Κεφάλαιο 18

43 9 21
                                    

Κεφάλαιο 18

Μέσα στην επόμενη μέρα, η Ραβάννα δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί σε τίποτα. Αυτό που έγινε στο κιόσκι, κάτω από το φως των φαναριών, έμοιαζε περισσότερο με όνειρο στο θυμικό της, παρά με οτιδήποτε άλλο. Ήξερε καλά τι έκανε όταν του έγνεψε, επιτρέποντάς του να την φιλήσει. Επιτρέποντας στον εαυτό της να γευτεί αυτό που της προσέφερε. Γιατί;, αναρωτιόταν από μέσα της. Με τον τρόπο που υπολόγιζαν την ηλικία οι Άνθρωποι, κόντευε τα 35. Δεν ήταν κανένα ανώριμο κοριτσόπουλο, ώστε να παρασύρεται απ' τον ενθουσιασμό της πρώτης νιότης. Τόσο έντονη ήταν η στέρησή της από τον έρωτα, που θα δεχόταν μια τέτοια προσφορά από οποιονδήποτε; Δεν ήθελε να πιστέψει κάτι τέτοιο. Αν μπορούσε να επιλέξει κάποιον για να την φιλήσει, κατέληξε πως αυτός θα ήταν μόνο ο Σίον. Και το φιλί του... ήταν τόσο διαφορετικό από του Όμπερον. Έπιασε τον εαυτό της να τα συγκρίνει. Πώς θα μπορούσε να μην τα συγκρίνει; Το ερωτικό πλησίασμα του ξαδέλφου της τόσα χρόνια πρίν, όσο μιαρό κι αν τής ήταν, αποτελούσε την μοναδική της εμπειρία. Όταν εκείνος την φίλησε ήταν μία κίνηση πολύ πιο έντονη, σχεδόν κτηνώδης. Μία ικανοποίηση της δικής του ανάγκης κι επιθυμίας. Το φιλί του Σίον ήταν αλλιώτικο· έβγαζε αγάπη, όχι απλώς επιθυμία. Ήταν τόσο όμορφο, τόσο γλυκό, τόσο... απαγορευμένο. Η ιέρεια κούνησε πέρα-δώθε το κεφάλι. Έπρεπε να του μιλήσει πριν να είναι αργά...

🌙

Δεν έχασε χρόνο. Όταν βρήκε ευκαιρία, του έκανε νόημα κι εκείνος την ακολούθησε πίσω από τις κολώνες χωρίς να βγάλει μιλιά. Το ίδιο σιωπηλός έμεινε κι όταν ήταν μόνοι. Δεν χρειαζόταν να του εξηγήσει. Φαινόταν να ξέρει ήδη τι τον ήθελε. «Αυτό που έγινε χθες...», ξεκίνησε με έναν αναστεναγμό. «...ήταν λάθος», κατέληξε κοιτάζοντάς τον. «Φαντάζομαι ότι το αντιλαμβάνεσαι».

«Μάλιστα».

«Κι όπως καταλαβαίνεις, δεν μπορώ να το αφήσω έτσι...»

«Το καταλαβαίνω».

«Είμαι υποχρεωμένη να το αναφέρω».

Ο Σίον την κοίταζε με μια έκφραση λύπης να κατακτά σταδιακά το πρόσωπό του. «Αυτό θα κάνετε;»

«Όχι...», του απάντησε ισορροπώντας ανάμεσα στην αυστηρότητα που επιβαλλόταν να δείξει και στον δικό της προβληματισμό. «Μα πρέπει να το ξεχάσουμε, Σίον», του είπε τελικά. «Συνέχισε την καθημερινότητά σου και βγάλε απ' το μυαλό σου το χθεσινό συμβάν. Το ίδιο θα κάνω κι εγώ. Σαν να μην έγινε ποτέ», ολοκλήρωσε βέβαιη ότι είχε καλύψει πλήρως το θέμα.

«Μα έγινε. Και δεν μετάνιωσα», της απέδειξε ότι έκανε λάθος. Γύρισε και τον κοίταξε, δυσκολευόμενη να πιστέψει ότι άκουγε τέτοια λόγια από το στόμα του.

«Ήταν μόνο μια στιγμή αδυναμίας και για μένα και για σένα».

