Είκοσι Μέρες

By xitsxanna

526K 54.5K 5.1K

HR: #1 in Teen Fiction «Σου δίνω είκοσι μέρες.» Η δεκαεπτάχρονη Ζωή λαμβάνει ένα προσωπικό της βίντεο που έχε... More

ᴘʀᴏʟᴏɢᴜᴇ
ᴅɪsᴄʟᴀɪᴍᴇʀ
ᴘᴀʀᴛ ᴏɴᴇ
×1×
×2×
×3×
×4×
×5×
×6×
×7×
×8×
×9×
×10×
×11×
×12×
×13×
×14×
×15×
×16×
×17×
×18×
×19×
×20×
×21×
×22×
×23×
×24×
×25×
ᴘᴀʀᴛ ᴛᴡᴏ
×26×
×27×
×28×
×29×
×30×
×31×
×32×
×33×
×34×
×35×
×36×
×37×
×38×
×39×
×40×
×41×
×42×
×43×
×44×
×45×
×46×
×47×
×48×
×49×
ᴘᴀʀᴛ ᴛʜʀᴇᴇ
×50×
×52×
×53×
×54×
×55×
×56×
×57×
×58×
×59×
×60×
×61×
×62×
×63×
×64×
×65×
×66×
×67×
×68×
×69×
×70×
×71×
×72×
×73×
×74×
×75×
×76×
×77×
×78×
×79×
ᴇᴘɪʟᴏɢᴜᴇ
ʙᴏɴᴜꜱ ᴄʜᴀᴘᴛᴇʀ
ʀᴀɴᴋɪɴɢs
ʟᴏᴠᴇ ʏᴏᴜʀsᴇʟғ

×51×

4.2K 496 49
By xitsxanna

"Εδώ θα κάτσεις;"

Ρώτησε γελόντας. Έγνεψα καταφατικά.

"Έλα τώρα, σήκω. Δεν χρειάζεται να αγχώνεσαι."

Μάζεψα το ελάχιστο θάρρος μου και βγήκα από το αυτοκίνητο μου.

"Εγώ; Με βλέπεις αγχωμένη; Γιατί να αγχώνομαι; Επειδή τα αγγλικά μου είναι σκατά και ντρέπομαι να μιλήσω; Επειδή το σχολείο είναι τεράστιο και θα χάνομαι συνεχώς; Επειδή-"

Στριφογύρισε τα μάτια του.

"Μην γίνεσαι τόσο δραματική. Είμαι και εγω εδώ."

Του χαμογέλασα αδύναμα. Ξέρω οτι δεν πρόκειται να βρίσκεται συνεχώς μαζί μου και ούτε το θέλω αυτό. Δεν θέλω να τον πιέζω τόσο πολύ.

"Άργησες ρε."

Μια μεγάλη παρέα μας πλησίασε και ορμήξανε φιλικά στον Αχιλλέα, ενώ έγω στεκόμουν αμήχανα παρακολουθώντας το σκηνικό.

Κανένας δεν ξέρει πόσο μισώ αυτές τις μικρές, αλλά άβολες, στιγμές της ζωής σου που εύχεσαι να εξαφανιστείς, να ανοίξει η γη να σε καταπιεί.

Αφού σταμάτησαν να χτυπιούνται ξεφύσηξα. Αγόρια, τι να πεί κανείς;

Η προσοχή τους στράφηκε επάνω μου και κατακοκκίνησα. Νιώθω εκτεθημένη μπροστά σε οχτώ ζευγάρια μάτια που με παρατηρούν εξονυχιστικά.

Ένα χέρι τυλίχτηκε γύρω από την μέση μου και ανακουφίστηκα.

"Εμείς πάμε μέσα, θα σας βρώ μετά."

Μετά από αρκετά χυδαία σχόλια και σφυρίγματα από την παρέα του Αχιλλέα μπήκαμε μέσα.

"Συγγνώμη γι'αυτό."

Έξυσε αμήχανα τον αυχένα του. Χαμογέλασα.

Καθώς περπατούσαμε προς τα γραφεία, χιλιάδες άτομα χαιρετούσαν τον Αχιλλέα και αρκετά κορίτσια με κάρφωναν με το δολοφονικό βλέμμα τους.

