Κεφάλαιο 45

42 9 21
                                    

Κεφάλαιο 45

Από το στράτευμα εκείνο, τους δυνατούς και γενναίους Νεράιδους που η Θεά της Σελήνης είχε προικίσει με ζωή και νιότη αέναη, δεν απέμειναν παρά μόνο άψυχα σώματα, κάποια από αυτά απανθρακωμένα πέραν αναγνωρίσεως. Όσο για τις Δρυάδες, όσες δεν σκοτώθηκαν κατά την διάρκεια της εισβολής, μεταφέρθηκαν στην Γκρίζα Γη με αλυσίδες, για να ζήσουν στη σκλαβιά, μακριά από το δάσος τους. Ο θρήνος απλώθηκε σαν ομίχλη στο Νεραϊδοβασίλειο, ο φόβος για μια πιθανή παρόμοια δικιά τους κατάληξη να ριζώνει αργά στις καρδιές όλων. Ο εχθρός δεν έδειξε κάποια άμεση πρόθεση να επιτεθεί στο Νοβέλιαν, άλλωστε δεν θα μπορούσε ποτέ με το Μαγικό Φράγμα του Ασημένιου Δάσους, που εδώ και λίγα χρόνια κρατούσε μακριά όποιον τολμούσε να πλησιάσει με πρόθεση το κακό ενάντια στις Νεράιδες.

🌙

Οι ιέρειες γνώριζαν ποιο ήταν το καθήκον τους: να γυρίσουν όλο το βασίλειο και να υπενθυμίσουν σε όλους ποιοι ήταν: οι Πρώτοι των Πρωτογέννητων, ο λαός ο πιο όμορφος κι ο πιο σοφός μέσα στην Μυθυφήλιο! Ο λαός που ποτέ δεν θα υποδουλωνόταν, ποτέ δεν θα έσκυβε το κεφάλι σε κανέναν. Οι κοπέλες που τη συνόδευαν, μπορούσαν να δουν την Λιουντέμνια να παίρνει τα πάνω της και να φουσκώνει από υπερηφάνεια, καθώς οι υπήκοοι την κοιτούσαν γεμάτοι παρηγοριά και κρατούσαν σαν άγιο φυλαχτό κάθε της λόγο, λησμονώντας εντελώς το πρόσφατο σκάνδαλο. Κάποιοι από τους πεσόντες είχαν οικογένειες· γονείς, παιδιά, συζύγους που θρηνούσαν για τον χαμό τους. Σε αυτούς οι κουβέντες της Φεγγαροφώτιστης, η υπόσχεση της πίστης που υπηρετούσε, πως όσοι χάνονται βρίσκουν τη θέση τους σε ένα λαμπερό άστρο πλάι στη Θεά, ήταν η μόνη ελπίδα. Κι ίσως ένας τρόπος να προσεγγίσει και τους πιο χλιαρούς, ακόμα και τους εγκάθετους στο θέμα της θρησκείας· να τους τραβήξει κοντά της και να μην τολμήσουν ξανά να διανοηθούν να δουν διαφορετικά από τον τρόπο που αυτή θα τους επέβαλε.

🌙

Από τη στιγμή που η Ραβάννα άκουσε τα λόγια του Νέβιν, ένα ανατριχιαστικό βουητό πήρε τη θέση της ακοής της και τη μούδιασε εντελώς, προτού γυρίσει σε μεγάλο σωματικό πόνο. Κι όμως, δεν ήταν τίποτα μπροστά στον πόνο της ψυχής της. Τα πάντα γύρω της, τα δέντρα, τα φυτά, όλα είχαν χάσει την ομορφιά τους κι η απώλεια άρχισε να την μαχαιρώνει ακατάπαυστα, μαζί με τις ενοχές. «Εγώ ήμουν που αμάρτησα, Θεά μου», μουρμούρισε μέσα στην ησυχία της κεντρικής αίθουσας. «Εγώ ήμουν που σε πρόδωσα, εκείνος δεν έσφαλε. Εμένα έπρεπε να τιμωρήσεις», συνέχισε με αναφιλητά, γνωρίζοντας μέσα της πως η αγάπη τους ήταν λάθος κι ο Σίον, αυτός που δεν έφταιγε, είχε πληρώσει για τη δική της αμαρτία, τη δική της ασυδοσία. Και τώρα ήταν νεκρός, νεκρός από χέρι Τζέργκα, ενώ αυτή η ανάξια ήταν ακόμη εδώ.

Γυάλινο Φεγγάρι #TYS2023 #SPBC2023Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang