Κεφάλαιο 39

39 9 37
                                    

Κεφάλαιο 39

Τις επόμενες ημέρες ο Σίον ήταν αγέλαστος και η ζωηράδα που τον διέκρινε συνήθως είχε χαθεί. Ένα αίσθημα τρόμου και βαθιάς θλίψης, που όμως δεν μπορούσε να αποτάξει με την λογική, τον κατέτρωγε μέρα με τη μέρα. Ο βραδινός ύπνος γινόταν όλο και χειρότερος. Δεν ονειρευόταν πια. Μονάχα ένας φόβος δίχως όνομα τον άρπαζε κάθε φορά, λίγα λεπτά αφότου αποκοιμιόταν και τον διέλυε, ένα κομμάτι τη φορά. Ξυπνούσε και πάλι σχεδόν τρελαμένος, με την ανάμνηση εκείνου του ίδιου ονείρου, που όμως ήταν πολύ πιο δυνατό από κάθε άλλο όνειρο. Πολύ πιο δυνατό ακόμα κι από τους εφιάλτες που είχε με τους γονείς του κι αρκετές φορές τον είχαν φτάσει στο ίδιο σημείο. Μα ποτέ τόσο μακριά και ποτέ κατ' εξακολούθησιν.

Η Ραβάννα δεν του είχε μιλήσει στα ίσια, ένεκα που οι συναντήσεις τους, που ήταν πάντα λίγες και πάντα κλεμμένες στιγμές, είχαν ελαχιστοποιηθεί. Τελευταία ήταν απασχολημένη τόσο με τις αυξημένες υποχρεώσεις των ιερειών, λόγω της παθητικής κατάστασης της Λιουντέμνιας, όσο και λόγω της κρυφής της προετοιμασίας για το τελετουργικό του Καθρέφτη της Αλήθειας. Μέσα σε λίγες μέρες μελέτης, είχε βρει όλες τις πληροφορίες που χρειαζόταν. Αν ήταν πράγματι γραφτό της να φύγει μαζί του, έπρεπε πρώτα να ξέρει το θέλημα της Θεάς και μόνο αυτός ο τρόπος υπήρχε. Όλα έπρεπε να είναι στην εντέλεια. Έτσι, ελάχιστο χρόνο είχε να τον δει.

Ο Σίον ήταν ευγνώμων γι' αυτό· ευγνώμων που δεν έβλεπε την άσχημη κατάστασή του σε όλη της την έκταση, αλλά ήταν βέβαιος ότι η αγαπημένη του υποψιαζόταν την ταραχή του. Το έβλεπε στα μάτια της, το άκουγε στην φωνή της. Ήταν θέμα χρόνου να τον ρωτήσει τι τον απασχολούσε. Ήθελε να μοιραστεί μαζί της αυτό το όνειρο κι έτσι να το στείλει από 'κεί που ήρθε! Κι όμως, κάτι σαν να τον κρατούσε πίσω. Δεν μπορούσε πια να σκεφτεί λογικά, με τον φόβο να τον κυριεύει. Για έναν εντελώς ανεξήγητο λόγο, η μόνη χαραμάδα στον φόβο αυτό ήταν η φωτεινή παρουσία που 'χε αντικρίσει στο τέλος του εφιάλτη.

🌙

Η Ραβάννα συνέχιζε να δίνει σχήμα στο κερί που είχε μαζέψει με κίνδυνο από την μοναδική κυψέλη χρυσομελισσών που κατάφερε να βρει. Ευτυχώς είχε γλιτώσει με μερικά μονάχα τσιμπήματα που είχε ήδη φροντίσει και θα έπρεπε να είναι ευχαριστημένη με το αποτέλεσμα του κόπου της. Κι όμως, το μυαλό της συνέχιζε να πετάει αλλού· από τη μία, δεν είχε την παραμικρή ιδέα τι θα της έλεγε ο καθρέφτης. Αν της έλεγε 'όχι', θα ήταν αναγκασμένη να ζήσει μ' αυτό. Μα αν της έλεγε 'ναι'..; Δεν μπορούσε να εξορίσει την αγχωδώς εκλογικευμένη κατάληξη ότι δεν ήξερε πού θα τους έβγαζε κι ότι δεν θα είχε πια καμία δικαιολογία για να μείνει στον τρόπο ζωής που είχε συνηθίσει έως τώρα. Από την άλλη, η σκέψη της γυρνούσε πίσω στον αγαπημένο της Σίον. Είχε προσέξει την αλλαγή του. Το φως στα μάτια του ήταν τρεμάμενο, έτοιμο να σβήσει και τρόμαζε με το παραμικρό. Στην αρχή αποφάσισε (αν και με πολύ μεγάλη δυσκολία) να κρατήσει μία διακριτική στάση και να του δώσει την ευκαιρία να της μιλήσει ο ίδιος, αν το ήθελε. Μα ο Σίον δεν μιλούσε κι εκείνη τον ένιωθε... αλλιώς.

Γυάλινο Φεγγάρι #TYS2023 #SPBC2023Where stories live. Discover now