"Αχιλλέα!"

Μια κοπέλα τσίριξε ενθουσιασμένη και χώθηκε στην αγκαλιά του.

Σκατά. Η ζήλεια φούντωνε μέσα μου μόνο που είδα μια άλλη κοπέλα στην αγκαλιά του.

Ο Αχιλλέας παρατήρησε τα νεύρα μου και έπιασε σφιχτά το χέρι μου, απομακρύνοντας την κοπέλα από την αγκαλιά του.

Τον κοίταξα ανασηκώνοντας το φρύδι μου.

"Από εδώ η Φραντσέσκα."

Καθάρισε τον λαιμό του.

"Πότε τους γνώρισες όλους αυτούς;"

Είπα στα ελληνικά προσπαθώντας να ακούσω γλυκιά.

"Μπορείς να με φωνάζεις Φράν. Εσύ είσαι η Ζωή, σωστά;"

Έγνεψα καταφατικά και με αγκάλιασε σφιχτά. Κοίταξα με γουρλωμένα μάτια τον Αχιλλέα που γελούσε.

"Μου έχει πει τα πάντα για εσένα. Είσαι πολύ πιο όμορφη από κοντά!"

Στριφογύρισα τα μάτια μου. Δύο εβδομάδες είναι εδώ και πρόλαβε να της πει τα πάντα για εμένα;

Κοίταξα τον Αχιλλέα απαιτώντας εξηγήσεις.

"Είναι η κοπέλα του Πάολο."

Με φώτισες τώρα. Μου έχει αναφέρει χιλιάδες ονόματα παιδιών αλλά δεν τα συγκρατώ.

"Α, ωραία."

Χαμογέλασα αμήχανα. Αφού της εξήγησε οτι βιαζόμαστε, απομακρυνθήκαμε από την Φράν.

"Ξέρεις οτι έχουμε χάσει 45 λεπτά μιλώντας με κάθε φοιτητή; Πότε πρόλαβες να τους γνωρίσεις όλους αυτούς;"

Ρώτησα φανερά έκπληκτη κοιτάζοντας το ρολόι μου.

"Δεν τους ξέρω όλους Ζωή. Οι περισσότεροι είναι μαζί μου στο ποδόσφαιρο και απλά γνωριζόμαστε."

Γέλασε. Μάλιστα.

"Λοιπόν σε αφήνω εδώ γιατί έχω μάθημα σε άλλη πτέρυγα. Ενημέρωσα την δασκάλα του Πάρη για να ξέρει οτι θα τον πάρεις εσύ."

Έγνεψα καταφατικά.

Πλησίασε για να με φιλήσει αλλά τον σταμάτησα.

"Μας κοιτάνε όλοι. Θα τα πούμε σπίτι."

Με κοίταξε με ένα ξενερωμένο βλέμμα.

Τον φίλησα στο μάγουλο για να μην παραπονεθεί και άνοιξα την πόρτα πίσω μου.

"Περίμενε!"

Γύρισα προς το μέρος του. Μου έδωσε τα κλειδιά του αυτοκινήτου και αφού με φίλησε στα χείλη, έφυγε γελώντας.

Κοίταξα γύρω μου και όπως ήταν αναμενόμενο αρκετά βλέμματα είχαν πέσει πάνω μας και κοκκίνησα.

Άφησα το αγόρι μου με μερικά παιδιά που φυσικά και δεν συγκράτησα το όνομα τους, τι πρωτότυπο για εμένα, μιας και μιλήσαμε με πενήντα παιδιά σίγουρα, χωρίς πλάκα.

Βασικά αυτός μιλούσε. Εγώ ήμουν πολύ απασχολημένη με το να εξετάζω κάθε γωνία αυτού του χώρου.

"Καλησπέρα. Εσύ πρέπει να είσαι η Ζωή. Κάθισε."

Έκατσα στην καρέκλα και μετά από αρκετή ώρα που μου εξηγούσε τα βασικά για την σχολή, μου έδωσε το πρόγραμμα μου και έναν χάρτη για να μην χαθώ.

"Επίσης, έχεις την δυνατότητα να μείνεις στις εστίες του πανεπιστημίου. Έχουμε μερικά ελεύθερα δωμάτια στην νέα πτέρυγα του σχολείου, όπου θα μπορείς να έχεις πρόσβαση και στην ολοκαίνουργια βιβλιοθήκη."

Τον κοίταξα σοβαρή.

"Δωρεάν;"

Έσμιξα τα φρύδια μου.

"Φυσικά. Θα πληρώνεις μόνο τα δίδακτρα."

"Εντάξει, θα σας ενημερώσω σύντομα."

Ο Αχιλλέας κοιμάται στον καναπέ του σαλονιού εδώ και τρείς μήνες. Εγώ κοιμάμαι σε έναν καναπέ σε ένα δωμάτιο που είναι σαν αποθήκη, ενώ η γιαγιά και ο Πάρης έχουν πάρει τα καλύτερα δωμάτια.

Είναι μια πολύ καλή ιδέα. Θέλω να ζήσω ολοκληρωτικά την εμπειρία του πανεπιστημίου.

Πρέπει να το συζητήσω με τον Αχιλλέα. Πιστεύω οτι θα μου δωθεί η ευκαιρία να αφοσιωθώ περισσότερο στο διάβασμα και θα μου φύγει ενα τεράστιο βάρος.

Είναι μια οικογένεια και δεν θέλω να τους γίνομαι βάρος. Ξέρω οτι γίνομαι παρόλο που δεν το παραδέχεται.

Ευχαρίστησα τον κύριο και βγήκα από το γραφείο.

Έβγαλα το κινητό μου για να στείλω μήνυμα στον Αχιλλέα και να του πώ οτι φεύγω με το αυτοκίνητο, αλλά το μετάνιωσα μόλις είδα το μήνυμα που μου έστειλε πριν πέντε λεπτά.

"Είμαι στο μάθημα. Όλα καλά; Πήρες τον μικρό;"

Γαμώτο, γαμώτο, ο Πάρης έχει σχολάσει εδώ και μισή ώρα.

"Ναι. Πάμε σπίτι."

Έστειλα και ένιωσα πολύ άσχημα που είπα ψέματα. Διέσχισα τρέχοντας τους άδειους διαδρόμους και γήκα έξω από το σχολείο μετά απο λίγη ώρα, μιας και μπερδεύτηκα λίγο.

Έφτασα στο αυτοκίνητο και μπήκα μέσα.

Γρυλίζοντας από τα νεύρα, ξεκίνησα προς το σχολείο. Έφτασα έξω από την αυλή πέντε λεπτά αργότερα.

Μπράβο Ζωή. Είσαι πολύ ηλίθια.

Δεν περίμενα οτι θα καθυστερούσαμε τόσο, είχα ξεχάσει να ελέγξω την ώρα. Η αυλή ήταν σχεδόν άδεια, υπήρχαν μόνο μερικοί γονείς με τα παιδιά τους.

Περπάτησα εως την πόρτα του σχολείου. Μπαίνοντας μέσα, αντίκρισα τον Πάρη μαζί με μια κοπέλα στην τραπεζαρία.

Ανακουφίστηκα και πλησίασα βιαστικά.

"Συγγνώμη που άργησα."

Ξεφύσηξα, μιας και είχα λαχανιάσει από το τρέξιμο. Έκατσα κουρασμένη απέναντι τους.

Ο Πάρης δεν έδειχνε να ενδιαφέρεται και πολύ, αφού ήταν πολύ αφοσιωμένος στο να κοιτάει την νεαρή κοπέλα.

"Με λένε Ζωή, εσένα;"

Ρώτησα γλυκά.

"Αγάπη."

Χαμογέλασε πειράζοντας τα ξανθά μαλλιά της.

"Τι γλυκό όνομα."

Τσίμπησα το μάγουλο της και η δυνατή φωνή ενός αγοριού γύρω στην ηλικία μου που φώναζε την Αγάπη ήχησε στον χώρο της άδειας τραπεζαρίας.

"Εδώ ήσουν; Δεν σου είχα πει να περιμένεις εξω;"

Την μάλωσε και εκείνη γέλασε πέφτοντας στην αγκαλιά του.

