Όχι τόσο όσο πριν. Δεν θα πήγαινα καν στο σχολείο σήμερα, αλλά το έχω υποσχεθεί στον Αχιλλέα. Έχω ανάγκη να τον δω.

Κατέβηκα κάτω. Τις τελευταίες μέρες η μητέρα μου, όταν ξυπνούσα, είτε ήταν κλειδωμένη στο δωμάτιο της, είτε ήταν στην δουλειά.

Μόνο που σήμερα ήταν στην τραπεζαρία και έτρωγε πρωινό με τον Μιχάλη και δυστυχώς για εμένα, φαινόταν ευτυχισμένη. Γιατί;

"Καλημέρα αγάπη μου. Πεινάς;"

Ρώτησε ευδιάθετα και κούνησα το κεφάλι μου αρνητικά.

"Οχι."

Απάντησα ψυχρά και έβηξα. Πονάω.

"Είσαι καλά;"

Ρώτησε πλησιάζοντας με.

"Ναι, μια ίωση θα είναι"

Με κοίταξαν αδιάφορα και οι δυο. Ξέρω οτι δεν νοιάζεσαι, μην προσπαθείς τζάμπα. Έβαλα την τσάντα στον ώμο μου και βγήκα έξω. Χαμογέλασα όταν είδα τον Αχιλλέα να με περιμένει πάνω στην μηχανή του.

"Καλημέρα."

Μίλησα και πήρα μια ανάσα. Πονάω.

"Καλημέρα. Πάλι καλά πέρασα να σε πάρω. Ήμουν σίγουρος οτι θα αργούσες."

Είπε δίχως να πάρει καμία απάντηση εκ μέρους μου και ξεκίνησε να οδηγάει μέχρι το σχολείο. Δεν ήταν μακριά, αντιθέτως, φτάσαμε γρήγορα. Ακριβώς μόλις χτύπησε το κουδούνι.

Όλη την μέρα άκουγα διάφορες ερωτήσεις, διάφορες συζητήσεις για εμένα. Βαρέθηκα να ασχολούνται μαζί μου.

"Κάποια μας θυμήθηκε."

Είπε η Νίνα, καθώς τριβόταν στον Δημήτρη. Τους κοίταξα αηδιασμένη. Τώρα που το σκέφτομαι, ταιριάζουν.

"Δεν πας στο διάολο;"

Ρώτησα αρπαγμένη και απομακρύνθηκα, πριν καν παρατηρήσω την αντίδραση της στο ξέσπασμα μου.

Τα νεύρα μου. Μάλλον ήταν πολύ κακή ιδέα να επιστρέψω εδώ.

Μιας και βαριόμουνα να μπω για μαθηματικά κατεύθυνσης, έστειλα μήνυμα στον Αχιλλέα οτι θα είμαι πάνω στην ταράτσα. Ίσως έρθει και αυτός.

Θυμήθηκα την μέρα που μου έδειξε το μέρος. Είχα ξεχάσει τα πάντα. Πίστευα πως καταστράφηκα επειδή με ρεζίλεψαν.

Γέλασα με την ηλίθια λογική μου. Υπάρχουν πολύ πιο σοβαρά θέματα από την φήμη μου, όπως η ζωή μου. Υπάρχουν ακόμη άτομα στον πλανήτη που ζούμε που πιστεύουν οτι επειδή τους συμπεριφέρονται άσχημα ένα μάτσο παιδιά στο σχολείο, πρέπει να τελειώσουν την ζωή τους.

Είκοσι ΜέρεςWhere stories live. Discover now