγιάς του που κρατούσε στο χέρι του 

Είχε φύγει και πάλι βιαστικά από το σπίτι και η γιαγιά του τον είχε προλάβει στα σκαλιά της εξώπορτας. Είχε τρέξει από πίσω του φορώντας τη μακριά νυχτικιά της και κρατώντας το φρεσκοψημένο κέικ. Έφερε το κομμάτι κοντά στο περιστέρι και εκείνο το περιεργάστηκε κατεβάζοντας το κεφάλι του νευρικά προς το κομμάτι. Αφού το πλησίασε δυο τρεις φορές τελικά τσίμπησε μερικά ψίχουλα. 

-Αυτό ξέρεις είναι περιστέρι! τόνισε το κοριτσάκι κάνοντας τον να την παρατηρήσει

-Αλήθεια; λύγισε τα γόνατα του και έφερε το πρόσωπο του απέναντι από το δικό της

-Ναι! Μας το είπε η δασκάλα, η κυρία Μαργαρίτα. 

-Μπράβο σου τότε που το ξέρεις! Σε ευχαριστώ! -της χαμογέλασε και άνοιξε το αλουμινόχαρτο με το κέικ- Θες να το ταΐσουμε; 

-Ναι, θα το ήθελα! του χαμογέλασε

Ο Άρης γύρισε το βλέμμα του προς τις γυναίκες από πίσω του. Μία από αυτές τον κοίταζε με το μυαλό της να τρέχει έτη φωτός μακριά. Τα μάτια της είχαν μικρύνει και τον περιεργάζονταν συγκεντρωμένα. Τα φρύδια της ήταν σμιχτά και η ανάσα της τραχιά και κοφτή. Ο Άρης την παρατήρησε. Της χαμογέλασε και εκείνη έδειξε να μαλακώνει τις εκφράσεις της. 

-Μπορώ; τη ρώτησε με ευγένεια δείχνοντας της τα χέρια του

Εκείνη έγνεψε θετικά. 

Μπερδεμένα κλειδιάΌπου ζουν οι ιστορίες. Ανακάλυψε τώρα