Σε μια άλλη ζωή, θα ήμουν το κορίτσι σου

229 34 24
                                    

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13ο

«I'll move on, I promise. But first, I need to wash my pillowcase 'cause the smell of you is not gone yet. And I'll stop drinking tea or, at least, I'll try to get used to the way I still see you everytime the taste of it hits my tongue. I need to delete your favourite songs from my playlist, because everytime I walk alone and one of them starts playin, my heart skips a beat. I'll stop going to all the places you've kissed me and I'll avoid white bed sheets so I won't remember those times I woke up next to you. I'll stop walking in the snow 'cause everytime I do, I hear you telling me how happy it makes you. I know that you love winter and I promise you that when it's gone I'll move on, I'll move on, I'll move on.»


Όταν ξύπνησε το επόμενο πρωί, ήταν αργά. Και όχι, δεν εννοούσε την ώρα, γιατί όταν άνοιξε τα μάτια της ο ήλιος έμπαινε με πολύ γλυκό τρόπο από τις τρύπες του παντζουριού και χτυπούσαν το μωσαϊκό πάτωμα, δημιουργώντας βουλίτσες, σημάδι που καταλάβαινε πως η ώρα ήταν περίπου λίγο πριν τις 8. Ήταν αργά, για να εμποδίσει τον εαυτό της από πράξεις που στο μέλλον, το μακρινό μέλλον, θα μετάνιωνε. Το σώμα της το ένιωθε ξένο και βαρύ, όπως και τις τελευταίες μέρες, αλλά αυτή τη φορά ήταν πιο έντονο. Πόσες ώρες να είχε κοιμηθεί; Σίγουρα όχι πάνω από δύο, γιατί μετά από το γλυκό και ταπεινό σεξ του Κώστα -προφανώς και θυμόταν τα πάντα που έκαναν, ήταν συνειδητή απόφαση που, προς το παρόν, δεν μετάνιωνε καθόλου-, σκεφτόταν και μόνο σκεφτόταν.

Σηκώθηκε από το απαλό και μαλακό στρώμα του Κώστα, για να οδηγήσει τα πόδια της ως το μπάνιο και να ρίξει λίγο νερό στο πρόσωπό της. Τα νερά έτρεχαν από τα μάγουλα και το μέτωπο ως τον λαιμό, καθώς κοίταζε το είδωλο της από τον ορθογώνιο καθρέφτη που είχε μερικές πιτσιλιές πάνω του. Μια ρωγμή εκτεινόταν στα δεξιά του, αλλά ήταν τόσο μικροσκοπική, που την πρόσεχες με δυσκολία. Είχε στηρίξει τα χέρια της στον στενό νιπτήρα και είχε πλησιάσει περισσότερο το γυαλί μπροστά για να παρατηρήσει καλύτερα την διαδρομή του νερού στο δέρμα της. Έτσι, αργά και βασανιστικά, κατέβαιναν και τα δάκρυα κάθε βράδυ στο μαξιλάρι της.

Δε μπορούσε να ξεχάσει την μορφή του· με οποιονδήποτε αφορμή την σκεφτόταν. Ένιωθε πως την είχε στοιχειώσει και πως θα την ακολουθεί για μια ζωή, ακόμη κι αν βρει άλλον, ακόμη κι αν βρει αλλού την ευτυχία της -χωρίς αυτό να συνεπάγεται πως θα είναι με άλλον σύντροφο κάποτε. Ακόμη και νεκρός να της ανακοίνωνε κανείς πως ήταν, θα πήγαινε να τον ακολουθήσει. Είχε τυφλωθεί από την αγάπη και τον έρωτα για αυτόν τον άνθρωπο, δε θα δίσταζε ούτε μια μικρή φλεβίτσα να κόψει, ούτε μια μικρή σφαιρούλα να τρυπήσει το κρανίο της. Η Μυρτώ δεν ήταν τόσο δειλή όσο το έπαιζε στους γύρω της.

Στην κηδεία μου να φορέσετε πράσινο [✓]Where stories live. Discover now