Μικρά και αθώα παιδιά.

Το βλέμμα του έπεσε πάνω μας. Είχε καστανόξανθα μαλλιά και σκουρόχρωμα ματια. Έδειχνε ένα ή δυο χρόνια μεγαλύτερος μου.

"Άρης."

Συστήθηκε και αφού ανακάτεψε τα μαλλιά του Πάρη, έτεινε το χέρι του προς το μέρος μου.

Πριν προλάβω να μιλήσω, με διέκοψε ο Πάρης αρπάζοντας το χέρι του.

"Πάρης. Φίλος της Αγάπης. Απο εδώ η Ζωή."

Μίλησε για εμένα και γέλασα μαζί του.

"Αδερφός σου;"

Με ρώτησε.

"Οχι ακριβώς."

Χαμογέλασα αμήχανα.

"Χάρηκα για την γνωριμία, αλλά πρέπει να επιστρέψω στην δουλειά."

Μίλησε χαμογελώντας και τοποθέτησε στον ώμο του την τσάντα της αγάπης.

Έγνεψα καταφατικά.

Σηκώθηκα από το τραπέζι προσπαθώντας να πιάσω το μικροσκοπικό χέρι του Πάρη.

"Ζωη, μπορεί να έρθει και η Αγάπη μαζί μας;"

Ρώτησε κοιτώντας με γλυκά.

Γέλασα.

"Εμ, δεν ξέρω. Είσαι εντάξει με αυτό;"

Ο Άρης ξεφύσηξε μόλις είδε την Αγάπη να κατευθύνεται προς το μέρος μας.

"Εντάξει, αλλά όχι για πολύ. Θα μου δώσεις το τηλέφωνο σου;"

Μου έδωσε το κινητό του και πέρασα την επαφή μου.

"Ωραία, θα σου στείλω μήνυμα. Αν σου είναι ευκολο, μπορείς να την φέρεις στο μαγαζί που δουλεύω μετά; Είναι εδω κοντά."

Ζήτησε και δέχτηκα.

"Ναι, φυσικά. Σε ποιό μαγαζί;"

"Στο Greco, το ξέρεις, σωστά;"

Χαμογέλασα.

"Εκεί δουλεύω, οπότε δεν έχω κανένα πρόβλημα. Είσαι ο καινούργιος, σωστά;"

Με κοίταξε έκπληκτος.

"Ναι. Τέλεια. Τα λέμε λοιπόν."

Άφησε ένα φιλί στο μέτωπο της μικρής και μπήκε βιαστικά σε ένα μπλέ αυτοκίνητο.

"Λοιπόν, πάμε για παγωτό ή για πίτσα;"

Ρώτησα και ως απάντηση έλαβα μια σφιχτή αγκαλιά από τα δύο παιδιά που δέχτηκαν ενθουσιασμένα.

"Και τα δύο."

Continue Reading

You'll Also Like

2.5M 144K 84
"ΕΙΠΑ ΚΑΤΙ ΓΑΜΩ ΤΗ ΠΟΥΤΑΝΑ ΜΟΥ" ξανά φώναξε και χτύπησε τη μπουνιά του πάνω στο τραπέζι. "Πο..πονάω" ψιθύρισα αδύναμα έτοιμη να λυγίσω και να βάλλω τ...
772K 65.8K 112
Καθώς έτρεχα κοίταξα πίσω μου για να δω αν με ακολουθεί κανεις αλλά μέσα στη θολούρα των δακρύων δεν μπορούσα να διακρίνω καθαρά. Έπεσα πάνω σε κάτι...
375K 16.8K 100
"ΔΕΝ ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΕ ΞΑΝΑΔΏ ΜΠΡΟΣΤΆ ΜΟΥ" μου φωνάζει καθώς πιάνει ένα βάζο και το ρίχνει στο πάτωμα. Χιλιάδες γυαλιά εκτοξεύονται στο πάτωμα ενώ μερικά στ...
442K 22.1K 67
Τι γινεται οταν στην θεση του στριφνου και γερου διευθυντη του σχολειου σου...Ερχεται ενας κουκλος καθηγητης Φυσικης που εχει μοναχα λιγα χρονια διαφ...