Κεφάλαιο 33

45 8 31
                                    

Κεφάλαιο 33

Δεν άργησε ο Όμπερον να προσέξει την αλλαγή στην συμπεριφορά του παιδιού του. Ο Ντάζεϊλτον όχι μόνο δεν ήθελε πια να παίζει έξω από το παλάτι μαζί με άλλα παιδιά -κάτι για το οποίο ήταν απίστευτα ενθουσιώδης, όπως πρόσεξε ο Όμπερον πριν την αποχώρησή του-, αλλά φαινόταν να ενοχλείται ασυνήθιστα από τυχόν εντάσεις που μπορεί να υπήρχαν στο παλάτι. Ο Όμπερον θυμόταν χαρακτηριστικά τη συνήθειά του να βάζει τα κλάματα όποτε αυτός είχε κάποια διένεξη με την Τιτάνια, σε σημείο που σταματούσαν τον καβγά τους για να τον παρηγορήσουν. Αλλά κάτι τέτοιο είχε να συμβεί χρόνια και η τάση του Ντάζεϊλτον να κλείνεται στο δωμάτιό του κάθε που υπήρχε κάποια διαφωνία στο τραπέζι, είτε μεταξύ των γονιών του, είτε μεταξύ άλλων μελών της αυλής, τον ανησύχησε. Ένα απόγευμα τον πλησίασε στον κήπο, όπου ο μικρός έπαιζε με μία μαγική φιγούρα ενός Δράκου. Το παιδί έδειξε να τρομάζει μόλις τον είδε, αλλά ο Όμπερον του χαμογέλασε καθησυχαστικά.

«Ωραία μέρα σήμερα, ε γιε μου;», παρατήρησε, κοιτάζοντας τον γαλανό ουρανό. Ο Ντάζεϊλτον έγνεψε.

«Πολύ ωραία, μπαμπά».

«Λοιπόν; Έχεις κάποιο σχέδιο για να την αξιοποιήσεις;».

«Μάλλον θα καθίσω εδώ στον κήπο και θα κοιτάξω όλα τα λουλουδάκια. Μπορεί να ζωγραφίσω και κάποιο από αυτά».

«Πολύ καλή ιδέα!», τον επαίνεσε κι ένα μικρό χαμόγελο φάνηκε στο λεπτό, σχεδόν κοκαλιάρικο πρόσωπο του μικρού. «Όμως σε λίγο θα φύγει το Φθινόπωρο και θα κάνει πολύ κρύο. Δεν θα ήταν καλύτερα να βγεις έξω, να βρεις τα άλλα παιδιά και να παίξετε μαζί; Τα λουλούδια μας θα είναι εδώ όλο το Χειμώνα, ανεπηρέαστα. Μπορείς να τα ζωγραφίσεις κι αργότερα».

«Όχι», ψέλλισε ο Ντάζεϊλτον και το χαμόγελό του είχε ήδη χαθεί, από τη στιγμή που ο πατέρας του πρότεινε να βγει έξω. «Δεν θέλω να βγω».

«Μα γιατί όχι;»

«Απλά... α-απλά δεν θ-θέλω».

Ο Όμπερον παραξενεύτηκε ακόμα περισσότερο. «Έγινε κάτι με τα άλλα Νεραϊδάκια; Μήπως σε πείραξε κάποιος;», ρώτησε και το παιδί έμεινε σιωπηλό. «Πες μου, τι έγινε;», τον προέτρεψε ήρεμα βάζοντάς τον να καθίσει στα γόνατά του.

Πολύ θα ήθελε ο Ντάζεϊλτον να του πει τι συνέβη με τα παιδιά στον ναό, πόσο άσχημα του μίλησαν και πόσο ακόμα πιο άσχημα ένιωσε. Ο μπαμπάς του ήταν πάντα πιο ψύχραιμος σε αυτά τα θέματα από την μαμά του, που τα έπαιρνε κατάκαρδα. Ο μπαμπάς του θα τον ενθάρρυνε να μην δίνει σημασία και θα τον βοηθούσε να το ξεπεράσει. Μετά την επιστροφή του, ένιωθε πιο άβολα από ποτέ, είχε χάσει την χαρά και το θάρρος που απέκτησε σε εκείνη τη βόλτα στο δάσος και δεν του άρεσε να νιώθει έτσι. Ήταν έτοιμος να του ανοιχτεί, αλλά την τελευταία στιγμή θυμήθηκε την υπόσχεση που είχε δώσει στη θεία του. 'Δεν θα του πεις ποτέ τίποτα', αντήχησαν τα λόγια της στο μυαλό του. Δεν μπορούσε να του πει για τα παιδιά, γιατί στο τέλος θα κατέληγε να του πει και για το Ονειρονήμα. Και ήταν τόσο, μα τόσο κοντά στο να τελειοποιήσει τον έλεγχό του. Δεν έπρεπε να πει κουβέντα. Ξεφύσηξε λυπημένος κι ενώ μέχρι πριν καθόταν χαλαρός κι άνετος στην αγκαλιά του πατέρα του, αμέσως σφίχτηκε.

Γυάλινο Φεγγάρι #TYS2023 #SPBC2023On viuen les histories. Descobreix ara