«Για μένα δεν ήταν μια στιγμή αδυναμίας», της είπε κοιτάζοντάς την στα μάτια. «Είμαι ερωτευμένος μαζί σας...»

«Πάψε, θα σε ακούσουν», ψιθύρισε άγρια εκείνη, μα ο Νεράιδος δεν σταμάτησε.

«...από την πρώτη στιγμή που σας είδα. Ξέρω πως δεν είναι σωστό. Δεν θα τολμούσα ποτέ να πω ή να κάνω το οτιδήποτε, μα τώρα... τώρα έγινε και δεν μπορώ να το ξεχάσω. Δεν μπορώ να πάψω να σας αγαπώ».

Η Ραβάννα έμεινε μαρμαρωμένη σαν άγαλμα κι ήταν αδύνατο να καταλάβει κανείς τι μπορεί να είχε στο μυαλό της. Ο Σίον την κοίταζε, η ανάσα του να κόβεται καθώς περίμενε την απάντησή της. Όταν την άκουσε, του φάνηκε πως ο κόσμος γύρω του έγινε πιο σκοτεινός.

«Τότε φύγε, Σίον», είπε, η φωνή της χαμηλή, μα πιο ψυχρή κι επιτακτική από ποτέ. «Βρες μια δικαιολογία και φύγε όσο πιο μακριά μπορείς. Σε απαλλάσσω από τα καθήκοντα του Έιλουντιρ».

Το πρόσωπό του ήταν ακριβώς όπως το 'χε φανταστεί. Τόσο σπασμένο όσο κι η φωνή του, όσο κι η καρδιά του. «Μη με διώχνεις», την παρακάλεσε, τολμώντας μέσα στην απελπισία του να της μιλήσει στον ενικό. «Άκου την καρδιά σου, δες με αυτήν. Εμείς-»

«Δεν υπάρχει 'εμείς'!», τον διέκοψε απότομα. «Και δεν μπορεί να υπάρξει. Γι' αυτό σταμάτα να κάνεις όνειρα», συνέχισε, αλλά διαπίστωσε ότι δεν άντεχε να του μιλά έτσι σκληρά και να βλέπει τα μάτια του, να βλέπει πόσο τον πλήγωνε. Έτσι του γύρισε την πλάτη. «Ελπίζω να συνειδητοποιήσεις γρήγορα σε τι σφάλμα πήγες να υποπέσεις και να το ξεπεράσεις. Πήγαινε». Δεν τόλμησε να του ρίξει ούτε ματιά. Τα τελευταία του λόγια μονάχα τα άκουσε, γεμάτα στενοχώρια, πριν ακούσει και τα βήματά του να απομακρύνονται.

«Αν αυτό είναι που επιθυμείς... ας γίνει το θέλημά σου».

🌙

Με βαριά καρδιά, ο Σίον μάζεψε τα λιγοστά του υπάρχοντα κι έφυγε το βράδυ, χωρίς να πει κουβέντα για ό,τι έγινε σε κανέναν, όπως τον είχε ορμηνεύσει. Το άδικο που του έκανε ήταν βαρύ πάνω στους σκυφτούς του ώμους, αλλά προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό του πως έτσι ήταν το σωστό και το καλύτερο και για τους δυο. Θα πήγαινε μακριά, όπως του ζήτησε. Στο πιο απόμερο ακρωτήρι, στις ακτές της Θάλασσας του Θέρεοντ. Εκεί, στην κορυφή του Όρους Φέρθελντι, υπήρχαν πόστα για συνοριοφύλακες, όμως σχεδόν κανείς δεν πήγαινε ποτέ. «Τι σ' έπιασε στα καλά καθούμενα και πηγαίνεις εκεί;», ρώτησε ο Νέβιν που τον είδε, μα όταν τα βλέμματά τους συναντήθηκαν, μήτε πήρε απόκριση, μήτε χρειαζόταν να πάρει. Πονούσε για τον φίλο του, μα δεν ήταν σε θέση να βοηθήσει ούτε την κατάστασή του, ούτε την καρδιά του, που ήταν σαφές πως είχε πληγωθεί.

Γυάλινο Φεγγάρι #TYS2023 #SPBC2023Where stories live. Discover now