//28//

50 9 5
                                    

Έβαλε τα κλειδιά στην πόρτα. Το σώμα του ήταν αμετανόητο για τα όσα είχαν προηγηθεί, όμως η ψυχή του ήταν λαβωμένη από μαχαίρι που έφερνε στο ξύλινο πιαστήρι του τα δακτυλικά του αποτυπώματα. Το μυαλό του ήταν θολωμένο και ένα κόμπος ανελέητος ανεβοκατέβαινε από το φάρυγγα στο στομάχι του και όλο πάλι από την αρχή. Πιάστηκε από το μικρό στρογγυλό χερούλι της πόρτας. Μια ζαλάδα έφερε αδυναμία στα άκρα του. Η πόρτα μόλις είχε ξεκλειδωθεί και από τη λεπτή χαραμάδα φαινόταν το φως του σαλονιού σχίζοντας το σκοτάδι του διαδρόμου της πολυκατοικίας. Στάθηκε για λίγες στιγμές όρθιος προσπαθώντας να ξανά βρει τον εαυτό του και το σταθερό πάτημα του. Η γιαγιά του εκείνη τη στιγμή βρισκόταν καθισμένη στον αναπαυτικό καναπέ και μασούλαγε μερικές σταφίδες με φουντούκια. Στο άκουσμα της ξεκλείδωτης πόρτας θορυβήθηκε και τινάζοντας το πάπλωμα από τα πόδια της σηκώθηκε για να χαιρετήσει τον εγγονό της. Όμως παρατήρησε πως το ελαφρύ άνοιγμα της καφέ πόρτας δεν έλεγε να μεγαλώσει και ο εγγονός της δεν φαινόταν πουθενά. Στένεψε τα μάτια της και αρπάζοντας ένα μπλε ψαλίδι από τον πάγκο της κουζίνας πλησίασε την πόρτα. Η γυναίκα αυτή παρά το περασμένο της ηλικίας της, έστεκε καλά στα πόδια της, ενώ λίγες ήταν εκείνες οι φορές που είχε φοβηθεί κάποιον επιτήδειο ληστή. Ειδικότερα, μετά τη δολοφονία των γονιών του Άρη, είχε αποφασίσει πως θα στέκεται ατρόμητη εμπρός σε κάθε έναν κακόβουλο διαρρήκτη με πενιχρή ηθική και μπόλικο θράσος. Όπως έλεγε στον εαυτό της 'Θα το κάνω για τον Άρη, μα και για εμένα!'. 

Πλησίασε την πόρτα, μα προς μεγάλη της έκπληξη πίσω από το χοντρό ξύλινο επικάλυμμα της δεν βρισκόταν κανένας διαρρήκτης, παρά μόνο ο ίδιος της ο εγγονός. Φαινόταν κατάκοπός και χλομός σαν νεκρός, ενώ τα μάτια του ήταν κόκκινα και πρησμένα από το κλάμα. Τον κράτησε μέσα στην αγκαλιά της τη στιγμή εκείνη που το σώμα του έπεσε σαν κουφάρι μέσα στα δυο γερασμένα χέρια της. Τα μπράτσα της αγκάλιασαν το λαιμό του και η αγκαλιά της κράτησε με πείσμα το βαρύ του σώμα. Ένα δάκρυ ξέφυγε από τα μάτια του και κύλισε επάνω στη ζεστή ρόμπα της αφήνοντας ένα αποτύπωμα πόνου στον ώμο της. Έντρομη τον έσυρε ως τον καναπέ όπου και τον έβαλε να ξαπλώσει. Φαινόταν ταλαιπωρημένος καθώς η ανάσα του γινόταν όλο και πιο βαριά και τα ρουθουνίσματα του όλο και πιο διαπεραστικά. Η γυναίκα κατάλαβε πως ο Άρης κοιμόταν και έτσι με μαλακές κινήσεις τον σκέπασε με το πάπλωμα που είχε αφήσει λίγο πιο πέρα. Κάθισε δίπλα του και αφού στήριξε το πρόσωπο της ανάμεσα στις παλάμες της περίμενε να ξυπνήσει. Τα χαρακτηριστικά του αλλοιώθηκαν μέσα στον ύπνο του. Τα φρύδια του φαίνονταν χαλαρωμένα και τα χείλια του ήταν επιεικώς ανοιχτά αφήνοντας την βαριά του ανάσα να απελευθερωθεί στην ατμόσφαιρα. Χάιδεψε το κούτελο του σε μια προσπάθεια να μάθει εάν ήταν άρρωστος, αλλά η θερμοκρασία του ήταν κανονική. Χωρίς δεύτερη σκέψη σηκώθηκε και ετοίμασε ένα ποτήρι με ζεστό γάλα και ένα μεγάλο πιάτο με βαθιά γαβάθα γεμάτο φαγητό. Τα κράτησε μέσα στην αγκαλιά της και περίμενε έως ότου να ξυπνήσει ο μονάκριβος εγγονός της. Ένιωθε και η ίδια πως ο νέος εμπρός της χρειαζόταν φροντίδα και περισσότερο από όλα αγάπη. 

Μπερδεμένα κλειδιάUnde poveștirile trăiesc. Descoperă acum