//30//

51 11 1
                                    

-Τι συμβαίνει Άρη; Για ποιο λόγο με κάλεσες; η φωνή της αμέσως μπήκε σε θέση άμυνας σκληραίνοντας τον τόνο της

-Θα ήθελα να σε δω. η δική του φωνή του είχε κατευναστεί από τις τύψεις του που είχε αφήσει να χαθεί η σχέση τους τόσο ψυχρά και απόμακρα

-Ο λόγος; φαινόταν πως έστεκε κακεντρεχής εμπρός του

-Απλά θα ήθελα να μιλήσουμε Ελευθερία! έσταξε όση περισσότερη πειθώ μπορούσε στα λόγια του

Η Ελευθερία μέσα της δεν έκρυβε ακόμη και μετά από τόσο καιρό, τον έρωτα της για τον Άρη. Η φλόγα του πάθους δεν είχε σβήσει στιγμή από μέσα της παρά τον άσχημο χωρισμό τους. Πίστευε βαθιά πως ο Άρης δεν θα γνώριζε ποτέ άλλη γυναίκα που να τον αγαπά τόσο όσο η ίδια. Θεωρούσε πως η αγάπη της για εκείνον ήταν ένας θεός δίχως ημερομηνία λήξης, ένα αιώνιο αίσθημα που θα την ακολουθούσε ως το τέλος της ζωή της. Ο πόθος της κάποιες φορές την τύφλωνε θεωρώντας τον εαυτό της ως τον ιδανικό άνθρωπο για να σταθεί στο πλάι του Άρη αποκλείοντας κάθε άλλη γυναίκα, ακόμα και την Διδώ. Ο χωρισμός τους την είχε πληγώσει μπήγοντας μέσα στην καρδιά της τα μακριά του νύχια, ωστόσο δεν στάθηκε ικανός να σβήσει την αγάπη της για εκείνον. Είχαν περάσει πολλοί μήνες από την τελευταία τους επαφή στη τραπεζαρία, όπου και ανακάλυψε πως ο άνδρας που πάντοτε θεωρούσε δικό της, είχε πάψει να έχει τα ίδια αισθήματα με παλιά για το πρόσωπο της. Αρνιόταν ωστόσο να αφήσει το μυαλό της να της αποκαλύψει την αλήθεια και τυφλωμένη καθώς ήταν ήλπιζε πάντοτε στην επιστροφή του. Πολλά βράδια την είχαν βρει αγκαλιά με το κατωσέντονο της να κλαίει και να σπαράζει η ψυχή της για τον άδικο χωρισμό τους. Κάθε ξημέρωμα όμως, ο εγωισμός της μεγάλωνε κάνοντας την να πιστεύει ότι ο αγαπημένος της θα ξανά γυρνούσε και ο έρωτας τους θα έπαιρνε και πάλι σάρκα και οστά. Η πίστη της στην αγάπη τους και στον αγέρωχο θεό έρωτα του δεν χάθηκε ποτέ, με τη σκέψη αυτή να την ακολουθεί όλο αυτόν τον καιρό. Η επιθυμία της να ξανά νιώσει το κορμί του ήταν ένας λαθραίος πόθος που πόνο και μιζέρια έφερνε στο κορμί της. Κάποια βράδια ένιωθε πως πλέον δεν είχε σώας τας φρένας, αλλά κάθε της φόβος απομακρυνόταν στη σκέψη πως ο καλός της θα επέστρεφε μετανιωμένος για τη λανθασμένη απόφαση του και πικραμένος από τις υπόλοιπες γυναίκες. 

-Πολύ καλά λοιπόν!- υποχώρησε χωρίς να χάσει το σκληρό ύφος της- Πότε θα ήθελες; φαινόταν πως σιγά σιγά λύγιζε 

-Σήμερα μπορείς;

-Μπορώ! απάντησε μανιασμένα με την επιθυμία της να τη μετατρέπει σε έρμαιο 

Μπερδεμένα κλειδιάWhere stories live. Discover now